tag:blogger.com,1999:blog-37404874716456759002024-03-13T09:54:42.060-07:00Seirios KokkalisIndependent Human Soul...Σείριοςhttp://www.blogger.com/profile/04059094487856082906noreply@blogger.comBlogger42125tag:blogger.com,1999:blog-3740487471645675900.post-70784549524080627452015-08-25T08:57:00.002-07:002015-08-25T08:57:20.641-07:00Κάποιες νύχτες<div dir="ltr" style="text-align: left;" trbidi="on">
<div class="separator" style="clear: both; text-align: center;">
<a href="http://1.bp.blogspot.com/-gIKv0BKPH3c/VdyQCLNXCbI/AAAAAAAAARQ/U_z3fiW4ZQY/s1600/IMG_1175.JPG" imageanchor="1" style="margin-left: 1em; margin-right: 1em;"><img border="0" height="239" src="http://1.bp.blogspot.com/-gIKv0BKPH3c/VdyQCLNXCbI/AAAAAAAAARQ/U_z3fiW4ZQY/s320/IMG_1175.JPG" width="320" /></a></div>
<br />
<br />
<div class="MsoNormal">
<span lang="EL">Α</span>ν δεν σου αρέσει
να φύγεις, έτσι είναι εδώ τα πράγματα. Δεν αλλάζουν και σε όποιον αρέσει. Και
εσένα δεν σου αρέσει και φεύγεις. Παίρνεις την μεγάλη απόφαση και ξεκινάς
εκείνο το μεγάλο δρόμο που ονομάζεται αλλού. Φορτωμένος με όλα εκείνα τα
απαραίτητα που δεν είσαι ακόμα έτοιμος να αποχωριστείς, χαμογελάς και ξεκινάς
το περπάτημα.</div>
<div class="MsoNormal">
<span lang="EL">Αναρωτιέσαι,
γιατί άραγε έφυγα; Δεν έχεις όμως ακόμα ούτε το θάρρος αλλά ούτε και τη γνώση
για να απαντήσεις .Κάπου εκεί ανάμεσα σε πικρές θάλασσες και κακοτράχαλα βουνά,
σίγουρα κάπου έχασες ένα ηλιοβασίλεμα και μαζί του και εκείνο το χαμόγελο που
φόρεσες παιδικά στην αρχή της διαδρομής. Προσπάθησες να το αναπληρώσεις, ξαποσταίνοντας
σε ξένα μάτια που σου έδωσαν απλόχερα ότι είχαν και ότι μπορούσαν και ίσως σε
πόθησαν περισσότερο από όσο άντεχες.<o:p></o:p></span><br />
<span lang="EL"><br /></span></div>
<div class="MsoNormal">
<span lang="EL">Συνέχισες το περπάτημα
και όταν ο άνεμος άρχισε να μαστιγώνει τις ελπίδες και τα όνειρα σου τότε
αναρωτήθηκες, που πάω; Όμως ένιωσες ότι πλέον είναι αργά να επιστρέψεις. Είχαν
περάσει κιόλας μια λιακάδα, ένα σύννεφο και μια αιωνιότητα. Σημάδια πόνου και
όχι χρόνου τα οποία έκαναν το περπάτημα σου βαρύ και δύσκολο. Όμως άρχισες να
συνειδητοποιείς ότι αυτός ήταν ο μόνος δρόμος και όλα αυτά τα κατακόκκινα
χείλια που βρέθηκαν στην πορεία σου, γεννήθηκαν και υπήρξαν και ήταν εκεί μόνο
για να σε βοηθήσουν να ξεδιψάσεις όταν πραγματικά ένιωσες τούτη την ανάγκη να
σε κατακλύζει. <o:p></o:p></span><br />
Προχώρησες και
ταξίδεψες και περπάτησες αρκετά και κάπου χάθηκες και σταμάτησες να χαμογελάς. Είχε
πια περάσει αρκετός καιρός και ξέχασες και το πως έφυγες. Αυτά που άφησες πίσω
ως τίμημα, ξεθώριασαν και χάθηκαν μέσα σε ένα ρημαγμένο από τις καταιγίδες
μυαλό που πλέον δεν μπορεί καν να θυμηθεί ότι όλα αυτά κάποτε υπήρξαν εκεί ως ένα
τίμημα της φυγής και μάλιστα ακριβό. Ίσως να είναι και καλύτερα γιατί με τον
καιρό ξέχασες γιατί έφυγες, ξέχασες τι έψαχνες και έμεινες τελικά μετέωρος,
ψαχουλεύοντας το τίποτα μέσα από ανθρώπους που χωρίς να μπορείς να το δεις
είχαν πεθάνει από καιρό. Χωρίς όμως κηδεία, χωρίς δάκρυα, χωρίς θρήνο και
κυρίως χωρίς συναίσθηση. Κανένα όμως πρόβλημα, διότι ο χρόνος σε άλλαξε, ο τόπος
σε αλλοτρίωσε και η ανάγκη σε απογύμνωσε τόσο, ώστε ακόμα και τα πιο ειλικρινή
σου δάκρυα να μην αξίζουν ούτε ένα βλέμμα.</div>
<div class="MsoNormal">
<span lang="EL">Νύχτα από εκ</span>είνες
που με το φεγγάρι παρών, ξεγυμνώνει τα πάντα και το κρυφό κάνει φανερό και
περίπου δύο ζωές και μια λιακάδα μετά, σε βρήκε καθισμένο στην άκρη της λίμνης
να καθρεφτίζεις μέσα της το πρόσωπο σου και να προσπαθείς να θυμηθείς ποιός
είσαι, ποιός είναι αυτός που βλέπεις να φοράει τα μάτια σου και ποιός είναι
αυτός που πονάει από την μοναξιά σου. Δεν θυμόσουν πια και αυτό στο αποτέλεσμα
σε ενόχλησε αρκετά. Αποφάσισες να φύγεις και δυστυχώς ποτέ κανείς δεν σου
μίλησε για το τίμημα που έπρεπε να πληρώσεις. Ήταν όμως η μοίρα που σε έκανε να
το νιώσεις βαθιά στο πετσί σου, και το ότι υπήρχε και το ότι ήταν όλο δικό σου.</div>
<div class="MsoNormal">
<span lang="EL">Που πάω; τι ψάχνω
να βρω; ερωτήματα που τώρα πια δεν θυμάσαι να απαντήσεις και ίσως πια δεν έχουν
και σημασία. Μέσα σε όλη αυτή την παροδικότητα των συναισθημάτων, κοιτάς μέσα
στην λίμνη ένα πρόσωπο που πλέον δεν είναι δικό σου. Εσύ ποτέ δεν έφυγες, ποτέ
δεν έψαξες για κάτι παραπέρα από αυτό του νόμιζες ότι είχες βρει εξ αρχής. Το
σώμα σου έφυγε και οι επιθυμίες σου. Αυτές οι πλανεύτρες σειρήνες, που έχουν
την δύναμη να καταφέρουν τα πάντα, αρκεί βέβαια να τις αφήσεις. Η καρδιά σου όμως έμεινε πίσω. Την πέταξες εκεί
δίπλα, στο δάσος και με τον καιρό εκείνη θάφτηκε και ρίζωσε και μεγάλωσε και
εκεί παραμένει ακόμα, αδιαμφισβήτητο γεγονός ότι κάποτε από εδώ ξεκίνησες και
το πρώτο σου βήμα ήταν ακριβώς από πάνω της. <o:p></o:p></span></div>
<div class="MsoNormal">
<span lang="EL">Τι τα ψάχνεις θα
μου πεις. Ο καιρός περνάει, οι άνθρωποι αλλάζουν και όλοι οφείλουμε να ζούμε με
τις συνέπειες των πράξεων μας. Αυτή είναι η σωστή αντιμετώπιση και αυτό είναι
που έχεις από καιρό επιλέξει σαν σωστό. Μπράβο λοιπόν σε εσένα και μπράβο σε
όλους μας για αυτή την ηθική και τα όρια που αφήσαμε να ορίσουν τη ζωή και την
θλίψη μας.<o:p></o:p></span></div>
<div class="MsoNormal">
<span lang="EL">Ανάμεσα σε
λιακάδες και σύννεφα, πρέπει να μάθεις ότι έρχονται συχνά πυκνά και κάποιες
νύχτες περίεργες που το φεγγάρι δεν εμφανίζεται και εσύ νιώθεις αυτή την
έλλειψη βαθιά μέσα σου. Δεν μιλάς, φεύγεις και με το βλέμμα σου θολωμένο
περπατάς, πηγαίνοντας πάντα εκεί που σε οδηγεί ο ήχος της μοναξιάς σου. Είναι
εκείνο το σημείο στο οποίο κάθε φορά που οι μοίρες κοιτάζουν τι έκανες, για ένα
απειροελάχιστο διάστημα όχι μεγαλύτερο από ένα βλεφάρισμα των ματιών σου,
βγάζουν μια κραυγή απελευθερώνοντας τον πιο σπαρακτικό θρήνο που δεν αντέχει να
αντιμετωπίσει ούτε η πιο δυνατή καρδιά.<o:p></o:p></span></div>
Είναι κάποιες
νύχτες που τρομαγμένος θα πετάγεσαι από το τίποτα που όρισες σαν ζωή και
βγαίνοντας στον δρόμο ξυπόλητος και αναμαλλιασμένος θα ξεκινάς να την ψάχνεις.
Το κλάμα σου θα έρχεται πάντα όμως το ξημέρωμα να επισφραγίσει αυτό που από την
αρχή γνώριζες και ας μην ήθελες να το παραδεχτείς. Τι και αν έφυγες, τι και αν ξέχασες. Ένας
ήχος ή ένα θρόισμα πάντα θα είναι αρκετά για να πονέσεις πάλι από την αρχή για
μια αγάπη που ποτέ δεν βγήκε από τα στήθια σου. Για μια αγάπη που λαθρεπιβάτης
, έζησε όλα σου τα χρόνια μέσα από τα μάτια σου.</div>
Σείριοςhttp://www.blogger.com/profile/04059094487856082906noreply@blogger.com0tag:blogger.com,1999:blog-3740487471645675900.post-66680688780866915842015-06-30T14:34:00.002-07:002015-07-06T03:17:30.806-07:00Καταραμένοι ποιητές<div dir="ltr" style="text-align: left;" trbidi="on">
<div class="separator" style="clear: both; text-align: center;">
<a href="http://3.bp.blogspot.com/-KkL6ZoU9fiY/VZMLPXD945I/AAAAAAAAAQ4/CU8UHN_oJ8E/s1600/IMG_0478.JPG" imageanchor="1" style="margin-left: 1em; margin-right: 1em;"><img border="0" height="239" src="http://3.bp.blogspot.com/-KkL6ZoU9fiY/VZMLPXD945I/AAAAAAAAAQ4/CU8UHN_oJ8E/s320/IMG_0478.JPG" width="320" /></a></div>
<div class="separator" style="clear: both; text-align: center;">
<br /></div>
<div class="separator" style="clear: both; text-align: center;">
<br /></div>
Καταραμένοι ποιητές που τριγυρίζουν συνεχώς σε κίβδηλες ανάγκες, οι οποίες πάντα θα έχουν την δύναμη να τους κρατούν δέσμιους της σαρκικής τους ματαιοδοξίας.<br />
Δεν είναι η ανάγκη τους για επίδειξη, ούτε ίσως η ανάγκη της σάρκας να νιώσει, όσο τους κυριεύει η απελπισία των αλλόθρησκων που διαλαλούν την πίστη τους πάντα σε εχθρικό έδαφος.<br />
Τι και αν οι θεοί είναι κακοί και μικρόψυχοι. Τι και αν οι ιστορίες είναι γεμάτες ανακρίβειες και λάθη. Δεν έχει καμία πρακτική σημασία. Η κατάρα που κουβαλούν τούτοι οι άνθρωποι στις πλάτες τους είναι ακριβώς το ότι γνωρίζουν και η φωνή που προσπαθούν να βγάλουν, παραμένει μόνη χωρίς καμία διάθεση από τους εχθρούς έστω για ενα μικρό κομμάτι κατανόησης.<br />
Πως θα μπορούσε να υπάρξει άλλωστε ένας κοινός τόπος συνάντησης, όταν οι τρελοί ντύνονται μονάχα όμορφες λέξεις, ενώ οι γνωστικοί βλέπουν τη ζωή κυνικά και ρεαλιστικά. Όλα για την επιβίωση.<br />
<i>Όλα για το παιδί μου</i>, θα πει η μάνα, χωρίς δυστυχώς ποτέ να μπορέσει να ξεχωρίσει τα όρια της επιβίωσης από την διαβίωση. Και ετούτοι οι ποιητές, χαμένοι στο δικό τους κόσμο, πλανημένοι από την ελπίδα που γλύτωσε και παρέμεινε μονάχη σε ένα κουτί, που κάποιος κάπου κάποτε βρήκε σε μια παλιά αποθήκη κάνοντας ξεκαθάρισμα, με κολλημένη στο καπάκι μια ξεθωριασμένη ετικετα -<b>Προσοχή Εύθραυστον</b>- και παραλήπτη κάποια Πανδώρα.<br />
<i>Καλό είναι το χρήσιμο</i>, έμαθαν να λένε οι μάζες και έτσι το κουτί αυτό από το πεζοδρόμιο βρέθηκε στα χέρια τους και η ζημιά δεν άργησε να γίνει. Αυτό άλλωστε είναι και το κακό με την ελπίδα. Παρασέρνει όποιον δεν πρόλαβε να στερεώσει τις σκέψεις του και έτσι του γεννά όνειρα και προσδοκίες. Μόνο που δυστυχώς περνώντας ο καιρός οι προσδοκίες αυτές μεταφέρονται από μια πραγματικότητα στην οποία ορίζονται ως μεγάλες, σε μια άλλη στην οποία ορίζονται ως χαμένες.<br />
Τούτο το μεσοδιάστημα είναι που κάνει αυτούς τους ποιητές να συνειδητοποιήσουν πέραν πάσης αμφιβολίας ότι είναι καταραμένοι.<br />
Μεταφέρουν ένα μήνυμα που δυστυχώς οι πολλοί δεν μπορούν να ακούσουν, αλλά και σε εκείνες τις λίγες φορές που φτανουν κοντά στο να συλλάβουν ορισμένες λέξεις, φρίττουν και αμέσως τις αφορίζουν, έχοντας πάντοτε το πρόσχημα ότι είναι γνωστικοί και έτσι κατέχουν την αλήθεια, απογυμνωμένη από όμορφες λέξεις και λοιπά περιτυλίγματα.<br />
<i>Πότε θα ωριμάσεις; γιατί δεν καταλαβαίνεις; σταμάτα να ονειροβατείς.</i><br />
Μερικές μόνο από τις εκφράσεις που τούτοι οι καταραμένοι βρίσκουν συνεχώς απέναντι τους, κάθε φορά που προσπαθούν να μιλήσουν για όλα αυτά τα κακώς ή λάθος κείμενα, τα οποία οι πολλοί δεν έχουν την δυνατότητα να αμφισβητήσουν και δυστυχώς ούτε τη διάθεση να τα διαβάσουν και να προσπαθήσουν έστω και λίγο να τα κατανοήσουν.<br />
Πως άραγε μπορείς να απαλλάξεις τον εαυτό σου από τις αμαρτίες του, αν πρώτα δεν μπορέσεις να δεχτείς οτι αμαρτάνεις;<br />
Πως μπορείς να καθαρίσεις τον εαυτό σου όταν δεν έχεις το σθένος να δεχτείς παρηγοριά όταν αρχίζεις να βλέπεις ότι αυτά στα οποια σε έμαθαν να πιστεύεις ήταν κίβδηλα και επιφανειακά;<br />
Οι γνωστικοί όλου του κόσμου πάντα θα θεωρούν ότι κατέχουν την αλήθεια. Όμως η πραγματικότητα είναι ότι η αλήθεια, εκείνη η γνώση του παντός, η οποία 'έχει την δύναμη να μας εξαγνίζει και να μας καθαρίζει, πάντα θα είναι κτήμα εκείνων των ολίγων που κατάφεραν και νίκησαν όλες εκείνες τις ψεύτικες εικόνες που η κοινωνία τους δίδαξε με δόλο να αναγνωρίζουν στον καθρέφτη ως δικές τους και έτσι να μπούν σε εκείνη την κατηγορία των παρηγορηθέντων.<br />
Καταραμένοι λοιπόν ποιητές που τριγυρίζουν συνεχώς σε κίβδηλες ανάγκες, κουρασμένοι από μια μάχη που εξαρχής είναι χαμένη. Την αποδέχονται όμως, έχοντας αρχικά στο σακίδιο τους τα απαραίτητα εκείνα εφόδια που θα τους δώσουν το κουράγιο να παλέψουν.<br />
Τα ιδανικά για τα οποία δέχονται να πολεμήσουν φαντάζουν στα μάτια τους ως οι ύψιστες αρετές. Και πως άλλωστε να μην είναι όταν η ψυχή τους ονειρεύεται δικαιοσύνη για όλους. Όμως δυστυχώς πολεμόντας, σταδιακά ανακαλύπτουν ότι στο πεδίο της μάχης ακόμα και τα φίλια ξίφη στρέφονται εναντίον τους, αποδεχόμενα ότι τούτοι οι τρελοί μέσα από τις καινοτομίες που θέλουν να φέρουν, απειλούν την συνοχή της κοινωνίας στην οποία οι ίδιοι προσπαθούν να επιβιώσουν.<br />
Η αρχική λοιπόν έξαψη και το πάθος που η ελπίδα μπορεί και γεννά στις καρδιές των γενναίων, σταδιακά παραμερίζεται και νικάται μέσα από μια προδοσία για την οποία κανένας και ποτέ δεν θα μπορέσει επαρκώς να προετοιμαστεί. Όμως η ελπίδα δεν χάνεται. Παραμένει βουβή και τρομαγμένη από όλη τούτη τη σκληρότητα που η κοινωνία καλλιεργεί ως λογική αρετή των γνωστικών και κάποιες φορές είναι ακριβώς αυτή η αιτία που κρατά κάποιους γατζωμένους σε εκείνον τον αρχικό σκοπό.<br />
Οι περισσότεροι αποδεχόμενοι την ήττα τους θα ξεκινήσουν να τριγυρίζουν έκτοτε από χωριό σε χωριό, ζητώντας κρασί για να πνίξουν τις φωνές μέσα τους και μάχες για να αναζωπυρώσουν την ζωντάνια γύρω τους. Τούτοι δυστυχώς οι ποιητές παύουν να γράφουν. Οι λέξεις τους δεν θα βρούν καμία ανταπόκριση ή τουλάχιστον έτσι νομίζουν και για αυτό το λόγο σταδιακά αφήνονται να νικηθούν από την σάρκα τους και τις ανάγκες που τους επιβάλλει ως σωστές.<br />
Κανένας από όσους γνωρίζουν δεν πρόκειται να τους κατηγορήσει. Η μάχη είναι δύσκολη και το ζητούμενο είναι η προσπάθεια που κάνει κάθε ένας ξεχωριστά ώστε να ενημερώσει τους γύρω του για αυτήν.<br />
Όμως φίλε μου, τα μάτια και τα αφτιά των περισσοτέρων είναι σφραγισμένα. Πως λοιπόν μπορείς να κάνεις κάποιον να δεί τον κόσμο μέσα από την δική σου οπτική όταν έχει διδαχθεί και πιστέψει βαθιά ότι δεν έχει καν μάτια.<br />
Αυτή φίλε μου είναι η κατάρα των ποιητών. Να εξιστορούν περιστατικά και να μιλούν για κόσμους για τους οποίους δυστυχώς οι πολλοί δεν έχουν καν την όρεξη και το σθένος να συζητήσουν έστω στη θεωρία.<br />
Όμως τι και αν όλοι πιστεύουν ότι η Γή είναι επίπεδη και ο φόβος τους είναι να μην φτάσουν στην άκρη και πέσουν. Η αλήθεια θα παραμένει αναλλοίωτη και αιώνια για όποιον θελήσει να αφήσει το σώμα του, το σπίτι του, τη γειτονιά του, την πόλη του, την χώρα του, την ήπειρο στην οποία ζεί και έτσι να βγεί εκεί έξω, παρατηρώντας ένα βόλο γεμάτο χρώματα, κομμάτι σε ένα απέραντο μωσαικό ύπαρξης και αλήθειας.<br />
Είναι ειρωνικό ότι οι γνωστικοί, σε αντίθεση με όσα λέει η ιστορία, δεν θα καταφέρουν ποτέ να γίνουν καθαροί. Αυτό το προνόμιο θα βρίσκεται εσαεί στα χέρια εκείνων των ευγενών τρελών που αφημένοι στα χέρια των συνοδοιπόρων τους και αποδεχόμενοι την ήττα τους, αφήνουν την παρηγοριά που η ελπίδα κρατά καλά κρυμμένη από τα μάτια των πολλών, να τους καλύψει και να τους καθαρίσει τόσο βαθιά ώστε έκτοτε τα μάτια τους να αστράφτουν, αντικατοπρίζοντας εκείνο το αιώνιο φως προς το οποίο στο διηνεκές το παν θα τείνει, συντονίζοντας τα πάντα μέσα από εκείνη την υψηλή δόνηση της πραγματικής και πλήρους αποδοχής.<br />
Καταραμένοι ποιητές που οι γύρω τους χαρακτηρίζουν παράφρονες, μόνο για όσο διάστημα τούτοι οι δύσμοιροι θα προσπαθήσουν να ενημερώσουν για τον πόλεμο που διεξάγεται.<br />
Μετά τους αφήνουν στην ησυχία τους, μετατρέποντας τους σε γραφικούς και αλίμονο φίλε μου, σε όλους εμάς που εκεί λίγο πριν την τελευταία μας ανάσα, εκεί που όλα γίνονται ξεκάθαρα, ενωνόμαστε μαζί τους συνειδητοποιώντας ότι οι γραφικοί και οι τρελοί ήμασταν πάντα εμείς, θεωρώντας τη ζωή μας σημαντική αλλά ποτέ μοναδική.<br />
Καταραμένοι να είστε ποιητές...<br />
Δυστυχώς είχατε δίκιο.</div>
Σείριοςhttp://www.blogger.com/profile/04059094487856082906noreply@blogger.com0tag:blogger.com,1999:blog-3740487471645675900.post-47283659404162308172015-04-29T16:53:00.001-07:002015-08-27T06:39:38.359-07:00Μεσότητα <div dir="ltr" style="text-align: left;" trbidi="on">
<div class="separator" style="clear: both; text-align: center;">
<a href="http://2.bp.blogspot.com/-RXzIlARW5Vg/VUFux_UXFgI/AAAAAAAAAQQ/cTLMHtgzCos/s1600/IMG_0030.JPG" imageanchor="1" style="margin-left: 1em; margin-right: 1em;"><img border="0" height="239" src="http://2.bp.blogspot.com/-RXzIlARW5Vg/VUFux_UXFgI/AAAAAAAAAQQ/cTLMHtgzCos/s1600/IMG_0030.JPG" width="320" /></a></div>
<div class="separator" style="clear: both; text-align: center;">
<br /></div>
<div class="separator" style="clear: both; text-align: center;">
<br /></div>
Επίπλαστες σχέσεις, βασισμένες στην αδιαλλαξία ενός '<b><i>εγώ</i></b>' που στο διηνεκές προσπαθεί να πετύχει τον προσδιορισμό του αυτόφωτου και ανεξάρτητου, έστω και αν ζει μόνο μέσα από την ύπαρξη που κάποιο έτερο φως με καλοσύνη το βοηθά να διατηρεί και έτσι ποτέ δεν μαθαίνει την αλήθεια.<br />
Ο ήλιος που μας φωτίζει δεν υπήρξε ποτέ έξω από εμάς. Ήταν και παραμένει το κέντρο της κατανόησης που ατομικά εξελίσσουμε μέσα από εμπειρίες, άλλοτε προσβλητικές και άλλοτε αποθεωτικές.<br />
Δυστυχώς εδώ στην χαραυγή του τέλους μέση δεν υπάρχει. Ξεπεράστηκε και έγινε βαρετή. Πως να μην γίνει άλλωστε όταν πλέον ο εγκέφαλος εκπαιδεύεται να εναλλάσσει εικόνες χωρίς να ενδιαφέρεται ούτε για την σημασία τους και ούτε για την συνοχή τους.<br />
Έτσι οι εικόνες απογυμνωμένες από την όποια εξήγηση που θα έπρεπε να συντροφεύουν, ταξιδεύουν στιγμιαία στο μυαλό όλων εκείνων των έξελιγμένων' ανθρώπων που χωρίς ποτέ να το καταλάβουν βάσισαν τις σχέσεις τους πάνω στην αδιαλλαξία ενός '<b><i>εγώ</i></b>', που δυστυχώς οι άμοιροι δεν θα καταφέρουν να δουν ότι δεν είναι καν δικό τους.<br />
Και αυτό, όπως και ο ήλιος, θεωρούν ότι έχει μια εξωτερική όψη και αυτή και μόνο είναι αρκετή για να καλύψει τα τυχόν κενά του προσδιορισμού. Οι ακτίνες να αντανακλούν την λάμψη τους στον καθρέφτη και εσύ να αναρωτιέσαι γιατί παραμένεις ανίκανος να νιώσεις την ζεστασιά που κάπου βαθιά στο μυαλό σου είσαι σίγουρος ότι μεταφέρουν.<br />
Κάθε βήμα, επιτάσσει η λογική, μας ωθεί να μετακινηθούμε από το σημείο που στιγμιαία θεωρούμε ότι μπορούμε να χαρακτηρίσουμε σημείο αναφοράς. Δύο, πέντε, είκοσι βήματα και κάπου κάπου ρίχνουμε μια κλεφτή ματιά προς τα πίσω καρφώνοντας το βλέμμα μας σε εκείνο το σημείο που όμως πλέον φαντάζει τόσο ξένο και αφιλόξενο.<br />
Ίσως φίλε μου, αυτή η υπαρξιακή ανασφάλεια είναι που κάνει τις σχέσεις τόσο επίπλαστες. Ίσως το σημείο αναφοράς που με τόση άνεση αφήνουμε να μεταβάλλεται, βορά στην αλλαγή των συνθηκών του περιβάλλοντος δεν είναι και τόσο ασήμαντο όσο οι διάφορες φωνές, που το σύστημα της τηλεκατεύθυνσης προτάσσει εναντίον μας στον αγώνα της υποταγής, προσπαθούν να μας πείσουν και ίσως κάποιες φορές με αναίδεια να μας 'διδάξουν' να μην το λαμβάνουμε και τόσο υπόψη μας.<br />
Το κομμάτι εκείνο του χαρακτήρα του κάθε ανθρώπου που έχει την δύναμη να τον σπρώχνει να αναζητήσει ή να διεκδικήσει, έχει όνομα και λέγεται<b style="font-style: italic;"> εγωισμός. </b>Όπως το κάθε τι λοιπόν στη φύση, έσωθεν ή έξωθεν, έχει και πρέπει να έχει, μια θετική και μια αρνητική πλευρά.<br />
Ο δάσκαλος του Αλέξανδρου σωστά είχε αναφερθεί στη μεσότητα, χαρακτηρίζοντας έτσι με αυτόν τον τρόπο το κέντρο τούτης της κατάστασης που ονομάζουμε εγώ, λέγοντας συγκεκριμένα ότι η ανάγκη ή η όρεξη, όταν συνοδεύεται από λάθος κίνητρα, με μαθηματική ακρίβεια οδηγεί σε λανθασμένες εμπειρίες. Εμπειρίες που αποτελούν το κέντρο της διαμόρφωσης της ατομικής πραγματικότητας. Γινόμαστε λοιπόν θρασύς ή δειλοί αναλόγως πως θα επιλέξουμε να τροφοδοτήσουμε το θάρρος μας και έτσι να έρθουμε όσο πιο κοντά, ο καθένας από εμάς ατομικά θα ήθελε, στην ευδαιμονία.<br />
Κάθε ένας λοιπόν μεμονωμένα, δεν μπορεί τις περισσότερες φορές να το εντοπίσει και να το προσδιορίσει, όμως αν αυτή του η συναισθηματική κατάσταση δεν είχε κάποιο τελικό σκοπό, τότε θα συνέχιζε επ`άπειρον να ζει χαμένος, περπατώντας απλά από τον ένα σκοπό στον άλλο. Χωρίς ποτέ δυστυχώς να καταφέρει να προσεγγίσει ουσιαστικά τούτη την ευδαιμονία η οποία θα μπορούσε να του διδάξει την έννοια της αυτάρκειας.<br />
Εγκλωβίζεται λοιπόν σε εκείνη την πρόστυχη αδιαλλαξία που ένα '<b><i>εγω</i></b>' τον ωθεί να δημιουργήσει και έτσι δυστυχώς αυτή η αυτάρκεια όλο και απομακρύνεται, έστω και ως απώτερος σκοπός ή επιδίωξη.<br />
Έτσι λοιπόν πάντα βρίσκεις τον εαυτό σου να ωθείται για τους λάθος λόγους να επιλέξει ανάμεσα σε δύο υποτιθέμενους εχθρούς που η ζωή σε μαθαίνει ότι αλληλοσυγκρούονται.<br />
Από την μια η <i>έλλειψη </i>και από την άλλη η <i>υπερβολή</i>. Στη μέση δυστυχώς εκτός από την ουσία της αρετής που θεωρείς κάτι έξω από εσένα, σαν τις ακτίνες του ήλιου βρίσκεται και η αδιαλλαξία του προαναφερθέντος εγώ που συνεχίζει να σε πιέζει να παραμείνεις αμέτοχος και θεατής.<br />
<b><i>Η τιμή και η αρετή δοξάζονται πάντα υπεράνω κάθε κοινωνικής διαστρωμάτωσης και κατοχής πλούτου. </i></b>Αυτή ήταν η φράση, χαραγμένη με μπόλικο θράσος σε ένα παλιό ξύλινο παγκάκι που η καθημερινότητα σε είχε μάθει να χρησιμοποιείς, ήταν που σε έκανε να αναρωτηθείς. Τι σημαίνει άραγε τιμή και τι σημαίνει αρετή;<br />
Σου ήταν δύσκολο να απαντήσεις σε μια τέτοια ερώτηση και έτσι για μέρες περιέφερες το σαρκίο και τις διαθέσεις σου από εδώ και από εκεί, κυοφορώντας σιωπηλά την απάντηση. Ήταν στη μέση λοιπόν της Άνοιξης, όταν βρέθηκες επιτέλους σε μια έρημο και με ηρεμία άφησες το βλέμμα σου να <span lang="EL" style="font-family: "Calibri","sans-serif"; font-size: 11.0pt; line-height: 115%; mso-ansi-language: EL; mso-ascii-theme-font: minor-latin; mso-bidi-font-family: "Times New Roman"; mso-bidi-language: AR-SA; mso-bidi-theme-font: minor-bidi; mso-fareast-font-family: Calibri; mso-fareast-language: EN-US; mso-fareast-theme-font: minor-latin; mso-hansi-theme-font: minor-latin;">χαϊδέψει</span> το τίποτα και από εκεί να χαθεί στον ορίζοντα και στα πάντα.<br />
Εκείνη η φράση στο παγκάκι, σε είχε βοηθήσει να ξεκινήσεις να παρατηρείς ότι τελικά τα πάντα ζουν μέσα μας και έτσι η μοναδική δύναμη που μπορεί να μας 'υποτάξει' είναι η δική μας.<br />
<i>Έσο εγκρατής</i>. έμαθες μέσα από τα προστάγματα της κοινωνίας και προσπάθησες με ζήλο να το εφαρμόσεις. Όμως έτσι δυστυχώς δύσμοιρε δεν θα μπορέσεις ποτέ να γίνεις φρόνιμος. Η δόξα της ζωής δεν είναι να συγκρατούμε τις οποιεσδήποτε κακές επιθυμίες που γεννιούνται μέσα μας. Η δόξα φίλε μου και το ύψιστο φτάσιμο, η Ιθάκη που πάντα οφείλουμε να έχουμε ως σκοπό, είναι να καταφέρουμε να σταματήσουμε να τις γεννάμε. Να γίνουμε φύση φρόνιμοι και έτσι να σταματήσουμε να επιθυμούμε οτιδήποτε άλλο από αυτό που θα μας οδηγήσει στην πολυπόθητη μεσότητα.<br />
Από εκεί ξεκινά λοιπόν μια ατραπός νέα η οποία αν και απαιτητική, μέσα από τη δική της εξελικτική λογική, έχει τη δύναμη να μας οδηγήσει με ασφάλεια στο λιμάνι της δικής μας Ιθάκης.<br />
<i>Έσο φρόνιμος</i>, λοιπόν φίλε μου, έχεις κάνει το βασικότερο <b>ΟΛΩΝ </b>των βημάτων που απαιτούνται και έχεις δημιουργήσει εκείνη τη βάση μέσα σου, που με ασφάλεια θα σε πάει στο παρακάτω.<br />
'<i>Η φρόνηση γεννά σοφία</i>', διάβασες λίγο καιρό μετά σε εκείνο το ίδιο παγκάκι και χαμογέλασες. Τούτη η πανέμορφη χώρα της σοφίας που πάντα κάθε οδοιπόρος συνειδητοποιεί μονάχα στο τέλος της διαδρομής ότι μπορεί να προσεγγίσει ηθικά αλλά να φτάσει και να κατακτήσει ουσιαστικά διανοητικά. Διττή σημασία και περίπλοκη ανάλυση για κάτι που κανονικά θα έπρεπε να είναι ορατό και κατανοητό από όλους. Όμως τότε θα ακύρωνε όλη εκείνη την όμορφη διαδικασία της εξέλιξης που μάθαμε να ονομάζουμε εμπειρία.<br />
Σοφία λοιπόν ως ταξίδι αλλά και 'έσο φως' σαν προορισμός. Ένα φως όμως που από μόνο του δεν έχει τη δύναμη να κρατήσει κανένα φρόνιμο και έτσι ένας σοφός κάποιες φορές ενδέχεται να βρει τον εαυτό του ανεπαρκή για να αντιμετωπίσει όλα εκείνα τα πρακτικά ζητήματα που η ίδια η ζωή του στήνει απέναντι του ως εμπόδιο και ως κίνητρο.<br />
Εκεί λοιπόν ο τυχερός, και εύχομαι φίλε μου να είσαι ένας από αυτούς, έχει πλέον αφήσει τούτο το εσωτερικό φως να θεριέψει και να φωτίσει τόσο πολύ τα μέσα του ώστε να μπορεί παρατηρώντας εκεί στο κέντρο της δικής του συνείδησης να εντοπίσει το επόμενο σκαλοπάτι της εξέλιξης που λέγεται ανδρεία και η οποία πάντα θα ορίζεται ως η μεσότητα μεταξύ του φόβου και του υπερβολικού θάρρους.<br />
Ο σοφός λοιπόν που βρίσκει ίσως τον εαυτό του ανεπαρκή, σίγουρα φοβάται, όμως τούτος ο φόβος δεν μπορεί να τον προσδιορίσει σε κανένα επίπεδο διότι η σοφία τον έχει εξελίξει τόσο ώστε να μπορεί να δημιουργεί στο μυαλό του εκείνο το μονοπάτι που ο συλλογισμός απαιτεί ώστε σαν διαδικασία να τον βοηθήσει να πράξει με τον ορθότερο δυνατό τρόπο.<br />
Ένα μυητικό ταξίδι τελικά που όπως όλα τα ταξίδια με νόημα και ουσία, σε οδηγεί νομοτελειακά πάντα στο σημείο από το οποίο ξεκίνησες.<br />
Κοπιάζοντας αρκετά κάτω από τον καυτό ήλιο, περπατώντας την έρημο της αμάθειας και της αδιαλλαξίας, επέστρεψες σε εκείνη την αρχή της φρόνησης, κουβαλώντας όμως πλέον όλα τα απαραίτητα εφόδια για να την σώσεις και να την προσθέσεις στο δισάκι των αποκτημάτων σου, που προσπαθώντας να ανέβεις στο τέταρτο σκαλοπάτι της εξέλιξης, είναι σίγουρο ότι θα σου ζητηθεί ως εισιτήριος λέξη.<br />
'<i>Εγώ ειμί ο σώφρων</i>', ίσως καταφέρεις να αρθρώσεις μπροστά στο φρουρό και έτσι να καταφέρεις να φτάσεις σε εκείνο το τελικό στάδιο που όμως το μόνο που μπορεί να προσδιορίσει δεν είναι τίποτα άλλο από την αέναη αρχή. '<i>Εγώ ειμί ο σώφρων</i>΄λοιπόν, δηλώνοντας έτσι ότι πλέον βρίσκεσαι συνειδητά στο κέντρο, ανάμεσα στην ηδονή και τη λύπη. Ανάμεσα στην αναισθησία και την ακολασία. Μάρτυρας τούτου του πανέμορφου θανάτου του δυισμού και κυρίαρχος πλέον του κόσμου. Απλώνοντας το μυαλό σου στα τέσσερα σημεία του ορίζοντα και νιώθοντας πλέον ως ένας ΄<i>μαθητής' </i>και περιπατητής του κόσμου, αφήνοντας τούτη την παγκοσμιότητα να καλύψει κάθε κύτταρο σου εις το διηνεκές, γνωρίζοντας πλέον ότι θα μεταφέρεις διαρκώς το θανάσιμο μυστικό της μεσότητας. Αυτό το μυστικό που πρώτος ο μαθητής του Πλάτωνα μαρτύρησε και αυτό το ίδιο μυστικό που κάθε καβαλάρης μπορεί να εντοπίσει ανά πάσα στιγμή γύρω του.<br />
Ένα τετράγωνο φίλε μου, του οποίου η κάθε πλευρά χαρακτηρίζει και από ένα σκαλοπάτι αυτής της ατραπού. Ένα τετράγωνο που όμως όταν σταθείς στο κέντρο του και ξεκινήσεις να περιστρέφεσαι, με τα χέρια ανοιχτά και την καρδιά σου φορτωμένη μόνο αγνές προθέσεις, τότε παρασυρόμενο σε τούτη τη δίνη, στο αποτέλεσμα μεταμορφώνεται σε έναν μεγαλοπρεπή κύκλο, αφού η φυγόκεντρος πιέζει με ανεξέλεγκτη δύναμη τις γωνίες με τέτοιο τρόπο που τις ωθεί μόνο προς της κατεύθυνση της λείανσης.<br />
Περιστρεφόμενος λοιπόν και αν είσαι τυχερός, θα καταφέρεις φίλε μου να μάθεις τη μεσότητα και μέσω αυτής ότι η τιμή και η αρετή βρίσκονται και θα βρίσκονται εσαεί υπεράνω των κοινωνικών τάξεων και του όποιου πλούτου ο οποίος δεν θα μπορέσει ποτέ να αγοράσει την γαλήνη που μπορεί να σου προσφέρει ένας γεμάτος και μεστός βίος που οδηγείται από την αλήθεια και τις αγαθές προθέσεις τόσο προς τον εαυτό όσο και ως προς όλους τους ΄'εταιρους εαυτούς' που πάντα θα αντανακλούν την ανασφάλεια τους μέσα από την ύπαρξη ενός ανούσιου <b><i>'εγω'</i></b>.<br />
<br /></div>
Σείριοςhttp://www.blogger.com/profile/04059094487856082906noreply@blogger.com0tag:blogger.com,1999:blog-3740487471645675900.post-66063687047044882502015-03-30T16:22:00.001-07:002015-09-01T06:39:50.011-07:00Φως, περισσότερο φως...<div dir="ltr" style="text-align: left;" trbidi="on">
<div class="separator" style="clear: both; text-align: center;">
<a href="http://1.bp.blogspot.com/-TrodHucrk5c/VRnacMfAUkI/AAAAAAAAAP8/aXWWxlhfZT0/s1600/IMG_3091.JPG" imageanchor="1" style="margin-left: 1em; margin-right: 1em;"><img border="0" height="320" src="http://1.bp.blogspot.com/-TrodHucrk5c/VRnacMfAUkI/AAAAAAAAAP8/aXWWxlhfZT0/s1600/IMG_3091.JPG" width="240" /></a></div>
<div class="separator" style="clear: both; text-align: center;">
<br /></div>
Ο αέρας άρχισε να τελειώνει και εσύ ξεκίνησες να βυθίζεσαι σε εκείνο το συναίσθημα που ο θάνατος έχει την δυνατότητα να επιβάλλει απόλυτα όταν έστω και θεωρητικά πλησιάζει προς το μέρος μας, ωθώντας μας να νιώσουμε εγκλωβισμένοι και αβοήθητοι. Είναι η άλλη πλευρά ενός νομίσματος για το οποίο πάντα άκουγες αλλά ποτέ δεν είχες δει με τα δικά σου μάτια.<br />
Η απουσία του αέρα έγινε εντονότερη και το μαύρο που από ώρα είχε καλύψει τα πάντα γύρω σου, άρχισε να γίνεται βαθύτερο, <i>Η ελπίδα της ανταμοιβής καθιστά γλυκύ τον μόχθο</i> και ίσως μέσω αυτής είχες υπομείνει για αρκετό καιρό σκέψεις και συναισθήματα που μέσα από την δική τους αυτονομημένη πραγματικότητα, σε έσπρωχναν με δύναμη σε καταστάσεις και συνήθειες μακριά από το μονοπάτι της εξέλιξης.<br />
Κοίταξες γύρω σου και το μαύρο αν και παρέμεινε εκεί, φρουρός και πύλη προς μια άλλη πραγματικότητα, δεν μπορούσε να σε βοηθήσει σε τίποτα. Είχες αρχίσει να το αποδέχεσαι και έτσι κάποια μικρά σημάδια ενδοιασμού ή όπως συνήθιζες να τα ονομάζεις, σημάδια προσωπικής δυσπιστίας, είχαν αρχίσει να υποχωρούν κάτω από το βάρος τούτου του μοναδικού μυστικού, το οποίο ήσουν πλέον έτοιμος να ζήσεις.<br />
Μια μικρή στιγμή σιγής και αμέσως μετά μια γερασμένη, μπάσα φωνή ερχόμενη από κάπου βαθιά μέσα από το μυαλό σου, κάλυψε τα πάντα απλώνοντας λέξεις και ερωτηματικά. Πως βρέθηκα εδώ και κυρίως για πιο λόγο;<br />
Αυτή η ερώτηση όφειλες να ομολογήσεις ότι σε έφτασε στο δικό σου αδιέξοδο, το οποίο τώρα κοιτούσες με μια ανασφάλεια η οποία μέσα σε δευτερόλεπτα κάλυψε κάθε σου κύτταρο.<br />
Θυμήθηκες τον φιλόσοφο που στιγμές πριν κλείσει τα μάτια του για πάντα, το μόνο για το οποίο νοιάστηκε ήταν απλά για λίγο περισσότερο φως.<br />
Πόσο παράταιρο σου φάνηκε μέσα στον πανικό σου και ταυτόχρονα πόσο σωστό. Πως άραγε επαναστατείς εναντίον ενός τόσο παντοδύναμου εχθρού;<br />
Αγνοώντας τον ή κοιτώντας τον κατάματα, αφαιρώντας του την δύναμη της επιβολής του φόβου.<br />
Ένα ακόμα ερώτημα να απαιτεί μια ακόμα απάντηση. Ξεκίνησες έτσι, με τόσες απορίες μαζεμένες γραμμικά η μια δίπλα στην άλλη, να νιώθεις κάπως σαν δάσκαλος που η ζωή τον αναγκάζει να προσδιοριστεί μέσα από τη διδαχή.<br />
Θυμήθηκες εκείνο τον γκριζομάλλη τύρρανο των νιάτων σου, που συχνά πυκνά κοιτώντας σε κατευθείαν στα μάτια, επαναλάμβανε με στόμφο πάντα την ίδια ατάκα. <i>Πρώτα χρειάζεται να διδαχθούμε και να μάθουμε και μετά να διδάξουμε. </i><br />
Όμως όσο και να μάθεις το σκοτάδι, με πιο τρόπο μπορείς να το διδάξεις, όταν φτάνεις σε εκείνο το σημείο στο οποίο απλά καταλαβαίνεις ότι αυτό και μόνο αυτό είναι το δικό σου φως.<br />
<i>Μυστήριο είναι φίλε μου</i>, σου ψιθύρισε πριν από καιρό μια τυχαία συντροφιά, <i>μόνο ό,τι δεν έχουμε τον χρόνο και την όρεξη να παρατηρήσουμε σε βάθος. </i><br />
Έτσι, προσπαθώντας να αξιοποιήσεις εκείνη την συμβουλή που αυθόρμητα, όπως οι περισσότερες άλλωστε σκέψεις σου, αναδύθηκε απροσδόκητα στο συνειδητό σου, άνοιξες τα μάτια και ξεκίνησες εκ νέου να παρατηρείς το μαύρο που σε είχε τυλίξει.<br />
Επέμεινες για αρκετή ώρα και την στιγμή που κάτι ξεκίνησε να αλλάζει, αυτόματα χαμογέλασες αποδεχόμενος ετούτη την εξέλιξη. Μια μικρή κουκίδα άρχισε να ξεθωριάζει κα να αποδομείται με τέτοιο τρόπο ώστε στο τέλος ανάμεσα σε ένα αμέτρητο μωσαικό μαύρων κουκίδων, αυτή η μια-η αποδομημένη- μέσα από το κατακόκκινο χρώμα της, μπόρεσε ξεκάθαρα να ξεχωρίσει. Ύστερα μια ακόμα και ακόμα μια, ώσπου ώρα μετά, με τα μάτια ανοιχτά, έστεκες απέναντι σε ένα μοναδικό μωσαικό αμέτρητων χρωμάτων και αποχρώσεων τα οποία είχαν την δύναμη να ερεθίσουν το μυαλό σου τόσο ώστε να το ωθήσουν να αναζητήσει κάποια λογική ή έστω λογικοφανή αιτιολογία.<br />
Η αποδόμηση ήταν εμφανής και μέσω αυτής της απλοποίησης τούτη η εξήγηση ήταν σχετικα εύκολη να βρεθεί. Το μαύρο δεν είναι χρώμα καθ` αυτό αλλά η σύνθεση όλων των χρωμάτων. Χρώματα τα οποία αναμεμειγμένα όλα μαζί χάνουν την προσωπική τους ταυτότητα και προσθετικά ξεκινούν να αποτελούν κομμάτια ενός καινούργιου συνόλου, χάνοντας έτσι δυστυχώς οριστικά την μοναδικότητα τους. Αρα λοιπόν απλά ακολουθώντας τα νοητά τούτα βήματα οπισθοχωρώντας, ήταν εύκολο να δεις πως προέκυψαν όλα αυτά τα χρώματα.<br />
Η δυσκολία, κατάλαβες ότι κρυβόταν σε άλλο σημείο αυτής της νοητικής ανάλυσης και είχε να κάνει ξεκάθαρα με τον αποσυμβολισμό της κάθε κουκίδας ξεχωριστά. Θυμός, όρεξη, εξαπάτηση, αγάπη, πόθος, αγωνία, εξέλιξη. Διαφορετικές εμπειρίες και συναισθήματα που μετρώντας τα, τα βρήκες όλα εκεί. Ένα χρωματικό κολάζ γεμάτο στιγμές με κάθε μια από αυτές να προσδιορίζεται μέσα στο μυαλό σου και με ένα διαφορετικό χρώμα. Μπλε, κόκκινο, πορφυρό, άσπρο. Σαν πέπλα που όφειλες να περάσεις από μέσα τους, σε αυτή την μοναδική μύηση της ψυχής σου στο χωροχρονικό της ύπαρξης.<br />
Άνοιξες λοιπόν τα μάτια σου πλατύτερα και μέσα από αυτά, όλες τις πόρτες του μυαλού σου οι οποίες για καιρό παρέμειναν κλειστές και ανέπαφες. Ήταν κυρίως ο φόβος που τις είχε κλειδώσει μια προς μια, σταδιακά κάθε φορά που βρήκες τον εαυτό σου αντιμέτωπο με τον μέγα εκείνο αξιωματούχο της φθοράς. Έτσι, αυτό το μαύρο που αρχικά απλώθηκε μπροστά σου, εμποδίζοντας σε να δεις, με έναν ίσως ειρωνικό τρόπο σε ώθησε να προσπαθήσεις να δώσεις στο μυαλό σου τις αποδείξεις εκείνες που χρειαζόσουν ώστε να κατανοήσεις ότι τόσο καιρό απλά νόμιζες ότι βλέπεις.<br />
Τούτη η σύνθεση λοιπόν σκέφτηκες, δεν αποτελεί τίποτα παραπέρα από μια απλή μορφοποίηση της ολότητας. Ότι υπήρξε και ό,τι είναι. Όμως τότε από που πηγάζει ο φόβος;<br />
Η φωνή πίσω σου εξακολουθούσε να εξηγεί με το δικό της τρόπο ότι ε<i>ν το παν και εκ του παντός το εν.</i><br />
Μια διαπίστωση απαλλαγμένη από τη φθορά που ο χωρόχρονος επιφέρει στις εξελικτικές καταστάσεις που βρίσκονται ακόμα στη διαδικασία της εξέλιξης. Αμέσως μετά, μια ερώτηση η οποία θα μπορούσε να χαρακτηριστεί ίσως η δυσκολότερη όλων. Πόσο έτοιμος είσαι άραγε ό,τι έχεις και μπορείς να προσδιοριστείς μέσα από την ύπαρξη και την κατοχή του, να το μαζέψεις ένα σωρό, όπως λέει χαρακτηριστικά ο αδελφός στο δικό του παρελθόντα χρόνο και να το παίξεις μια ζαριά και χάνοντας να μην βγάλεις μιλιά για ετούτη την απώλεια.<br />
Αν σε ρωτούσα λίγο καιρό νωρίτερα, ίσως απαντούσες αρνητικά. Όμως κάτω από το φως των νέων δεδομένων που η ανάλυση του μαύρου σου έδωσε, ίσως τώρα πλέον έχεις καταλάβει. Ο φόβος της απώλειας είναι που κάνει το παιχνίδι επικίνδυνο ή χωρίς κάποια ουσιαστική ή έστω επιφανειακή απόλαυση. όχι το ίδιο το παιχνίδι.<br />
Άρα κατανοώντας τούτη τη θεμελιώδη αρχή του σύμπαντος, ίσως ως άλλος Μιθριδάτης δεχτείς γουλιά γουλιά να πνίξεις τούτο το φόβο φανερώνοντας την αληθινή πλέον φύση των πραγμάτων. Σκοτώνοντας τον θάνατο δεν θα χρειαστεί ποτέ να πεθάνεις. Σκοτώνοντας τον φόβο, δεν θα χρειαστεί να περιορίσεις ξανά τον εαυτό σου σε όρια. Σκοτώνοντας την ιδέα του ψεύτικου εαυτού που στέκει μπροστά σου ως ανυπέρβλητο εμπόδιο κάθε φορά που η καρδιά σου ελκύεται από την εξέλιξη, ίσως βρεις την πραγματική σου ταυτότητα.<br />
Η φωνή όσο εσύ είχες χαθεί σε τούτες τις σκέψεις σταμάτησε και έπρεπε να βάλεις μια τελεία μέσα σου για να μπορέσεις να το συνειδητοποιήσεις.<br />
Με μια απροσδόκητη κίνηση που σε ξάφνιασε, ένα χέρι σε άρπαξε γερά και με δύναμη σε ώθησε να περάσεις μέσα από όλο αυτό το πολύχρωμο μωσαικό το οποίο μέσα από αυτή τη μικρή στιγμή σιωπής είχε επιστρέψει στην αρχική μονότονη κατάσταση του.<br />
Μέσα από το απόλυτο μαύρο λοιπόν σε μια νέα πραγματικότητα, πλημμυρισμένη από ένα έντονο φως που σε ώθησε να γεμίσεις ελπίδα και ζωντάνια. Είχες καταλάβει. Μόνο τότε, εκείνη τη στιγμή που μπορούμε να επιβάλουμε στον εαυτό μας να αποβάλει την επιθυμία της ίδιας της επιθυμίας, τότε και μόνο τότε μπορούμε να επιθυμήσουμε πραγματικά.<br />
<br /></div>
Σείριοςhttp://www.blogger.com/profile/04059094487856082906noreply@blogger.com0tag:blogger.com,1999:blog-3740487471645675900.post-18429327966521338962015-02-27T15:52:00.003-08:002015-02-27T15:52:49.667-08:00Εναλλαγές<div dir="ltr" style="text-align: left;" trbidi="on">
<div class="separator" style="clear: both; text-align: center;">
<a href="http://3.bp.blogspot.com/-lxidAMONVwY/VPEDMmeQnAI/AAAAAAAAAPY/JcD3YU_dw8M/s1600/SL381725.JPG" imageanchor="1" style="margin-left: 1em; margin-right: 1em;"><img border="0" src="http://3.bp.blogspot.com/-lxidAMONVwY/VPEDMmeQnAI/AAAAAAAAAPY/JcD3YU_dw8M/s1600/SL381725.JPG" height="240" width="320" /></a></div>
<div class="separator" style="clear: both; text-align: center;">
<br /></div>
Διαδικασίες επίπονες και χρονοβόρες. Έτσι χαρακτηρίζονται πάντα τα χρονικά διαστήματα μεταξύ ενεργειών. Ζείς σε μια αναμονή και συνήθως μαθαίνεις να αφήνεις την ζωή να επιλέξει στη θέση σου και έτσι παραμένοντας κρυμμένη πίσω από την παιδική ταμπέλα που θα έπρεπε να έχεις πετάξει από καιρό, χαμογελάς διότι έτσι νομίζεις ότι και πάλι και θα ξεφύγεις και θα παραμείνεις ατιμώρητη.<br />
Και τούτα τα διαστήματα όλο και μεγαλώνουν και γίνονται περισσότερο επίπονα. Ειδικά τις στιγμές που χωρίς να είσαι προετοιμασμένη η ζωή σε κοιτά με συμπόνια και σου συμπεριφέρεται όπως αρμόζει σε ένα παιδί.<br />
Δεν είσαι όμως παιδί και αυτό σε ενοχλεί. Το σώμα σου φωνάζει την εξέλιξη σου με τον πλέον έκδηλο τρόπο. Σε <br />
κάθε ευκαιρία στέκεις γυμνή απέναντι στον καθρέφτη της ψυχής σου ή των άλλων και με αυτό τον τρόπο θεωρείς ότι μπορείς να επιβάλλεις τις θέσεις σου. Με φωνές και κραυγές. Πόσο ειρωνικό είναι άραγε αυτό σε σχέση με την εικόνα που προσπαθείς να έχεις προς τα έξω.<br />
Και τα διαστήματα όλο και μεγαλώνουν. Έτσι παράλληλα μεγαλώνουν και οι φωνές και δυστυχώς το μόνο που εξελίσσουν είναι την διαδικασία συντήρησης τους.<br />
Πόσο άραγε μπορούν να σε πληγώσουν τα βραδινά δάκρυα που ως εισπράκτορας, βαρετά μαζεύεις από όλους αυτούς τους τύπους που η ανάγκη σε ωθεί να ξαπλώσεις στο κρεββάτι σου?<br />
Δυο τρία λόγια επεξηγηματικά και μετά πάντα η ίδια διαδικασία. Λες και υπάρχει μια σχολή από την οποία έχουν όλοι περάσει και τους έχει διδάξει τα ίδια βήματα που χρειάζονται να ακολουθήσουν ώστε να απορροφήσουν όλη σου την ενέργεια.<br />
Έτσι κάθε βράδυ ξεψυχάς και μένεις με τα μάτια ανοιχτά και την καρδιά σαν αντλία, μηχανικά να προσπαθεί να συντονίσει την κίνηση της με το ροχαλητό που ακούγεται μια ανάσα παραδίπλα.<br />
Κάθε πρωί που το μαρτύριο τελειώνει μένεις μόνη και ανακουφισμένη υπόσχεσαι ότι θα αλλάξεις. Δεν το έχεις καταφέρει στο ελάχιστο, όμως είναι όμορφο να σε ακούς να το λες. Σαν ένα μάντρας που επαναλαμβανόμενο πιστεύεις ότι έχει τη δύναμη να αλλάξει τον τρόπο με τον οποίο αντιλαμβάνεσαι ότι γύρω σου ορίζεται ως ζωή.<br />
Είπαμε όμως, οι διαδικασίες είναι επίπονες και σε βαραίνουν κάθε μέρα που ο ήλιος χάνεται και δίνει τη θέση του στο έρεβος. Νιώθεις το αυξανόμενο βάρος και λόγω έλλειψης θάρρους απλά φαντασιώνεσαι οτι έρχεται εκείνη η μέρα που το αλλάζεις. Μετά όμως κενό. Θες να το αφήσεις πίσω σου και να προχωρήσεις, όμως δυστυχώς δεν ξέρεις με τι θα ήθελες να το αντικαταστήσεις.<br />
Ένα κενό που σε περιγράφει και ταυτόχρονα σε κάνει να δημιουργείς τόσο έντονα αισθήματα ενοχής μέσω τον οποίων νιώθει σίγουρο ότι θα συνεχίσεις να το συντηρείς.<br />
Ήταν εκείνη την ημέρα που μια μικρή απροσεξία σε ώθησε να καθυστερήσεις τόσο ώστε να χάσεις το τρένο για μια και μόνο στιγμή. Το είδες να απομακρύνεται και όσο μεγάλωνε η απόσταση που δημιουργούσε η κινηση μεταξύ σας, τόσο μεγάλωνε και η απόγνωση σου. Έφυγες τρέχοντας προς την έξοδο και βγήκες στο δρόμο. Σχεδόν έπεσες πάνω στο πρώτο αυτοκίνητο που βρέθηκε μπροστά σου και με δάκρυα στα μάτια και το μπούστο ακάλυπτο, παρακάλεσες τον οδηγό να εξαλείψει τούτη την απόσταση που δημιουργούσε όλο αυτό το πρόβλημα.<br />
Εκείνος μαγνητισμένος από την υπόσχεση που μετέφεραν τα μισάνοιχτα μπούτια σου, δέχτηκε. Εσύ χαμογέλασες και νόμιζες ότι ξεγέλασες το θάνατο και ανέβηκες πιο πάνω. Όμως τίποτα δεν είναι πιο σοφά και στέρεα φταγμένο στο διηνεκές από το χάος. Αυτή η πρωταρχική υπαρξιακή κατάσταση από την οποία ξεκινά η τάξη.<br />
Όταν το κατάλαβες ήταν πλέον αργά. Σε είχε απορροφήσει όλη αυτή η κατάσταση τόσο πολύ, που όταν έμαθες την αλήθεια η αρχική σου αντίδραση ήταν έντονα αρνητική. Ο αγγελιοφόρος γέμισε με παράσημα και διακοσμητικά, μόνο και μόνο επειδή φοβήθηκες ότι αυτό που μετέφερε είναι αλήθεια. Μετά λοιπόν από τούτο το αρχικό ξέσπασμα, αποφάσισες να διαπιστώσεις μόνη σου την αληθινή φύση της κατάστασης.<br />
Κατέβηκες λοιπόν στην αποβάθρα και όταν είδες το τρένο να πλησιάζει η καρδιά σου σκίρτησε. Είχες να το δείς αρκετό καιρό και τώρα μέσα από τούτη την επαφή κατάλαβες πόσο σου έλειψε. Άφησες τη ματιά σου να το χορτάσει και όταν έκλεισαν οι πόρτες και ακούστηκε ο ήχος που η κίνηση παρήγαγε, προς στιγμήν σου κόπηκε η ανάσα. Η αμφιβολία του όλου εγχειρήματος υπήρξε εξ αρχής συνοδηπόρος σου. Έμεινες μετέωρη και τη στιγμή που ένιωσες να πισωπατάς και να θέλεις να λιποτακτήσεις, επανέφερες στο νου σου το λογο που σε ώθησε να φτάσεις ως εκεί. Έτσι πήρες μια βαθιά ανάσα και σταύρωσες τα χέρια μπροστά στο στήθος σου. Όχι από ασφάλεια, ένιωθες ανυπομονησία. Συγκρατημένη όμως και σε μεγάλο βαθμό μπολιασμένη με την αμφιβολία και έτσι ακόμα δυσκολότερη να την διαχειριστείς.<br />
Έναν αιώνα αργότερα, διότι τόσο σου φάνηκε το διάστημα της αναμονής, ο ήχος από τα δεξιά σου έδωσε το στίγμα μιας κίνησης που κατευθυνόταν προς τα εσένα. Το τρένο σταματησε, οι επιβάτες αντάλλαξαν πορείες και όταν έφυγε, εσύ παρέμεινες καθηλωμένη να το κοιτάζεις εως ότου χάθηκε από το οπτικό σου πεδίο. Έκανες τρία βήματα προς τα πίσω και όταν ένιωσες τον τοίχο να σε σταματά, το είδες ως θείο δώρο.<br />
Οι σκέψεις σου έτρεχαν και το κορμί σου ήταν αρκετά επιρρεπές σε αυτή την κίνηση. Έτσι ο τοίχος λειτούργησε ως ένα οχύρωμα.<br />
Τελικά λοιπόν είχαν δίκιο. Υπήρχαν παραπάνω τρένα. Φεύγει το ένα και λίγο αργότερα έρχεται το επόμενο.<br />
Ένιωσες προδωμένη. Το ένστικτο σου σε είχε προδώσει εκείνη την ημέρα που σε ώθησε να βγείς τρέχοντας στο δρόμο και να ανταλλάξεις την επιλογή της ελευθερίας σου με μια δεσμευτική καθημερινή σκλαβιά που ένω σου εξασφάλιζε την ασφάλεια που ζητούσες, εντούτις σου αποστέρησε το δικαίωμα της επιλογής.<br />
Δεν μπορούσες να κάνεις κάτι. Η απόφαση είχε πλέον παρθεί και οι συνέπειες ήταν παρούσες και απαιτούσαν πληρωμή. Μεγάλες αποφάσεις και σίγουρα ανάλογες συνέπειες οι οποίες ανεξαρτήτος προσήμου υπήρξαν άμεσα απαιτητές,<br />
Η λογική σου σε είχε οδηγήσει να δεχτείς την αποπληρωμή κυρίως λόγω φόβου που είχε καταφέρει να τρυπώσει μέσα από όλη αυτή την αποσταθεροποίηση και έτσι τελικά μόνη σου έπεσες σε μια παγίδα, τόσο απλοική και εύκολα προσβάσιμη που ακόμα και ένα παιδί θα μποούσε να την αποφύγει.<br />
Όμως από το μπορώ μέχρι το κάνω υπάρχει ένα τεράστιο χάσμα που έρχεται η πράξη να γεφυρώσει. Μόνο αυτή έχει την δυνατότητα να το κάνει και δυστυχώς δεν υποκύπτει σε πιέσεις και εκβιασμούς.<br />
Έρχεται μόνο μέσα από την λογική ή ίσως απλά την εκλογίκευση των καταστάσεων και αυτό χρειάζεται και απαιτεί ένα συστατικό που εν δυνάμει είχες. Δεν μπορούσες όμως να το εξωτερικεύσεις και έτσι να το αξιοποιήσεις.<br />
Υπομονή χρειαζόσουν και εδώ και μερικά λεπτά από τη στιγμή που το τρένο έφυγε και χάθηκε στο τούνελ στα αριστερά σου, το κατάλαβες απόλυτα και έτσι για πρώτη φορά μετά από πολύ καιρό χαμογέλασες.<br />
Έκατσες αρκετή ώρα με την πλάτη στον τοίχο να παρατηρείς τα τρένα που έρχονταν και έφευγαν μέσα σε μια δική τους μελωδική και χρονικα απολύτα κανονισμένη εναλλαγή. Τρία βήματα μπροστά και αφού μπήκες στο τελευταίο βαγόνι και οι πόρτες έκλεισαν πίσω σου, η ματιά σου έμεινε να παρατηρεί το σημείο του τοίχου που αρχικά σε συγκράτησε. Το κοίταζες μέχρι να χαθεί από τα μάτια σου όπως ο φαντάρος την αγαπημενη του και όταν το μαύρο κάλυψε τα παράθυρα, η εικόνα σου που χωρίς προειδοποίση αντανακλάστηκε στο τζάμι σε ώθησε να νιώσεις όμορφα.<br />
Επιτέλους είχες καταλάβει. Σου πήρε αρκετο καιρό αλλά τελικά το συνειδητοποίησες. Η παγίδα μπορεί να ήταν παιδική αλλά σίγουρα δεν ήταν αμελητέα.<br />
Το χθες ανήκει στο χθες και οι επιλογές μας μας χαρακτηρίζουν μέσα σε αυτά και μόνο τα χρονικά όρια.<br />
Κάθε στιγμή γεννιέμαι, λέει ο ποιητής, αρκεί να μπορώ κάθε στιγμή να είμαι διατεθειμένος να πεθάνω...</div>
Σείριοςhttp://www.blogger.com/profile/04059094487856082906noreply@blogger.com0tag:blogger.com,1999:blog-3740487471645675900.post-71329281686806731982015-01-30T15:00:00.002-08:002015-09-09T06:15:10.487-07:00Μια ακόμα γραμμή στο τοίχο<div dir="ltr" style="text-align: left;" trbidi="on">
<div class="separator" style="clear: both; text-align: center;">
<a href="http://3.bp.blogspot.com/-f76tc8D7EgY/VMwNBEAIbCI/AAAAAAAAAPA/ObhuDo2S-Pk/s1600/117.JPG" imageanchor="1" style="margin-left: 1em; margin-right: 1em;"><img border="0" height="240" src="http://3.bp.blogspot.com/-f76tc8D7EgY/VMwNBEAIbCI/AAAAAAAAAPA/ObhuDo2S-Pk/s1600/117.JPG" width="320" /></a></div>
<div class="separator" style="clear: both; text-align: center;">
<br /></div>
<b><i>Πλημμύρισες με χρώματα και ξέχασες το άσπρο, αυτό που όλες τις θλίψεις σου σε έκανε να ξεχνάς. Τώρα πια βαρυσήμαντα δηλώνεις και πλανιέσαι, σε τούτο το χορόδραμα που έπαψες να κοιτάς.</i></b><br />
Είναι η σιγουριά του συναισθήματος που σε γεμίζει η σωστή επιλογή. Εκείνη, που από τα αρχαία χρόνια οι πολλοί, ονόμασαν ηθική. Αυτή που κρατά τούτο το μπουρδέλο ενωμένο και ζωντανό.<br />
Έρχεται σχεδόν από την αρχή του χρόνου να προσδιορίσει τι είναι σωστό και τι όχι. Αυτό που υπάρχει όμως σαν κοινό μυστικό για ετούτη την κατάσταση είναι ότι ο χρόνος δεν υπήρξε ποτέ ενιαίος και η αρχή του στη δική σου αντίληψη είναι απλά η αρχή της δικής σου ύπαρξης μέσα από την αποδοχή κάθε κίνησης και ιδέας που οι πολλοί βάφτισαν ηθική.<br />
<i>Η λογική της πλειοψηφίας ορίζει και το δίκαιο,</i> σου είπε κάποιος, κάπου, κάποτε και εσύ χαμογέλασες μην μπορώντας να κρύψεις την αμηχανία σου.<br />
Δεν ήξερες για τι ακριβώς μιλούσε. Όμως το πρόβλημα, αν κάποιος θεωρήσει ότι σε τούτη την εικόνα υπήρξε κάποιο πρόβλημα, υπήρχε σε ένα άλλο σημείο του συναισθήματος σου. Εκείνο που ήθελε να φωνάξει "Δεν με νοιάζει!!". Και γιατί να σε νοιάζει άλλωστε;<br />
Η ανάλυση της θεωρίας ποτέ δεν υπήρξε στην λίστα των πλεονεκτημάτων σου. Τα πάντα γίνονται γιατί απλά γίνονται και αυτό πιθανότατα έστεκε μέσα σου σαν το μοναδικό δεδομένο που ένιωθες ότι χρειάζεται να έχεις. Μονάδα μέσα στο σύνολο με όνομα και όνειρα. Πραγματικά δεν σκεφτόσουν ότι υπάρχει κάτι πέρα από αυτά.<br />
Πλημμύρισες λοιπόν με χρώματα, αφήνοντας τα χρόνια να σε προσπερνάνε και να σου αφήνουν μόνο μια απορία σχετικά με τη δικαιολόγηση της οποιαδήποτε συναισθηματικής δέσμευσης μαζί τους. Δεν μπορούσες να καταλάβεις την ύπαρξη τους ή καλύτερα δεν μπορούσες να βιώσεις τη δική σου μέσα τους. Έτσι σαν ένας θεατής, παρακολουθούσες μια ζωή να εξελίσσεται και πραγματικά το παράπονο ποτέ δεν σου χτύπησε την πόρτα, αφού αυτό θα σήμαινε ότι κάπως, με κάποιο τρόπο είχες την δυνατότητα να αισθανθείς.<br />
Άφησες δυστυχώς ανυστερόβουλα όλα αυτά τα χρώματα να σε σημαδέψουν και να σε κατατάξουν, χωρίς καν να πολεμήσουν μαζί σου έστω και στο ελάχιστο, για να αποκτήσουν τούτο το δικαίωμα.<br />
Έτσι παρέδωσες αμαχητί το δικό σου λευκό σε έναν εχθρό για τον οποίο δυστυχώς δεν είχες την ελάχιστη εμπειρία που θα σε βοηθούσε να κατανοήσεις τις προθέσεις του. Σου παρουσιάστηκε σαν φίλος και εσύ μέσα από την αποδοχή του, μπόρεσες μόνο να δεις δικαιώματα και προοπτικές.<br />
Δεν διέφερες σε τίποτα από τα υπόλοιπα παιδιά που ανίκανα να νιώσουν οποιοδήποτε συναίσθημα έχει την δύναμη να εγείρει υποχρέωση, απλά απαιτούν και θέλουν.<br />
Τούτο το άσπρο λοιπόν ποτέ δεν μπόρεσε να αντανακλάσει μέσα σου όλα τα μυστικά του, με σημαντικότερο ίσως το δεδομένο της πιθανότητας που δημιουργείται μέσα από το τίποτα. Δεν κατάφερες να το εντοπίσεις διότι πολύ απλά τούτη η κατάσταση για να αποκαλυφθεί, απαιτούσε από εσένα να πράξεις. Κάτι για το οποίο δεν μπορούσες να βρεις τον παραμικρό λόγο.<br />
Είχες όνομα, ταυτότητα και χρήματα στην τσέπη και έτσι παρέμεινες ο οποιοσδήποτε μέσα σε μια γενίκευση του τώρα.<br />
Ένα ακόμα άδειο βλέμμα, κρυμμένο πίσω από κοσμήματα και προκαταλήψεις, δυστυχώς αρκετά ικανές να σε ωθήσουν στην παραδοχή ότι η πραγματικότητα ποτέ δεν ήταν κάτι παραπέρα από αυτή την ανήθικα φασιστική και απόλυτη δέσμευση που η ορθότητα της ηθικής θέλει να διατυμπανίζει ότι κουβαλά ορθώς και διαιωνίζει μέσω των "σωστών" και "ικανών". Μια ηθική που όμως λανθασμένα θεωρούσες ότι υπάρχει χωρίς περισπασμούς τριγύρω σου, οικουμενική και πανανθρώπινη.<br />
<b>Το λερωμένο κέρμα, αντίτιμο στην επαιτεία, έπρεπε να ορίζεται ως δικαίωμα στον αλτρουισμό της ανωτερότητας</b>. Διαπίστωση μακριά πολύ από την εγωιστική κάλυψη της εκάστοτε μικροψυχίας που με κάθε ευκαιρία πάντα θα θεωρεί υποχρεωτικό να διαιωνίζει μέσα από λερωμένα κέρματα τόσο τη διαφορά στην αξιοπρέπεια όσο και στο κυνήγι της ματαιοδοξίας που ανέκαθεν οι πελάτες έκαστου μπουρδέλου έμαθαν να ονομάζουν όνειρο.<br />
Για όσο αυτό παραμένει όμως μη εφαρμόσιμο και για όσο δεν απαιτεί από τον εκάστοτε φέρελπι ονειροπόλο να πράξει. Μακριά από οποιαδήποτε κατάσταση έχει το δικαίωμα και τον τρόπο να δημιουργήσει ερωτηματικά και να πιέσει για απαντήσεις.<br />
Αυτό είναι το μεγάλο μυστικό πίσω από τα όνειρα, εκείνα που οι πολλοί ονομάζουν όνειρα ζωής. Είναι τόσο μεγάλα και απαιτητικά που η ίδια τους η φύση τα μεταβάλλει σε μη εφαρμόσιμα όταν κάποιος θα προσπαθήσει να αξιώσει κάποια, οποιαδήποτε, πρακτική εξέλιξη τους.<br />
Χρώματα λοιπόν παντού. Άλλα για να ομορφαίνουν και άλλα για να δημιουργούν ενεργό περισπασμό στη νόηση και έτσι να ταίζουν το μυαλό της επανάστασης με εκείνες τις γνώριμες κλασσικές τροφές του πρέπει ανεξάρτητα από την εμπειρία που η ίδια η ζωή σε βοηθά να αποκτήσεις όλες εκείνες τις φορές που τυχαία διασταυρώνεις το βλέμμα σου με κάποιον που ρυθμικά μουρμουρίζει ένα σκοπό ή γελάει δυνατά, ίσως πιο δυνατά από το σωστό και το πρέπων.<br />
Μέσα λοιπόν από αυτή την οπτική ποτέ δεν θεώρησες αναγκαίο να αναρωτηθείς τι συμβολίζουν τούτα τα χρώματα ή γιατί το διαφορετικό οφείλουμε να το αποδοκιμάζουμε. Έπρεπε να φτάσεις στο τέλος του βιβλίου για να κατανοήσεις και αυτό δυστυχώς δεν κάνει το βιβλίο καλογραμμένο ή ενδιαφέρον παρά εσένα βλάκα.<br />
Ήταν λοιπόν λίγο πριν το κλείσεις και επιτέλους αντικρίσεις το οπισθόφυλλο, που για τόσο καιρό κρατούσες στο χέρι σου και αναρωτιόσουν πως να είναι. Είχες κάνει τόσες εικασίες μέσα στο μυαλό σου, χωρίς βεβαίως την παραμικρή δικαιολογία. Έπρεπε να είναι έτσι διότι έτσι είναι το σωστό ή διότι αυτό περιμένουν οι άλλοι να είναι. Όλοι αυτοί μέσω των οποίων μεγάλωσες και έμαθες να ορίζεις το είναι σου μέσα από τα μάτια τους.<br />
Λίγο πριν κλείσεις τούτο το βιβλίο λοιπόν για πρώτη φορά στη ζωή σου συνειδητοποίησες ότι αυτή η κατάσταση που όρισε όλη σου την ύπαρξη ήταν στηριγμένη πάνω στο πουθενά. Ένα πουθενά που η δική σου πεποίθηση είχε ελκύσει και υιοθετήσει σχεδόν από την αρχή.<br />
Αυτός ήταν και ο βασικός λόγος για τον οποίο τούτο το χορόδραμα έπαψε σε κάποιο σημείο μέσα στο χρόνο να σε ελκύει και έτσι ακολουθώντας την λογική σου, έπαψες να το κοιτάς.<br />
Ένιωθες ελεύθερος μέσα από τα αποκτήματα σου, τα οποία ειρωνικά σε τραβούσαν μέσα από το βάρος τους προς μια αντίληψη γεμάτη με πολλά και μεγάλα προβλήματα οι λύσεις των οποίων ήταν δύσκολο να βρεθούν. Είχες πετύχει στο κομμάτι που τούτο το μπουρδέλο συνδέει με την εξέλιξη, όμως δεν ένιωθες την ευτυχία που σου υποσχέθηκαν σαν αντίτιμο για αυτή την παραχώρηση που έμαθες μεγαλώνοντας ότι οφείλεις να κάνεις και στο αποτέλεσμα μπερδεύτηκες.<br />
Και τώρα πια καημένε, με ποιά ελπίδα θα μπορέσεις να αντισταθείς και μέσα από ποιό μέλλον θα βρεις το χρόνο που απαιτούν οι διεκδικήσεις;<br />
Ίσως πλέον κατάλαβες οι Ιθάκες τι σημαίνουν όπως άλλωστε στο διηνεκές ελπίζει και ο ποιητής, όμως σε ποιά πλέον πραγματικότητα θα μπορέσεις να προβάλεις μια άγνοια που μεγάλωσε και μετατράπηκε σε αδιαφορία και έτσι αιχμαλώτισε το είναι σου μέσα σε θεωρίες και χρώματα που το μόνο που χρειαζόταν για να αποκαλυφθούν και να παύσουν ήταν απλά ένα δάκρυ.<br />
Όμως δυστυχώς εσύ αρχικά δεν βρήκες το λόγο και ίσως αργότερα όταν τον υποπτεύθηκες δεν είχες τον χρόνο.<br />
Έτσι λοιπόν στέκεις εδώ, τραβώντας μια ακόμα γραμμή στον τοίχο, ίσως την τελευταία σου και προσπαθείς από την αρχή να βρεις το κουράγιο να σε πείσεις ότι όλα είναι ψέματα. Αποκυήματα της φαντασίας σου που σε κρατούν μακριά από την πραγματικότητα. Θα σε βοηθήσει ξανά νομίζω, η θολή ματιά που άκοπα θα διασταυρώσεις με την δική σου σε αυτό το μονόπρακτο της δικής σου καθημερινότητας. Μια καθημερινότητα οριζόμενη ως μια συλλογή αποτυχιών που ενωμένες κάνουν την ελπίδα να φαντάζει τόσο απόμακρα άκοσμη και γιατί όχι και λίγο απρεπής...<br />
Καινές λοιπόν προσδοκίες για μια χρονιά που ξεκίνησε και νέα "πρέπει" έτοιμα προς κατανάλωση. Όμως πως άραγε αναρωτιέμαι, μπορείς πλέον να παραλείψεις την ύπαρξη της γνώσης που η τύχη και ο καιρός σε ώθησαν να κουβαλήσεις έστω και αργά, σε ένα σήμερα που σε φέρνει όλο και πιο κοντά στο τέλος των ημερών σου.<br />
Καινές λοιπόν στιγμές και κενές ξανά χαρές να περιμένουν στη γωνία όχι μόνο εσένα, αλλά δυστυχώς όποιον θα προτιμήσει τον δρόμο της κακίας, νομίζοντας ότι η αρετή στον αντίποδα θα ζητήσει ανταλλάγματα που ο ίδιος αδυνατεί να δώσει.<br />
<br /></div>
Σείριοςhttp://www.blogger.com/profile/04059094487856082906noreply@blogger.com0tag:blogger.com,1999:blog-3740487471645675900.post-19559805866756479042014-12-31T11:44:00.003-08:002015-09-13T08:20:31.615-07:00Χωρίς αρχή.<div dir="ltr" style="text-align: left;" trbidi="on">
<div class="separator" style="clear: both; text-align: center;">
<a href="http://3.bp.blogspot.com/-lIi6k7wItSo/VKRSCNWPWkI/AAAAAAAAAOs/WQ6LxbqEpPo/s1600/IMG_3036.JPG" imageanchor="1" style="margin-left: 1em; margin-right: 1em;"><img border="0" height="320" src="http://3.bp.blogspot.com/-lIi6k7wItSo/VKRSCNWPWkI/AAAAAAAAAOs/WQ6LxbqEpPo/s1600/IMG_3036.JPG" width="240" /></a></div>
<div class="separator" style="clear: both; text-align: center;">
<br /></div>
<div class="separator" style="clear: both; text-align: center;">
<br /></div>
Έμεινες με τα χέρια κρεμασμένα από τη μεταλλική κουπαστή, σχεδόν ακίνητη για αρκετή ώρα. Τόση ώστε από μακριά να μοιάζεις με άγαλμα. Ένα ακίνητο κέλυφος που με κατανόηση της κατάστασης παρέμενε αμετακίνητο προσπαθώντας να προστατέψει όλες εκείνες τις εύθραυστες εικόνες και όλα εκείνα τα συναισθήματα που είχες μάθει να κρύβεις τόσο καλά μέσα του.<br />
Η θάλασσα για ακόμα μια ημέρα ακολουθώντας τη δική της πορεία είχε υποχωρήσει τόσο όσο χρειαζόταν ώστε να σχηματιστεί μια υποψία αμμουδιάς, γεμάτη όμως με λάσπη, βρωμιές και παλιοσίδερα. Μια εικόνα που σε ώθησε να κάνεις έναν παραλληλισμό με όλα αυτά που έκρυβες κάτω από τη δική σου επιφάνεια.<br />
Η κίνηση αέναη και έτσι αναπόφευκτη, να μαρτυρά μια συνεκτικότητα μεταξύ τόσο αντιφατικών δυνάμεων τις οποίες το μυαλό σου δεν μπορούσε να αναλύσει απόλυτα.<br />
Άφησες τη ματιά σου να φύγει και πετώντας πάνω από τον Τάμεση να φτάσει ως την αντίπερα όχθη, νιώθοντας το δικό του μούδιασμα για αυτά τα νέα κλιματολογικά δεδομένα. Έιχε μια εικόνα για αυτή την ζέστη από τα διάφορα πουλιά που κατά καιρούς τύχαινε να περνούν από εδώ και μοιράζονταν μαζί του τις διάφορες εμπειρίες τους αλλά σε καμία περίπτωση δεν ήταν έτοιμος να ζήσει κάτι τέτοιο και έτσι αυτή η κατάσταση τον ζόριζε.<br />
Ακριβώς όπως ζόριζε και εσένα ο έρωτας. Είχε περάσει, όπως πάντοτε, ακολουθώντας τη φυσική εξέλιξη κάθε παροδικού συναισθήματος και ένιωθες ότι σε είχε αφήσει φτωχότερη. Σου είχε ξεκλειδώσει μια πόρτα που ποτέ πριν δεν είχες προσέξει ότι υπήρχε και τώρα τούτη η γνώση σε έκανε να ασφυκτιάς μέσα σε τούτο το βιολογικό κουφάρι που η τύχη και ο καιρός όρισαν αναγκαία συνθήκη για την ύπαρξη σου.<br />
Πόσες φορές στο άμεσο παρελθόν, θολωμένη από μια ακατανίκητη τρέλα, δεν βάλθηκες να ακυρώσεις τα πρέπει μπήγοντας τα νύχια σου όσο πιο βαθιά μπορούσες στην ήδη ταλαιπωρημένη σάρκα σου. Το ένιωθες σαν τιμωρία και ταυτόχρονα σαν λύτρωση από την σαρκική τούτη δέσμευση που σαν ασθένεια σε είχε νικήσει σχεδόν ολοκληρωτικά.<br />
Όμως πλέον γνώριζες ότι όσο και αν ενοχλούσες τη σάρκα, το πρόβλημα ήταν κάπου αλλού. Σε εκείνο το μέρος που άλλοι ονομάζουν ψυχή, άλλοι θεό και άλλοι υπερεκτιμημένη κενότητα.<br />
Ακουμπισμένη σε εκείνη τη μεταλλική κουπαστή ένιωσες το κρύο να περνά από τα μπράτσα σου στο αίμα σου και από εκεί κατευθείαν σε τούτο τον παράξενο τόπο. Η φωνή του, εξίσου κρύα, αντηχούσε στο μυαλό σου παίζοντας ξανά και ξανά τον ίδιο ανατριχιαστικά ανά τους αιώνες μονότονο σκοπό που το ψέμα δημιουργεί όταν οι άνθρωποι προσπαθούν μέσα από αυτό να βρουν διέξοδο.<br />
Είχες χαθεί και έπρεπε να το παραδεχτείς. Βρισκόσουν χωρίς καν να το έχεις επιλέξει ανάμεσα σε δύο κόσμους και τους κοιτούσες με την ίδια παιδική περιέργεια.<br />
Από τη μια υπήρχε ο κόσμος στον οποίο εναπόθετες όλες αυτές οι εικόνες και τα συναισθήματα του χθες που είχες μάθει να χρησιμοποιείς ως απόδειξη της πραγματικότητας της ύπαρξης σου. Ο κόσμος του υπάρχειν, θα μπορούσε κάποιος να τον χαρακτηρίσει. Ο κόσμος στον οποίο ο εαυτός σου βρισκόταν υπό μια αρχή. Την αρχή του να μπορεί να αναγνωρίζεται μέσα από αυτήν. Έτσι τούτος ο κόσμος για λάθος λόγους σου δημιουργούσε τη σωστή οπτική του υπάρχειν και έδινε νόημα στο 'είμαι'. Αυτός ο κόσμος στο μυαλό σου ήταν και ο απλούστερος. Κατείχες όλα τα δεδομένα και έτσι η ανάλυση του ήταν από εύκολη έως βαρετή.<br />
Ο άλλος κόσμος στον αντίποδα, ήταν η πηγή του προβλήματος και απόλυτα ειρωνικά η λύση του.<br />
Κοιτούσες προς τη μεριά του, όμως οι εικόνες παρέμεναν θαμπές και αρκετά ρευστές. Για στιγμές μόνο σταθεροποιούνταν και ακόμα και τότε, με την αντίληψη τούτης της σταθερότητας, το μυαλό σου αντιδρούσε και τις ωθούσε να ξαναγίνουν όσο ρευστές χρειαζόταν ώστε να ταιριάζουν στην γενική περιγραφή που οι πιθανότητες μπορούσαν να δημιουργούν.<br />
Μέχρι ο έρωτας να σου χτυπήσει την πόρτα εκείνο το απόγευμα του Μάρτη, τούτος ο κόσμος δεν υπήρχε. Μάλλον, όπως κατανόησες στην πορεία, υπήρχε αλλά εσύ ήσουν ανέτοιμη να τον δεις. Κυρίως από φόβο και εγωισμό ότι η πραγματικότητα μέσω της οποίας είχες δημιουργήσει ένα 'ικανοποιητικό' είμαι, ήταν η καλύτερη δυνατή.<br />
Αυτός ο κόσμος του υπάρχειν λοιπόν ήταν που είχε το πρόβλημα. Μια μικρή αμφιβολία και μια μικρή ρωγμή η οποία εξελίχθηκε γεωμετρικά δυστυχώς και σε έφερε αντιμέτωπη με μια νέα πραγματικότητα γεμάτη καινούργιες εικόνες και πιθανότητες η οποία σε ώθησε να νιώσεις φόβο αρχικά για αυτή την τροποποίηση που θα υφίσταντο τούτο το διανοητικό δημιούργημα του είμαι.<br />
Ο έρωτας σαν συναίσθημα συνήθως χαρακτηρίζεται όμορφο. Όμως κυρίως από εκείνους που ή δεν το βίωσαν ποτέ ή το κοίταξαν με δειλία μέσα από καθρέφτες και διαθλάσεις. <i>Ο έρωτας κυρία μου</i>, φώναξε κάποτε ένας από αυτούς τους περιπλανώμενους τρελούς που έτυχε να στέκεται δίπλα σου σε ένα πάρκο στο κέντρο της πόλης, <i>ο έρωτας είναι η αρχική, αμόλυντη και πηγαία μορφή της αναρχίας.</i><br />
θυμήθηκες ότι γέλασες ακούγοντας κάτι τόσο αλλόκοτο και συνέχισες την πορεία σου. Όμως το μυαλό σου είχε ξεκινήσει να το επεξεργάζεται. Πως μπορεί να συνδέεται ο έρωτας αναρωτήθηκες με τον πόλεμο, τις βιαιοπραγίες και τους βανδαλισμούς; Το ίδιο βράδυ καθισμένη μπροστά στην οθόνη της δικής σου πληκτικής κοινωνικοποίησης, παρακολουθώντας ένα ακόμα αναλυτικό ρεπορτάζ σχετικά με τους αναρχικούς και την τόσο παραβατική συμπεριφορά τους το ξανασκέφτηκες. Είναι αδύνατο, φώναξες χωρίς καμία προειδοποίηση και ως φυσικό επόμενο η γάτα που για ώρα ξεκουραζόταν στην αγκαλιά σου, παραπονέθηκε αλλάζοντας στάση.<br />
Ο έρωτας είναι αναρχία, μουρμούρισες νιώθοντας την δυσφορία της. Αυτή η φράση λοιπόν επανήλθε και εκφράστηκε εκ νέου, εκεί σε εκείνη την κουπαστή με εσένα να κοιτάς το ποτάμι μπροστά σου, που προσπαθώντας να κρύψει τα μυστικά και τις αδυναμίες του είχε ξεκινήσει και πάλι να φουσκώνει.<br />
Ο έρωτας είναι άναρχος λοιπόν, σκέφτηκες και ένα χαμόγελο εμφανίστηκε και σε ώθησε να νιώσεις λίγο πιο όμορφα. Ο κόσμος του υπάρχειν από τη μια πλευρά και ο κόσμος του άρχειν που η εμπειρία σου δημιουργεί μέσα από αυτό το τόσο μοναδικά απόλυτο συναίσθημα που ο έρωτας είναι εξουσιοδοτημένος να προσφέρει στους τυχερούς εκείνους που τον συναντούν.<br />
Κοίταξες πίσω στο παρελθόν και ετούτη η διαφορά μέσα από αυτήν την νέα οπτική ήταν εύκολα αναγνωρίσιμη. Πρέπει, μη και δεν είναι σωστό. Πολλές αντιρρήσεις που σε όριζαν χωρίς την παραμικρή ουσιαστική δικαιολόγηση όταν η κουβέντα έφτανε στο γιατί. Αυτός όμως είναι ο κόσμος του υπάρχειν. Ένας κόσμος γεμάτος δεσμεύσεις, απαγορεύσεις και υπαγορεύσεις σχετικά με το σωστό και το πρέπον. Ένας κόσμος ο οποίος δεν μπορεί να παραδεχτεί ότι παίρνει την άξια και τη δύναμη του, σε όποιο βαθμό, μέσω της δικής σου αναντίρρητης και άνευ όρων υποταγής, διότι τούτο θα ήταν παράλογο. Όσο παράλογο σου είχε αρχικά ακουστεί ότι ο έρωτας όχι μόνο συνδέεται με την αναρχία αλλά είναι και η αρχική, αμόλυντη και πηγαία μορφή της.<br />
Αναρχία από το α στερητικό και την αρχή που ορίζεται ως η εξουσία. Η απουσία της εξουσίας λοιπόν. Η απουσία κάθε μορφής ρυθμιστικού κανόνα που ούτως ή άλλως κάθε σημαδεμένη από τον έρωτα μορφή δεν έχει πλέον ανάγκη αφού το ταξίδι της απώλειας του εγώ μέσα από αυτό το απόλυτο δόσιμο που τούτος ο κατεργάρης φτερωτός θεός απαιτεί ωθεί κάθε ερωτευμένο να αλλάξει τα δεδομένα του. Μια απαίτηση που σε έφερε αντιμέτωπη με την κατανόηση του ότι πλέον δεν χρειαζόσουν σύνορα, όρια και πρέπει. Όχι για κάποιο άλλο λόγο αλλά επειδή κατάλαβες απόλυτα τούτο το απαίσιο και συνάμα μοναδικά λυτρωτικό μυστικό της κρυμμένης σου θνητότητας, η άγνοια του οποίου σε ωθούσε για καιρό να παραπαίεις ανάμεσα σε ξένες οπτασίες και κακομαθημένα πρέπει που κάποιος απλά σου επέβαλε χωρίς ποτέ να σου αποδείξει την αξία τους και ω! καημένη μου, εσύ τις δέχτηκες χωρίς ποτέ να τις αμφισβητήσεις.<br />
ξεκίνησες να περπατάς και το χαμόγελο που ώρα πριν είχε εμφανιστεί δειλά στα χείλια σου, είχε πλέον μετατραπεί σε ένα τρανταχτό γέλιο που σε όποιον ήξερε να το ακούσει φώναζε με τον πιο ηχηρό τρόπο το παράπονο σου για όλες εκείνες τις στιγμές του παρελθόντος που δυστυχώς θα μείνουνε στη μνήμη σου, κουβαλώντας το αρνητικό πρόσημο που το σκυμμένο κεφάλι και το μάλιστα δημιουργούν κάτω από τη δική σου άγνοια ότι αυτό το συνονθύλευμα διαταραγμένων ψιθύρων είναι αυτό που οι ποιητές εξυμνούν από την αρχή του χρόνου ως ζωή.<br />
Πέρασες πλέον στην αντίπερα όχθη και το υπάρχειν χάθηκε όπως χάνεται οτιδήποτε έρχεται αντιμέτωπο με την αλήθεια. Τουλάχιστον για όσο θα διαρκέσει τούτη η επανάσταση και για όσο αυτό το άρχειν στον εαυτό θα φαντάζει τόσο ελκυστικό ώστε να το ακολουθείς ως εξέλιξη.<br />
Όμως εκεί θα παραμένει πάντα κρυφό το πρόβλημα της ανθρώπινης φύσης σου. Η αναρχία απαιτεί για να υπάρξει, πλήρη σεβασμό των δεδομένων τα οποία θα συνεχίσουν να εξελίσσονται παράλληλα με τη δική σου μοναδικότητα και όπως ο καλός αναβάτης που γνωρίζει το σωστό τρόπο να κρατά τα χαλινάρια οδηγώντας το άλογο του ακριβώς εκεί που ο ίδιος θέλει, έτσι και ο κάθε ένας που λαχταρά να ζήσει μέσα σε τούτη την όμορφη ουτοπία της αναρχίας οφείλει να αποκτήσει όλη τη γνώση που απαιτείται για τούτο. Τούτο ακριβώς είναι που οι κατά τους αιώνες διάφοροι σοφοί διαλάλησαν ότι είναι ακατόρθωτο. Αυτό είναι το παραμύθι με το οποίο ο έρωτας ξεγελά τα θύματα του, γεμίζοντας το μυαλό τους με νέες ελπίδες και ένα τεράστιο μπορώ. Ταυτόχρονα το θέλγητρο και η παγίδα το.<br />
Όμως όπως τώρα πια οφείλεις να γνωρίζεις, έρχεται πάντα εκείνη η στιγμή που αυτό το μπορώ απαιτεί να μεταφραστεί και να τοποθετηθεί σε κάποιο καινούργιο σημείο μέσα μας. Αφού όμως συνειδητοποιήσουμε την πλάνη και καταφέρουμε να διαβάσουμε την κρυμμένη ερώτηση, ίδια και απαράλλακτη ανά τους αιώνες.<br />
Το ποτάμι έμεινε πίσω σου και εσύ συνέχισες να περπατάς επιστρέφοντας σε μια ρουτίνα που ακόμα σε ενεργοποιούσε. Ένα δεν θέλω από τη μια, με τη βεβαιότητα σιγά σιγά να εξασθενεί, και ένα μεγάλο μπορώ με το ερωτηματικό δίπλα του να το κάνει να φαντάζει η πλέον δύσκολη των ερωτήσεων που κλήθηκες ποτέ σου να απαντήσεις.<br />
Στην πορεία θα ανακαλύψεις ότι όχι μόνο μπορείς αλλά και ότι είσαι απόλυτα τυχερή που ήσουν εκεί ώστε να δεις αυτήν την πόρτα να ανοίγει και ακόμα πιο τυχερή που βίωσες τούτο τον απόλυτο χαμό.<br />
Αν ο έρωτας είναι η αρχική, αμόλυντη και πηγαία μορφή της αναρχίας τώρα πλέον γνωρίζεις ότι η απώλεια του είναι εκείνη η αρχική ώθηση που πάντα η εξέλιξη θα δημιουργεί ώστε να καταφέρνει να διαιωνίζει την ύπαρξη της. Εκείνη η ώθηση που πάντα θα έχει τη δύναμη να σε φέρνει πιο κοντά σε σένα.</div>
Σείριοςhttp://www.blogger.com/profile/04059094487856082906noreply@blogger.com4tag:blogger.com,1999:blog-3740487471645675900.post-42583494581569603882014-11-28T18:09:00.002-08:002014-12-31T11:47:30.203-08:00Ανθρωπο ψάχνω...<div dir="ltr" style="text-align: left;" trbidi="on">
<div class="separator" style="clear: both; text-align: center;">
<a href="http://2.bp.blogspot.com/-mitdIdlonDc/VHkqqRc6ZCI/AAAAAAAAAOY/0EpsMbaKMOw/s1600/IMG_0375.JPG" imageanchor="1" style="margin-left: 1em; margin-right: 1em;"><img border="0" src="http://2.bp.blogspot.com/-mitdIdlonDc/VHkqqRc6ZCI/AAAAAAAAAOY/0EpsMbaKMOw/s1600/IMG_0375.JPG" height="239" width="320" /></a></div>
<div class="separator" style="clear: both; text-align: center;">
<br /></div>
Απειλητικές σιωπές που παραμονεύουν πάντα μετά την καταστροφή, είναι οι σιωπές που όλοι φοβούνται να βιώσουν μήπως και τους καλύψουν τόσο ώστε μετά κάθε σκέψη διαφυγής να μοιάζει με ειρωνικό σχόλιο ειπωμένο από τα χείλια εχθρού.<br />
Έτσι τις περισσότερες φορές τούτες οι σιωπές είναι η αιτία του ουρλιαχτού που η ψυχή εξωτερικεύει σαν αντίποδα, άλλοτε μέσα από μια μελωδία ή κάποιες σκόρπιες λέξεις σε ένα χαρτί και άλλοτε μέσα από μουτζούρες δίχως κανένα νόημα που μόνο σκοπό έχουν να αδειάσουν την ψυχή από όλα τα σκουπίδια και να επισκευάσουν τις τυχόν μικροζημιές που η καταστροφή σχεδον πάντα αφήνει πίσω της.<br />
<i><b>Αλίμονο, σε αυτούς που δεν αγάπησαν</b></i>, λέει ο πρώτος. Γιατί με πρόδωσες ή μου λείπεις, κλαίει και ουρλιάζει ο δεύτερος. Ειρωνικά ο πρώτος εξυμνήται και θαυμάζεται και τραγουδιέται, ενώ ο δεύτερος παραγκωνίζεται, απομονώνεται και βρίσκει τον εαυτό του αντιμέτωπο με την απειλή του εξοστρακισμού, αν αυτό το ουρλιαχτό δεν πάψει και τούτη η απόγνωση που το συνοδεύει δεν καταλαγιάσει. Κοινωνικά και εξωτερικά τουλάχιστον. Αυτό δηλαδή που αποτελεί το σωστό και ωφέλιμο για τους άλλους.<br />
Ακριβώς σε αυτό το σημείο της ανάλυσης πάντα χανόσουν. Πως είναι δυνατόν να δημιουργήται ένας τέτοιος διαχωρισμός είχες σκεφτεί αρχικά και από τότε πέρασαν αρκετά ξέγνοιαστα καλοκαίρια που η ερώτηση παρέμεινε εκεί, στο πίσω μέρος του μυαλού σου, χωρίς καμία απαίτηση.<br />
Έπειτα ήρθε ένα ζευγάρι μάτια που σε ώθησε να χαθείς μέσα του και να πιστέψεις και να βιώσεις και να νιώσεις και τελικά όταν μια μέρα τα είδες να απομακρύνονται, μόνο τότε συνειδητοποίησες ότι λόγω απειρίας δεν είχες ποτέ σκεφτεί αυτό το ενδεχόμενο.<br />
Το περίγραμμα των εικόνων έγινε μαύρο και η καταστροφή αυτή σε έφερε επιτέλους αντιμέτωπο με την ίδια σου την ερώτηση. Αυτή που για καιρό περίεφερες μέσα σου και η οποία σε είχε για λίγο ωθήσει να κομπάζεις ρητορικά ότι γνωρίζεις τον έρωτα και την απώλεια. Ποσο βλάκας άραγε να αισθάνθηκες τη στιγμή που αυτή η κατανόηση της λάθος προσέγγισης άγγιξε τον πάτο της ψυχής σου και αντανάκλασε γύρω της το θόρυβο της κενότητας που ένα αντικείμενο μπορεί να παράξει σε ένα άδειο δωμάτιο. Δεν είχες κρατήσει κάποια άμυνα απέναντι σε τούτο τον πανπόνηρο μικρό διαβολάκο και τώρα έπρεπε να πληρώσεις. Συνέπειες δυστυχώς που όλοι βρίσκουμε αργά ή γρήγορα στο δρόμο μας ζώντας το παραμύθι που ονοματίζουμε ζωή.<br />
<i>Πως λοιπόν είναι δυνατόν να δημιουργήται ένας τέτοιος διαχωρισμός</i> :<br />
Η ερώτηση εξωτερικεύτηκε εύκολα και με θράσος σε ώθησε να την τοποθετήσεις ακριβώς απέναντι σου και να την εξετάσεις εκ νέου.<br />
Είχες χάσει και μέσα από αυτή την ήττα είχες χαθεί, οπότε η ταύτιση ηταν σχεδόν αυτόματη. Ήσουν ένας ακόμα μοναχικός άνθρωπος που βίωνε τις συνέπειες των πράξεων του μέσα από το ατομικό ουρλιαχτό που ο εγωισμός του του είχε επιβάλλει, θεωρώντας ότι με αυτό τον τρόπο θα μπορούσε να ξορκίσει ό,τι άφησε πίσω της η καταστροφή του έρωτα.<br />
Ήσουν μια ακόμα παραφωνία μέσα σε ένα σύνολο μαθημένο να προσαρμόζεται και να υπακούει. Και εσύ βρισκόσουν εκεί ξύλινος, άκαμπτος και προδωμένος. Ανίκανος να αποδεχτείς το τέλος και ανυποχώρητος στην οπτική σου. Αυτό ήταν το μειονέκτημα και παράλληλα η απίστευτη τύχη που σε βοήθησε να το δείς.<br />
Η ανυπαρξία οποιασδήποτε εμπειρίας αρχικά σε είχε ωθήσει να θεωρήσεις ότι υπάρχουν δύο κατηγορίες ανθρώπων και δυστυχώς εσυ ανήκες στη λάθος.<br />
<b><i>Αλίμονο σ` αυτους που δεν δακρύσανε ζωή, την ομορφία σου δεν γνωρίσανε. </i></b>Κρυμμένο σε αυτούς τους στίχους, ήταν ένα από τα επόμενα πρώτα βράδυα της νέας σου πραγματικότητας, που άκουσες πίσω από τις λέξεις και κούνησες το κεφάλι καταφατικά. Είχες πολλές φορές στο παρελθόν αφήσει τούτες τις λέξεις να ηλεκτρίσουν το ακούστικο σου τύμπανο και τώρα για πρώτη φορά μπόρεσαν να ηλεκτρίσουν και την ψυχή σου.<br />
Ξεκίνησες λοιπόν ένα χορό σκέψεων μέσα στο μυαλό σου και κάθε κίνηση που σε απομάκρυνε από αυτο το νοητικό αδιέξοδο σε έφερνε πιο κοντά σε ένα άλλο μεγαλύτερο και δυσκολότερο.<br />
Γνωρίζω, ερωτεύομαι, πληγώνομαι, μαθαίνω, προχωράω. Σαν βήματα συγκεκριμένου χορού που όμως χόρευες χωρίς ταίρι.<br />
Τα τρία πρώτα ήταν σχετικά κοινά και εύκολα στην κατανόηση. Δυνάμεις αντίρροπες οι οποίες μέσα από την ζήμωση τους με συγκεκριμένους χωροχρονικούς παράγοντες ξεκινούσαν να περιστρέφονται ταυτοχρονα, δίνοντας για λίγο την αίσθηση της ενότητας. Όμως μονο για όσο η κινητήρια ουσία της κάθε μιας δύναμης χωριστά θα έχει την προδιάθεση να συμβιβάζεται ως προς το κοινό συμφέρον ή το λεγόμενο κοινό καλό. Την στιγμή που η πρώτη αντίρρηση εκδηλώνεται, σχεδόν αυτόματα τούτο το κοινωνικό σύνολο έχει τη δύναμη να εναντιωθεί και δυστυχώς πάντα την αξιοποιεί.<br />
Αρχικά, σκέφτηκες, διότι με αυτόν τον τρόπο διασφαλίζει την συνοχή και έτσι την επιβίωση της. Είχε μια λογική που δεν μπορούσες να προσπεράσεις έτσι. Οι κανόνες του συνόλου υπάρχουν διαχρονικά για να διασφαλίζουν τη μακροημέρευση του, ή τουλάχιστον αυτό σου υπαγόρευε η λογική σου.<br />
Όμως είχες κάνει λάθος και το κατανόησες τη στιγμή που προσπάθησες να συνδέσεις το τέταρτο βήμα με τα προηγούμενα. Η γνώση ισχυρίζονται ορισμένοι ειναι δύναμη και εσυ το ένιωσες μέσα από αυτή την τόσο περίεργη κατάσταση. Είναι σίγουρα δύσκολο για την λογική μας να δεχτεί ότι η εννοιολογιή σημασία των λέξεων περνάει πάντα μέσα από μια ατομική οπτικοποίηση της ουσίας τους. Έτσι αυτό που για κάποιον είναι έρωτας και δόσιμο και δέσμευση χωρίς καθρέφτες και ψέμματα, για κάποιον άλλο δεν είναι τίποτα παραπέρα από μια απλή ανταλαγή υγρών και φόβων.<br />
Μια κοινωνική συνθήκη, ανίκανη να ακολουθήσει τα τελευταία δύο βήματα αυτού του χορευτικού απλοικά διότι μέσα από τούτη την συνθήκη δεν αναπτύσεται καμία νέα πραγματικότητα και καμία δυστυχώς ατομική γνώση. Το μόνο που διαιωνίζεται ειναι μια αδιαφορία για το γίγνεσθαι των ανθρώπων γύρω μας και κατά συνέπεια μια αδιαμαρτύρητη αδιαφορία για την ίδια τη ζωή.<br />
Άρα λοιπόν το τραγούδι χρειάζεται να είναι γενικευμένο ώστε να δίνει τη δυνατότητα σε κάθε αδαή να μπορεί να χωρέσει μέσα του τα δικά του μικρά δεδομένα χωρίς να νιώθει ότι χάνει κάτι από την αξία που νομίζει ότι έχει. Όλα για την αυταπάτη της συνοχής.<br />
Γιαυτό η κραυγή που στοχοποιεί και προσαρμόζει έχει μια καποια κοινωνική κατακραυγή. Σαν να φωνάζουν οι πολλοί από την οπτική της εξουσίας τους στο μικρό και θεωρητικά λιγότερο ικανό ότι δεν έχει το παραμικρό δικαίωμα να αποκαλύψει ότι τα ρούχα του βασιλιά είναι ανύπαρκτα. Απλοικά γιατί τότε η υποτιθέμενη εξουσία τους θα εξαφανιστεί κάτω από το βάρος της νόμιμης, εκείνης του βασιλιά, που θα τους προστάξει να δράσουν και έτσι να ξεβολευτούν από τα καλά και ωφέλιμα.<br />
Γιαυτό και οι κοινωνίες δημιούργησαν μια συνθήκη, ίσως την πιο πρόστυχη από όσες ο ανθρώπινος νούς κατάφερε μέχρι στιγμής να κατασκευάσει και απλά την ονόμασαν ηθική.<br />
Μέσα σε αυτή λοιπόν τη συνενοχή της υποκρισίας που οι πολλοί συνένεσαν εξ αρχής να ακολουθήσουν, κατάφεραν να εξοστρακίσουν τη γνώση μέσα από τη μάθηση και το βίωμα σε έναν τόπο έξω και μακρυά από ό,τι αυτές θεωρούσαν σωστό και πρέπων.<br />
Απειλητικές σιωπές που παραμονεύουν πάντα μετά την καταστροφή, είναι τελικά οι σιωπές που μόνο οι πληγωμένοι φοβούνται να βιώσουν. Οι υπόλοιποι δυστυχώς θα εξακολουθήσουν στους αιώνες να προσποιούνται τούτο τον πόνο, και τι ειρωνία, θα συνεχίσουν να γίνονται πιστευτοί για όσο οι λίγοι θα συνεχίζουν να πιστεύουν ότι η δική τους σιωπή είναι ή χρειάζεται να είναι επιβεβλημένη.<br />
Ιδέες που πρωτοσυνάντησες στον Λουκιανό και τον Διογενη που κρατώντας το λυχνάρι του μέρα μεσημέρι έψαχνε στην αγορά για τον άνθρωπο. Ιδέες που βρήκες ίδιες αιώνες αργότερα μέσα από τα λόγια του Φάουστ και του Ζαρατούστρα που με το ίδιο λυχνάρι έψαχνε για το θεό.<br />
Έτσι έμαθες ότι αυτό που η πλειοψηφία ονομάζει υπεράνθρωπο και ασυνήθιστο και θεό δεν είναι κάτι περισσότερο από τον συνειδητό νου.<br />
Εκείνη την οντότητα που ξέρει να δίνεται χωρίς περιορισμούς και ίσως, Εκείνη που ανταμοίβεται με το μοναδικό δώρο της γνώσης που η εμπειρία πάντα κουβαλά στα σωθικά της και κυωφορεί μόνο για τους ικανούς. Μακρυά από το φόβο για το άγνωστο που πάντα θα διακατέχει τους πολλούς αφού ποτέ δεν θα θελήσουν να χαρίσουν τον εαυτό τους, ίσως γιατί δεν έχουν την απαιτούμενη κριτική ικανότητα της κατανόησης της ανυπαρξίας αυτής της υποτιθέμενης ύπαρξης που έτσι πάντα θα παραμένει κενή και άδεια, αφήνοντας το χορό ανεκπλήρωτο και τα βήματα μισά..<br />
<br /></div>
Σείριοςhttp://www.blogger.com/profile/04059094487856082906noreply@blogger.com0tag:blogger.com,1999:blog-3740487471645675900.post-11501445678672172932014-10-30T18:29:00.002-07:002015-04-09T13:13:38.239-07:00Για έναν ιππότη<div dir="ltr" style="text-align: left;" trbidi="on">
<div class="separator" style="clear: both; text-align: center;">
<a href="http://1.bp.blogspot.com/-zPww8p4rcqA/VFLl0xfLjkI/AAAAAAAAAOE/SfpONXrgBUk/s1600/IMG_0267.JPG" imageanchor="1" style="margin-left: 1em; margin-right: 1em;"><img border="0" src="http://1.bp.blogspot.com/-zPww8p4rcqA/VFLl0xfLjkI/AAAAAAAAAOE/SfpONXrgBUk/s1600/IMG_0267.JPG" height="239" width="320" /></a></div>
<div class="separator" style="clear: both; text-align: center;">
<br /></div>
Καθησύχαζες τις ήττες σου μέσα από δικαιολογίες φτηνές και εύκολες. Έλεγες δεν πειράζει και προσπαθούσες να χαμογελάσεις. Το μεγαλύτερο μειονέκτημα και αδυναμία σου ήταν ότι γινόσουν πιστευτη. Έτσι οι ήττες συνέχιζαν να έρχονται και εσύ δυστυχώς υπήρξες ανάξια να μάθεις από αυτές, κυρίως διότι δεν μπόρεσες ποτέ να τις αναγνωρίσεις.<br />
Για να μπορέσεις να γίνεις πριγκίπισσα, πρέπει να συμπεριφέρεσαι και ανάλογα σαν μια ευγενής. Το κράτησες κειμήλιο στο μυαλό σου, από ένα άρθρο πολλά χρόνια πριν. Τότε που τα μαλλιά σου ήταν ακόμα ξανθά και η λέξη μαμά ακουγόταν σαν ύμνος. Το κράτησες αλλά ποτέ δεν το κατανόησες και ετσι ποτέ δεν κατάφερες να το εφαρμόσεις. Ο τίτλος έμεινε στα χαρτιά και εσύ μεγαλώνοντας άλλαξες χρώμα στα μαλλιά αλλά όχι και τρόπο να κοιτάς. Αυτός παρέμεινε αθεράπευτα παιδικός και αυτό όλο παραδόξως δεν προσέδιδε κανένα ρομαντισμό ή ευγένεια στις κινήσεις σου και στην αξιολόγηση των άλλων.<br />
Η εικόνα παρέμεινε κολλημένη με σελοτέιπ πάνω από το κρεββάτι σου αποδεικνύοντας την στασιμότητα που κάλυπτε την ζωή σου. Ξεθωριασε με τα χρόνια όμως δεν έχασε τα βασικά της στοιχεία. Πως θα μπορούσε άλλωστε να γίνει κάτι τέτοιο, εφόσον αυτή η εικόνα είχε αποτυπωθεί τόσο έντονα πλέον μέσα σου που είχες την ικανότητα πια να την προβάλλεις παντού. Ένας ιππότης με λευκό χιτώνα και κόκκινο σταυρό και ενα μαύρο άλογο, πιο μαύρο από την νύχτα και πιο επιβλητικό από τον πόθο.<br />
Αυτό ήταν που πραγματικά περίμενες όταν τα απογεύματα του χειμώνα άφηνες την ματιά σου ελεύθερη να φύγει έξω από το παράθυρο και να γευτεί τόσα χρώματα και προτροπές. Ήταν αυτό που πραγματικα κοιτούσες να βρείς όταν οι συνθήκες σε έκαναν να βαριέσαι τόσο θανάσιμα που επέλεγες να απομονωθείς, έστω και αν βρισκόσουν στη μέση μιας συζήτησης η οποία πλέον συνεχιζόταν μηχανικά.<br />
Ένας ιππότης, ένας έφιππος. Αυτό πραγματικά ποθούσες και αλήθεια πόσους και πόσους δεν έδιωξες όσο κοντά και αν ήταν σε αυτό το πρότυπο, ακριβώς επειδή δεν ήταν ΑΥΤΟ το πρότυπο;. Αγάπες μελαγχολικές τις χαρακτήριζες τότε γιατί πάντα σου άφηναν μια πικρή γεύση στα χείλια που ποτέ δεν καταστάλαξες αν οφειλόταν σε εκείνους ή στην επιθυμία σου.<br />
Ο καιρός πέρασε και τα φύλλα στα δέντρα πρασίνισαν και κιτρίνισαν αρκετές φορές προτού κουραστείς και αρχίσεις να αναθεωρείς. Ο χρόνος, πανδαμάτωρ και σοφός, μας στερεί πάντοτε την δυνατότητα ανάκλησης των γεγονότων, όμως μας αποδίδει πάντα το αντίτιμο. Πρέπει να υπάρχει ισορροπία. Είναι αναγκαίο συστατικό στην διαιώνιση των επιθυμιών. Το αντιστάθμισμα λοιπόν και το αντίτιμο δεν είναι τίποτα πέρα από τις λίγες ακτίνες φωτος που μας παρέχει η εμπειρία και οι οποίες έχουν τη δυνατότητα να κάνουν τα αντικειμενα λίγο πιο φωτεινα και συνεπώς λίγο περισσότερο κατανοήσιμα.<br />
Εκτός και αν τα μάτια μας είναι καλυμμένα και στην δική σου περίπτωση αυτό ακριβώς υπήρξε το μειονέκτημα. Όταν ο πόθος κατακλύζει την ψυχή χωρίς να υπάρχει διέξοδος διαφυγής, τότε συνήθως τα αποτελέσματα είναι καταστροφικά. Δημιουργούνται κύκλοι φαύλοι και χωρίς ουσία, οι οποίοι μέσα από την δική τους ταχύτητα εγκλωβίζουν την ψυχή σε μια δίνη τοσο δυσβάσταχτη και αμείλικτη που δυστυχώς αναπόφευκτα έρχεται πάντα ένα σημείο που τελικά καταλήγει να είναι το σημείο χωρίς γυρισμό. Σαν μια πύλη που οδηγώντας σε, σε πάει από ένα επίπεδο σε ένα άλλο, κλείνοντας και σφραγίζοντας για πάντα την πόρτα προς το χθές και έτσι σε αναγκάζει και σε ωθεί να προχωρήσεις μόνο μπροστά.<br />
Ήσουν στο μπάνιο όταν το ένιωσες και σε μια στιγμή το νερό πάγωσε και πάγωσε τόσο που καθώς έπεφτε στο κορμί σου σε έκανε να νιώθεις τις φλόγες να ζωντανεύουν στο δέρμα σου και να σε καλύπτουν.<br />
Εκείνη την ημέρα ήταν η πρώτη φορά που δεν χρησιμοποίησες την πετσέτα σου για να σκουπιστείς αλλά για να κρυφτείς. Πλέον είχες μια οικιότητα με το συναίσθημα και για λίγο το μυαλό σου σε ώθησε να χαθείς μέσα στα παραμύθια. Αυτά με τις ωραίες εικόνες και τα κανονισμένα νοήματα. Ένιωσες και εσύ σαν πρωτόπλαστη, εκτεθειμένη στην γύμνια της. Όχι την υλική, αυτή είναι μια γύμνια περήφανη και αθώα. Εκτέθηκες πλέον στην γνώση και αυτό τα άλλαξε όλα. Η γύμνια σου, απέναντι στις δικαιολογίες και τις διάφορες πλαστές προτροπές που χρησιμοποιούσες εως τότε, σε έστησε αντιμέτωπη με την ντροπή και την αλήθεια σου. Θηλυκά ζόρικα, τα οποία πλέον γνώριζες ότι δεν εξαπατούνται με ζαβολιές και υπεκφυγές.<br />
Εκείνη την ημέρα ξεκόλλησες και την εικόνα πάνω από το προσκέφαλλο σου και άλλαξες τόσο πολύ τα ζητούμενα ώστε για αρκετό καιρό πέρασες στην αντιπέρα όχθη και βυθίστηκες σε μια πραγματικότητα οριοθετημένη μεσα από λέξεις φτηνές και αρνητικές.<br />
Χρησιμοποίησες το κορμί σου για να φτάσεις εκεί που ποθούσε να βρίσκεται η καρδιά και η αγκαλιά σου. Παραδέξου ότι μετά την πίστη στα παραμύθια αυτό υπήρξε το μεγαλύτερο και δυσκολότερο λάθος σου, κυρίως στην κατανόηση.<br />
Φτηνά δωμάτια, μικρές συζητήσεις και κάθε πρωί εσύ έσφιγγες την πετσέτα όλο και πιο δυνατά, νιώθοντας οτι πια χάθηκες τόσο που η λέξη ανέφικτο θα έπρεπε σιγά σιγά να μπεί δίπλα στη λέξη επιστροφή.<br />
Για να μπορέσεις να γίνεις πριγκίπισσα, πρέπει να συμπεριφέρεσαι και ανάλογα σαν μια ευγενής. Αυτή η φράση επέστρεψε τυχαία μια μέρα σε μια καφετέρια. Ακούστηκε πίσω σου αλλά δεν ενδιαφέρθηκες να την προσωποποιήσεις. Παρέμεινες στη θέση σου μερικές στιγμές και αφού πήρες αρκετές βαθιές αναπνοές, σηκώθηκες και κατευθύνθηκες στην τουαλέτα. Στάθηκες απέναντι από τον καθρέφτη φέρνοντας στο νου σου την παιδική σου εικόνα με τις ξανθές μπούκλες και τα αυθόρμητα χαμόγελα. Άνοιξες τα μάτια και στιγμές μετά παραδώθηκες σε ένα χείμαρρο αποθυμένων συναισθημάτων που βρήκαν τρόπο να εξωτερικευτούν μέσα από τα μάτια σου.<br />
Τα μαλλιά σου πλέον ήταν μαύρα, όπως και η ψυχή σου, όχι όμως από πόθο αλλά δυστυχώς από αγανάκτιση και θλίψη. Τα παραμύθια, λέει πολύ σοφά ο στιχουρχός, δεν είναι αλήθεια αλλά τουλάχιστον δεν είναι ψέμματα. Και εσύ τα πίστεψες και βάσισες μια ολόκληρη ζωή στην αναμονή της κατάλληλης στιγμής.<br />
Παρατηρώντας τα μάτια σου στον καθρέφτη, αυτά τα θλιμμένα μοναχικά μάτια που πλέον κουβαλούσαν πολύ παράπονο, είδες κάτι που μέχρι τώρα δεν ειχες προσέξει ποτέ. Σε μία γωνίτσα ανεπαίσθητα κάτι λαμπήριζε. Η γνώση κουβαλάει πάντοτε τόση ματαιοδοξία όση χρειάζεται για να μην την αφήνει ο ίδιος της ο εαυτός να μένει κρυμμένη και αθέατη. Η εξωτερίκευση την θρέφει και την δυναμώνει και η αποδοχή την κάνει να νιώθει κυρίαρχη.<br />
Έτσι λοιπόν είχε προσωπικό όφελος όταν σου αποκαλύφθηκε. Εσύ μέσα στον ενθουσιασμό σου δεν μπόρεσες να το διακρίνεις. Θεωρούσες ότι τα πάντα είχαν τελειώσει και έτσι αυτή η ευκαιρία σχεδόν αυτόματα χαρακτηρίστηκε ως τελευταία και έτσι πολύ σημαντική.<br />
Έφυγες από εκεί χαμογελώντας και την επόμενη κιόλας ημέρα άλλαξες χρωμα στα μαλλιά και ξανακρέμασες μια παρόμοια εικόνα στο προσκέφαλο σου. Μπορεί να διέφερε από την "αυθεντική" όμως διατηρούσε την δύναμη να σου διεγείρει τα συναισθήματα εξίσου έντονα και έτσι την αποδέχτηκες. Ο ιππότης ντυμένος πάντα στα λευκά, μόνο που τώρα ο σταυρός ήταν μαύρος και το άλογο λευκο, σαν ψυχή μωρού λίγες ώρες μετά τη γέννηση. Ο ιππότης και η πριγκίπισσα, ψυθίρισες το επόμενο πρωί, ζώντας ακόμα στον απόηχο της νίκης που θεωρούσες ότι είχες πετύχει.<br />
Η ματαιοδοξία βρίσκεται σε διαρκή έρωτα με τον πόθο και όταν τούτη η σχέση πραγματώνεται με τον κατάλληλο τρόπο, τότε το κίνητρο ξεκινάει να υπάρχει ως αποτέλεσμα και απόδειξη αυτης της κανονικότητας.<br />
Στην δική σου περίπτωση οι μοίρες αμφιταλαντεύτηκαν αρκετά προτού γείρουν πρός την πλευρά που θα μπορούσε κάποιος να χαρακτηρίσει θετική για την εξέλιξη της κατάστασης σου. Από την μία η μοναξιά και από την άλλη η αγάπη, να παλεύουν με την πρώτη να χάνει συνεχώς έδαφος παραδωμένη στην ανικανότητα της να αντιδράσει αποτελεσματικά αφού θεωρούσε ότι σε έχει κερδίσει από καιρό.<br />
Χρειάστηκαν δυό μάτια και ένα χλυμίντρισμα ώστε το χαμόγελο που είχε εμφανιστεί από ώρα να γίνει γέλιο τρανταχτό και πολύ δυνατό, μην μπορώντας να πιστέψεις οτι ο δικός σου ιππότης επιτέλους ήρθε. Τον φαντάστηκες αρκετά και τον περίμενες είναι αλήθεια για περισσότερο. Παραδώθηκες στην ήττα σου και μόνο τότε κατάλαβες πως να νικήσεις.<br />
Ανέβηκες στο άλογο, το πιο λευκό άλογο του πιο τρελού σου ονείρου και αφού τον έπιασες και τον έσφιξες πάνω σου, ξεκινήσατε να καλπάζετε χωρίς να ξέρεις τον προορισμό.<br />
Περνώντας δίπλα από τον βαρκάρη, με μια κοφτή κίνηση του πέταξε δύο νομίσματα και εκείνος απλά παραμέρισε και έσκυψε το κεφάλι με μια προσποιητή ευλάβεια στο βλέμμα.<br />
Δεν έδωσες σημασία σε αυτό, ούτε ότι το άλογο κάλπαζε πάνω στα κύματα, ούτε στη νυχτα που ξεκίνησε από το πουθενά να σας καλύπτει.<br />
Ήσουν επιτέλους μαζί του και αυτό σε έκανε να χαμογελάς.<br />
<br /></div>
Σείριοςhttp://www.blogger.com/profile/04059094487856082906noreply@blogger.com0tag:blogger.com,1999:blog-3740487471645675900.post-73644206840326423912014-09-24T10:40:00.001-07:002014-09-24T10:40:12.245-07:00Αδούλωτες πατρίδες<div dir="ltr" style="text-align: left;" trbidi="on">
<div class="separator" style="clear: both; text-align: center;">
<a href="http://3.bp.blogspot.com/-pTVbOUgLLs0/VCMBrJEGc-I/AAAAAAAAANk/cK8AFPw6-po/s1600/IMG_0325.JPG" imageanchor="1" style="margin-left: 1em; margin-right: 1em;"><img border="0" src="http://3.bp.blogspot.com/-pTVbOUgLLs0/VCMBrJEGc-I/AAAAAAAAANk/cK8AFPw6-po/s1600/IMG_0325.JPG" height="320" width="239" /></a></div>
<i><br /></i>
<i>"Αδούλωτες πατρίδες στο μυαλό διαταραγμένων περαστικών, που με το έτσι θέλω ζωγραφίζουν στους καθαρούς άσπρους τοίχους της συνείδησης μου τη θολή εικόνα τους. Με άναρθρες κραυγές πλανώνται στο διηνεκές και με μισά χαμόγελα προσπαθούν να ξεγελάσουν τον έρωτα.</i><br />
<i>Πόσο απεχθές! πόσο προσβλητικό !</i><br />
<i>Και αυτές οι αδούλωτες πατρίδες αδελφέ, αυτές για τις οποίες τραγουδάμε και κάμουμε όνειρα μια μέρα να λευτερωθούμε και να πάμε να τις ζήσουμε, που ακριβώς βρίσκονται αδελφέ;</i><br />
<i>Μέχρι στιγμής στα μάτια των ανθρώπων φωλιάζει η μοναξιά και ο πόνος. Από την ένωση τους ένα μεγάλο παράπονο. Και όμως ακόμα ζωγραφίζουν. Κάθε μέρα και από λίγο, βάφουν ένα ακόμα κομμάτι ενός τοίχου που πλέον άρχισε να βαραίνει."</i><br />
Αδούλωτες πατρίδες. Το ξαναδιάβασες και πάλι ένιωσες αδύναμος να κατανοήσεις την ανάγκη που πίσω στο παρελθόν ώθησε ένα χέρι να αποτυπώσει τούτες τις σκέψεις στο χαρτί.<br />
Δώρο σε κάποια γενέθλια, όχι πολλά χρόνια πριν, και τώρα είχε έρθει το πλήρωμα του χρόνου και ένιωθες να παίρνει την εκδίκηση του για όλα αυτά τα βράδια που ενώ ένιωθε την ανάγκη να το πιέζει μέσα από τις λέξεις που κουβαλούσε, εσύ χωρίς κανένα οίκτο άφηνες στριμωγμένο ανάμεσα σε άλλα βιβλία ίσης ή ελάσσονος σημασίας.<br />
Είχες κάνει λάθος και το κατάλαβες από την πρώτη κιόλας σελίδα. <i>Αδούλωτες πατρίδες.</i> Πατρίδες χωρίς δούλους δηλαδή ή πατρίδες ελεύθερες; και οι οποίες υπάρχουν μόνο στο μυαλό διαταραγμένων περαστικών. Περαστικών από που; τι άραγε τους διατάραξε;<br />
Άφησες έναν μικρό αναστεναγμό και το βλέμμα σου μέσα σε δευτερόλεπτα μετατόπισε το βάρος της σκέψης σου από το χαρτί στο δρόμο και από εκεί σε ένα ζευγάρι γυναικεία πόδια. Τα παρατήρησες να κινούνται, να προχωρούν και να χάνονται στη γωνία στα δεξιά σου. Το βλέμμα σου έμεινε για λίγο μετέωρο και τότε ήταν που το είδες. Πάνω από το απέναντι πεζοδρόμιο, εκεί στο μικρό τοίχο που χώριζε το δρόμο από την αυλή του καλοκαιρινού εστιατορίου, εκεί επάνω στις γκρι σκούρες πλάκες γραμμένη με έντονα κόκκινα γράμματα μια και μόνο λέξη, <i><b>πολέμα.</b></i><br />
Την κοίταξες και ήταν σαν η ματιά σου να την ρούφηξε και να την τοποθέτησε σε έναν άλλο τοίχο κάπου μέσα σου. Έτσι δεν πολυζορίστηκες όταν μετά από ένα μικρό βλεφάρισμα ο τοίχος παρέμεινε το ίδιο γκρι αλλά χωρίς την λέξη σου.<br />
Δούλος και σκλάβος, ποια είναι η διαφορά, αναρωτήθηκες φωναχτά και ήταν λίγο μετά το ηλιοβασίλεμα που οι άνθρωποι θαμπωμένοι ακόμα από την εικόνα του ήλιου που βυθίζεται στον ορίζοντα και χάνεται, ταραγμένοι από την υποσυνείδητη είδηση του τέλους, βουβά περπατούσαν κάνοντας τον δικό τους απολογισμό. Έτσι κανείς δεν ήταν ικανός να σε ακούσει. Κανείς εκτός από εσένα.<br />
<i>Ο δούλος έχει επιλογή,</i> σκέφτηκες. Στη σκέψη, στα όνειρα και στις αντοχές. Είναι δούλος πιθανότατα των παθών του, όμως κανείς δεν μπορεί να του δεσμεύσει το όνειρο. Έστω και αν αυτό διαρκεί όσο ένα δάκρυ, αραιά και που.<br />
Ίσως εκεί να υπάρχει λοιπόν εκείνο το σύμπαν που έχει τη δύναμη να αφήνει τις πατρίδες αδούλωτες και ίσως ελεύθερες.<br />
Το βλέμμα σου επέστρεψε στο δρόμο και ένα καινούργιο ζευγάρι πόδια σε μαγνήτισε εκ νέου και ξεκίνησε να ωθεί να το ακολουθήσεις προς τα αριστερά. Φτάνοντας μπροστά σου σταμάτησε, γύρισε το κεφάλι προς τα αριστερά και σε κοίταξε κατευθείαν στα μάτια. Είναι παράξενο αλλά θα ορκιζόσουν ότι διάβαζε τη λέξη στον τοίχο σου. Ακριβώς πάνω σε αυτή την σκέψη, εκείνο το συγκεκριμένο δευτερόλεπτο αυτό το ζευγάρι πόδια ξεκίνησε να καταρρέει, να λιώνει και να μετασχηματίζεται σε ένα μεγάλο ασκέρι πεταλούδων, το οποίο ξεκίνησε να πετά γύρω γύρω.<br />
Μόνο όταν απομακρύνθηκαν αρκετά από το οπτικό σου πεδίο μπόρεσες να δεις το σχηματισμό τους. Δεν ήταν ασκέρι όπως αρχικά νόμιζες αλλά μια πλήρως οργανωμένη μονάδα που πετώντας προς τα πίσω είχε δημιουργήσει μια λέξη ικανή να σε κάνει να χαμογελάσεις, <i><b>ονειρέψου.</b></i><br />
Είχες όντως καιρό να ονειρευτείς, όμως που το ήξεραν;<br />
<i>Πίσω από τον κόσμο σου υπάρχει ο δικός μου, πίσω από αυτόν τον τίποτα και εμπρός σου το μηδέν.</i><br />
Ήταν μια φράση που ξεπήδησε στο συνειδητό σου και ξεκίνησε να επαναλαμβάνεται αργά και σταθερά. Ο κόσμος σου και ο κόσμος μου, εγώ και εσύ. Διαχωρισμός και ανάγκη, παιχνίδι και αποτέλεσμα. Νίκη και ήττα, δυισμός και τίποτα.<br />
<i>Άρα δεν είμαι δούλος,</i> είπες φωναχτά. <i>Αν δεν έχω την δυνατότητα της επιλογής αν θα παίξω ή όχι, τότε δεν είμαι δούλος, είμαι σκλάβος. Και είναι το μυαλό μου που με κρατά σε αυτή την κατάσταση.</i><br />
<i>Ο σκλάβος υποτάσσεται, σκύβει το κεφάλι και παίζει. Δεν έχει σημασία αν θα κερδίσει ή όχι. Το βασικό είναι που μέσα του υπάρχει ζωντανή η αυταπάτη ότι αυτό μπορεί να αλλάξει κάτι. Σκλάβος στο μυαλό, στα συναισθήματα και τα όρια.</i><br />
Σιγά σιγά ξεκίνησες να ξετυλίγεις το μίτο της άγνοιας που η ζωή δίνει μόνο στους ικανούς, και ναι το έκανες λαίμαργα.<br />
Η ταχύτητα της εναλλαγής των εικόνων σε ανάγκασε να κάνεις μερικά βήματα προς τα πίσω και μέσα σε μια στιγμή να σκύψεις και να ξεράσεις με μανία ο,τι κουβαλούσες από καιρό. Έκλεισες τα μάτια νιώθοντας να σε τσούζουν και τη στιγμή που τα άνοιξες, αυθόρμητα το αριστερό σου φρύδι σηκώθηκε, όπως κάθε φορά που η πραγματικότητα σε προσπερνούσε με τέτοιο τρόπο που αδυνατούσες να την παρακολουθήσεις.<br />
Σαν να είχε παρέμβει ένα δάχτυλο και είχε αναταράξει όλα αυτά τα υγρά, μια τρίτη λέξη βρισκόταν μπροστά σου και σε καλούσε εξίσου προστακτικά να δράσεις, <i><b>χαμογέλα.</b></i><br />
Αδούλωτες πατρίδες στο μυαλό διαταραγμένων περαστικών και εσύ χαμογελούσες. Είχες αρχίσει να νιώθεις καλύτερα κατανοώντας σιγά σιγά ότι είσαι ένας από αυτούς. Οι άναρθρες κραυγές σου, ακόμα και μέσα από αυτό το τρανταχτό γέλιο σου, έμειναν αδιάψευστος μάρτυρας.<br />
Η ματιά σου ασυναίσθητα, ωθούμενη από μια ανάγκη αυτοεπιβεβαίωσης, έψαξε μηχανικά για ένα καινούργιο ζευγάρι πόδια που θα μπορούσε να ακολουθήσει έστω μέχρι την άκρη του δρόμου.<br />
Δεν έχει σημασία η διάρκεια, όσο ψάχνεις για στιγμές...<br />
Η καρδιά σου όμως; Αυτή δεν χαρίζεται σε στιγμές. Δεν ψάχνει για επιβεβαίωση. Γνωρίζει και ακριβώς γιαυτό θλίβεται και μπουκώνει όταν μέσα από τις επιλογές σου μουτζουρώνεις τον τοίχο της συνείδησης σου και έτσι την κάνεις να χάνει την λάμψη της και να φαίνεται πιο μικρή, πιο χρησιμοποιημένη.<br />
Ακριβώς τη στιγμή που το αντιλήφθηκες, ένιωσες κάπου βαθιά μέσα σου να καίγεσαι. Ο πόνος άρχισε να εντείνεται και εσύ ανίκανος να τον διαχειριστείς ξεκίνησες να ουρλιάζεις. Έμπηξες τα νύχια σου βαθιά μέσα στο στήθος σου παραδομένος στην τρέλα που σου δημιούργησε αυτό το κάψιμο. Τράβηξες με δύναμη τα χέρια σου προς τα πλευρά σου και με έκπληξη ένιωσες το δέρμα σου να υποχωρεί. Ένας καθρέφτης απέναντι σου σε έκανε να παγώσεις. Έξι γράμματα είχαν εμφανιστεί στο στήθος σου και δεν χωρούσαν καμία παρερμηνεία,<b><i> πολέμα...</i></b><br />
Με το που τα διάβασες όλα ηρέμησαν. Ο πόνος εξαφανίστηκε και για μερικές στιγμές έμεινες στο απόλυτο κενό, να νιώθεις το κορμί σου να προσαρμόζεται σε τούτη την καινούργια πραγματικότητα.<br />
Πλέον υπήρχε νόημα. Ήσουν και εσύ ένας περαστικός, διαταραγμένος όπως όλοι οι υπόλοιποι από την ματαιοδοξία του εγώ του. Δούλος και σκλάβος να υποχωρείς κάθε στιγμή που η ψυχή σου διψούσε για κάτι μεγαλύτερο, κάτι ομορφότερο, κάτι πιο ανθρώπινο. Γιαυτό και ξεγελούσες τον έρωτα. Είχες ανάγκη το χάδι και την ολοκλήρωση.<br />
Όμως ξεκίνησες να κατανοείς ότι ο έρωτας δεν ξεγελιέται. Έχει την μεγαλοψυχία να σε κάνει να πιστεύεις ότι κατάφερες να τον ξεγελάσεις, όμως πάντα γνωρίζει τα δεδομένα.<br />
Με τα δάχτυλα σου ψηλάφισες τα σημάδια των γραμμάτων στο στήθος σου. Όμως δεν μπορούσες να τα νιώσεις. Τα έβλεπες στον καθρέφτη όμως για κάποιο λόγο δεν μπορούσες να βιώσεις την πραγματικότητα τους.<br />
Η μουσική από τα ακουστικά των περαστικών άρχισε να δυναμώνει και περίεργος πως ξεκίνησες να συντονίζεσαι. Όσο ανέβαινε η ένταση, τόσο πιο ξεκάθαρο γινόταν. ΄Ώσπου έγινε μια εκκωφαντική κραυγή που ξεχύθηκε από παντού. Σε ένα μελαγχολικό μινόρε μια και μόνο λέξη, <b><i>ονειρέψου</i>..</b><br />
Κοίταξες τριγύρω σαστισμένος προσπαθώντας να ξεχωρίσεις τις καταστάσεις και να σε πείσεις ότι αυτό το σκηνικό είναι αληθινό.<br />
Δυστυχώς τα γράμματα στο στήθος σου μπορούσαν να υπάρξουν μόνο μέσα στον καθρέφτη και οι περαστικοί πηγαινοέρχονταν μέσα σε μια δική τους πολύπλοκα αρμονική δυσαρμονία, αγνοώντας τις σκέψεις και τις ανάγκες σου.<br />
'Έβγαλες από την τσέπη το σημειωματάριο σου και χωρίζοντας μια λευκή σελίδα στα τρία, έγραψες από την αρχή, <b><i>πολέμα - ονειρέψου - χαμογέλα </i></b><br />
Τα έκοψες και τα τοποθέτησες απέναντι σου, κοιτάζοντας τα ανυπόμονα. Το ένιωθες ότι κάπου ανάμεσα σε αυτές τις τρεις λέξεις κρύβεται το κλειδί της κατανόησης.<br />
Έμεινες στάσιμος για ώρα κοιτώντας τα και όταν το παιδί της διπλανής κυρίας σου τράβηξε το μανίκι δεν θα μπορούσες να πεις με σιγουριά πόσος ακριβώς χρόνος είχε περάσει.<br />
<i>Η κατανόηση της σειράς με την οποία το χάος μετασχηματίζεται σε τάξη, είναι που ξεχωρίζει τους τυχερούς από τους έτοιμους. Βήμα βήμα, με μια λογική τόσο απλή, σχεδόν παιδική.</i><br />
Η φωνή του αν και τσιριχτή είχε μια επισημότητα και κουβαλούσε κάτι απροσδιόριστα ώριμο. Για δευτερόλεπτα έμεινες να το κοιτάς και τη στιγμή που απλά βλεφάρισες τα μάτια σου, απομακρύνθηκε τόσο όσο χρειαζόταν ώστε να μεγαλώσει η απορία που είχε σχηματιστεί στο βλέμμα σου. Εκείνο απλά σε κοίταξε και σου χαμογέλασε. Στο επόμενο βλεφάρισμα χωρίς καν να μπορείς να κατανοήσεις το πως, βρισκόταν στην αγκαλιά της μητέρας του και με την πλάτη γυρισμένη το έβλεπες να απομακρύνεται.<br />
Ακριβώς τη στιγμή που περνούσε έξω από την τζαμαρία, γύρισε, σε κοίταξε βαθιά στα μάτια και απλά σου ψιθύρισε, <i>είσαι τυχερός..</i>.<br />
Ένα αεράκι που δημιουργήθηκε σήκωσε τις λέξεις που μετέφερε το χαρτί στον αέρα και όταν όλα ηρέμησαν χαμήλωσες το βλέμμα παραδομένος πλέον στην πραγματικότητα που βίωνες και που είχες πειστεί ότι ήταν πολύ δύσκολη στην κατανόηση της.<br />
Τα χαρτιά είχαν μπερδευτεί, οι λέξεις είχαν μπερδευτεί και ναι ένιωσες τυχερός διότι αυτό το μπέρδεμα χρειαζόταν για να ξεμπερδέψουν τα πάντα.<br />
Η σειρά που το χάος μετουσιώνεται σε τάξη είναι συγκεκριμένη και απαιτεί αγώνα.<br />
<b><i>Ονειρέψου, χαμογέλα και πολέμα...</i></b><br />
Φτιάξε πατρίδες αδελφέ και βαψ` τες με τα πιο λαμπερά και πρόστυχα χρώματα ώστε να προκαλούν τη συνήθεια του εγώ σου. Βούτα τα πινέλα σου βαθιά μέσα στην ψυχή σου και χαμογέλα. Μέσα από αυτό το χαμόγελο θα βρεις το κίνητρο. Αυτή την κινητήρια δύναμη που χρειάζεσαι ώστε να σταματήσεις να λέγεσαι περαστικός και να μπορέσεις να τραγουδήσεις τον έρωτα μέσα από τις σιωπές σου, έχοντας τους τοίχους της συνείδησης σου λευκούς και λυτρωμένους από τη δουλεία ή τη σκλαβιά που η ζωή στήνει παγίδα στους άτυχους και τους πονηρούς.<br />
Πάρε μια βαθιά ανάσα, χαμογέλα και αφού αφήσεις αυτή την αίσθηση να σε κατακλύσει ετοιμάσου να πολεμήσεις με την συνήθεια. Αυτό το ύπουλο σαράκι της ευτυχίας. Μην καταδεχθείς να ρωτήσεις αν θα νικήσεις, μόνο πολέμα!<br />
Αδούλωτες πατρίδες διατηρημένες μέσα σε παιδικά όνειρα. Από εκείνα που η ζωή σε κάνει να θάβεις κάπου βαθιά μέσα σου και που η καλοκαιρινή ζέστη του Αυγούστου σε ωθεί να τα βρεις και μέσα από την αθωότητα τους να δροσίσεις τις σκέψεις σου που εδώ και καιρό ακολουθώντας την λογική της ενηλικίωσης βράζουν από ζέστη, πόθο και ανάγκη.<br />
<i>Λίγο νερό αδέλφια..</i>., λίγο νερό χρειάζεσαι. Για λίγο νερό παρακαλείς και ναι σε βλέπω και σε κατανοώ. Είσαι κοντά και το γνωρίζω. Ο τοίχος της συνείδησης σου έχει σχεδόν γεμίσει με πολυλογίες και μουτζούρες. Φτάνει το τέλος του κόσμου και εσύ πελαγώνεις. Νιώθεις τις αισθήσεις του κορμιού σου και δυστυχώς και του μυαλού σου, ανικανοποίητες και νιώθεις ανίκανος να κάνεις κάτι.<br />
Σε λίγο αυτός ο τοίχος θα καταρρεύσει. Η συνείδηση σου θα νικηθεί και αυτά τα όρια θα παύσουν.<br />
Μην καταδέχεσαι να ρωτάς, μόνο ζήσε. Ίσως έτσι καταλάβεις ότι αυτός ο τοίχος σου περιόριζε τη θέα και την αντίληψη, κρύβοντας πίσω του μια ταμπέλα που πάντα θα γράφει με μεγάλα φωτεινά γράμματα, <i><b>Προς αδούλωτες πατρίδες...</b></i><br />
<br /></div>
Σείριοςhttp://www.blogger.com/profile/04059094487856082906noreply@blogger.com0tag:blogger.com,1999:blog-3740487471645675900.post-80702669550611789072014-08-31T14:38:00.003-07:002014-08-31T14:38:46.295-07:00Το εγώ μου<div dir="ltr" style="text-align: left;" trbidi="on">
<div class="separator" style="clear: both; text-align: center;">
<a href="http://1.bp.blogspot.com/-4O5PHZB4gX8/VAOVsydfc8I/AAAAAAAAANQ/xvD2mc-e_t0/s1600/IMG_0755.JPG" imageanchor="1" style="margin-left: 1em; margin-right: 1em;"><img border="0" src="http://1.bp.blogspot.com/-4O5PHZB4gX8/VAOVsydfc8I/AAAAAAAAANQ/xvD2mc-e_t0/s1600/IMG_0755.JPG" height="239" width="320" /></a></div>
<div class="separator" style="clear: both; text-align: center;">
<br /></div>
<div class="separator" style="clear: both; text-align: center;">
<br /></div>
Χαμήλωσε το βλέμμα, νιώθοντας την ανάγκη να απομονωθεί. Εστίασε στην ξύλινη επιφάνεια και προσπάθησε να αφήσει τον αέρα να καλύψει όλες αυτές τις φωνές που σε τόσες διαφορετικές γλώσσες, σαν σειρήνες τον καλούσαν στο δικό τους ματαιόδοξο κόσμο.<br />
Δεν μπορούσε με σιγουριά να αποδείξει κάτι τέτοιο, όμως δυστυχώς έτσι το ένιωθε και έτσι το αντιμετώπισε.<br />
Ακριβώς εκείνη τη στιγμή που η φάση τούτης της ιδιότυπης απομόνωσης ξεκινούσε, εκείνη ακριβώς τη στιγμή κάθισες απέναντι του και αυτόματα το βλέμμα σου μαγνητίστηκε από τη φιγούρα του.<br />
Στο μυαλό σου ακούστηκε μια ξεχασμένη σκέψη, θαμμένη από καιρό στα υπόγεια του μυαλού σου.<br />
<i>Με σιωπή φωνάζουνε οι άνθρωποι τις μεγαλύτερες κραυγές τους...</i><br />
<i>Ο </i>αέρας αρκετά δυνατός άφηνε τις λέξεις να ταξιδεύουν και κάποιες αναγκαστικά φιλτραρίστηκαν μέσα από την δική σου αντίληψη, η οποία όμως έχοντας διαφορετικές αντοχές και σε κάποια σημεία διαφορετική οπτική, σε άφησε στο αποτέλεσμα απλό ακροατή γεγονότων και απόψεων για οικείους και ξένους.<br />
Ήταν Αύγουστος και το μεγαλύτερο φεγγάρι του χρόνου έστεκε ακριβώς πίσω σου δείχνοντας το μονοπάτι που οι τρελοί ξέρουν ότι οδηγεί στον τόπο που η ουτοπία κατοικεί. Ένα μονοπάτι που ήξερες ότι ήταν η απάντηση σε όλους σου τους προβληματισμούς.<br />
<i>Όταν κοιτώ τον εαυτό μου να γελά, ποιος είμαι εγώ που γελώ μαζί του? </i><br />
Ένα ερώτημα που κουβαλούσες καιρό και η φιγούρα αυτού του ανθρώπου, που κάλλιστα θα μπορούσε να είναι ο εαυτός που παρατηρείς βιώνοντας την ίδια ανάγκη για απομόνωση, ένιωσες να γελά περιπαιχτικά και ταυτόχρονα να σε περιφρονεί έχοντας τα μάτια του κλειδωμένα σε εκείνη την ξύλινη επιφάνεια η οποία από ώρα είχε λειτουργήσει σαν η δική του προσωπική πύλη που είχε διαβεί προσπαθώντας να ξεφύγει από έναν κόσμο δυστυχώς γεμισμένο μέχρι πάνω με τίποτα.<br />
Μια φασαρία στα αριστερά σου και ελάχιστα δευτερόλεπτα ήταν αρκετά για να αποσυνδεθείς από αυτή την τόσο περίεργη πραγματικότητα και όταν επέστρεψες το μόνο που μπόρεσες να κάνεις ήταν να παραμείνεις στην καρέκλα σου παρατηρώντας ένα φευγιό για το οποίο δεν προετοιμάστηκες, ανήμπορος να κάνεις το οτιδήποτε για να το αλλάξεις ή να το εμποδίσεις.<br />
Ο ήλιος από ώρα είχε ξεκινήσει το δικό του μοναχικό ταξίδι για εκείνα τα σημεία που καρτερικά τον περίμεναν για να απαλλαγούν από τον μαύρο μανδύα που οι καταστάσεις τους επέβαλαν να φορούν και έτσι όλα αυτά τα πολύχρωμα φώτα που κάλυπταν το βουνό στα δεξιά σου κέντρισαν την ματιά σου που μέσα στα νέα αυτά δεδομένα έστεκε γυμνή και ένιωθε ότι είχε ανάγκη να επαναπροσδιοριστεί μέσα από μια άλλη εικόνα.<br />
Τα παρατήρησες λοιπόν και προσπάθησες αρχικά να τα δεις ως μια ενιαία εικόνα. Εν συνεχεία όμως σχετικά άμεσα, τα απομόνωσες και προσπάθησες να τα δεις ως διαφορετικές ανεξάρτητες οντότητες.<br />
Ο αέρας σταμάτησε και μαζί του σταμάτησε και η βουή του κόσμου. Το ερώτημα επέστρεψε και το κενό που εξακολούθησε να αφήνει η έλλειψη κάποιας οποιασδήποτε απάντησης σε ζόρισε.<br />
<i>Ποιος είμαι εγώ που νιώθω τον εαυτό μου να ζορίζεται, παρατηρώντας έναν ακόμα εαυτό να παρατηρεί;</i><br />
Φώτα μέσα σε άλλα φώτα και στο αποτέλεσμα η οπτική να είναι απόλυτα εξαρτημένη από το ίδιο το υποκείμενο της παρατήρησης. Μπερδεύτηκες και το χαμόγελο που αυθόρμητα σχηματίστηκε για κάποιον που γνωρίζει να το αποκωδικοποιήσει, εξέφραζε με τον πλέον ξεκάθαρο τρόπο την αδυναμία σου να κατανοήσεις.<br />
Είχες χαθεί τόσο πολύ σε αυτές τις σκέψεις για ώρα και το χέρι που ένιωσες να σε αγγίζει τρυφερά στον ώμο σε ώθησε να επιστρέψεις στο παρόν με έναν αρκετά σκληρό τρόπο.<br />
Σε κοίταξε και χωρίς να πει κουβέντα σου έγνεψε να τον ακολουθήσεις. Μαγνητισμένος σηκώθηκες και ξεκίνησες να περπατάς. Σε κάθε βήμα ο ήχος αυξανόταν και χωρίς με σιγουριά να μπορείς να πεις το πως, γινόταν και καθαρότερος.<br />
Άφησες πίσω σου ένα μικρό κουτάλι του καφέ, ακριβώς τη στιγμή που ακουμπούσε στην λευκή πορσελάνινη βάση του ποτηριού, ένα ξεψυχισμένο σ αγαπώ λίγο παρακάτω, ένα βλεφάρισμα και μια σκέψη και έναν φόβο και ακριβώς τότε σταμάτησε και γυρνώντας προς το μέρος σου, σου μίλησε και εσύ μπερδεύτηκες ακόμα περισσότερο. Το στόμα του παρέμεινε ακίνητο όμως η φωνή του ακούστηκε καθαρά σε κάθε γωνιά του μυαλού σου.<br />
<i>Τι πιστεύεις ότι όλοι αυτοί οι άνθρωποι συζητούν; </i>Μια ερώτηση μικρή και σαφής και μετά ξανά σιωπή.<br />
Τον κοίταξες γεμάτος περιέργεια. <i>Είναι σαν να με ρωτάς από που φωτίζονται όλα αυτά τα διαφορετικά φώτα στο βουνό, </i>αποκρίθηκες προσπαθώντας να φανείς όσο λιγότερο ανεπαρκής μπορούσες.<br />
Όμως η πραγματικότητα σχεδόν πάντα γεμάτη με ειρωνία όταν είμαστε αδαείς ή πραγματικά έτοιμοι για το παρακάτω έχει την μοναδική δύναμη να μας σοκάρει μέσα από την απλότητα των επεξηγήσεων της.<br />
Τι σε κάνει να πιστεύεις ότι όλα αυτά τα φώτα έχουν παραπάνω από μια πηγή, σε ρώτησε και σε ζόρισε όσο χρειαζόταν ώστε να φτάσεις στα όρια σου. Χωρίς να σε ρωτήσει σε έπιασε σφιχτά από τον καρπό και χωρίς καμία προειδοποίηση ξεκίνησε να τρέχει, παρασέρνοντας σε σε μια τροχιά που όσο γινόταν γρηγορότερη τόσο περισσότερο σε πίεζε.<br />
Είδες τα φώτα να μεγαλώνουν και να πλησιάζουν όλο και πιο κοντά ώσπου μέσα σε μια στιγμή έγινες αέρας και πέρασες μέσα από μια σχισμή στο πίσω μέρος της τρύπας που από μακρυά φάνταζε σαν ένα αυτόνομο φως.<br />
Πέρασες λοιπόν στο πίσω μέρος, εκεί που τα φώτα παρατήρησες πλέον ότι δεν ήταν τίποτα άλλο από τρύπες μιας εικόνας που ένας τεράστιος και λαμπερός ήλιος φώτιζε και έτσι τα έκανε να ομοιάζουν με φώτα στα μάτια τόσο τα δικά σου, όσο και όποιου η ματιά μπορούσε να ξεγελαστεί.<br />
<i>Τα πάντα εξηγούνται, </i>σου είπε<i>, αρκεί να μπορείς να αμφισβητήσεις αυτόν τον εαυτό που αρχικά σου δίνει τις πληροφορίες που νομίζεις ότι χρειάζεσαι ώστε να ανταπεξέλθεις στην οπτική που ο φόβος δημιουργεί στην πορεία σου προς την κατανόηση.</i><br />
Βλεφάρισε τα μάτια του και σε ώθησε να κάνεις το ίδιο. Αυτή η απειροελάχιστη στιγμή που αποσυνδέθηκες από αυτή την πραγματικότητα, ήταν αρκετή να σε κάνει να επιστρέψεις στην παραλία και στο τραπέζι που αρχικά είχες επιλέξει και από το οποίο θυμόσουν λίγο πριν να σηκώνεσαι.<br />
Σε είχε τραβήξει εκείνος. Ένιωθες ακόμα τον ηλεκτρισμό που είχε αφήσει στον ώμο σου. Και όταν κοίταξες ευθεία, εκεί στην δική του θέση μπερδεύτηκες ακόμα περισσότερο. Έμεινες να τον παρατηρείς να μιλά και να γελά με ένταση μη θυμίζοντας σε τίποτα την απομονωμένη φιγούρα που είχες στο μυαλό σου.<br />
Ένα μυαλό που μέσα σε τούτο τον παραλογισμό προτίμησε να απομονωθεί, εγκλωβίζοντας τη σκέψη σου σε ατραπούς πρωτόγνωρες, προσπαθώντας να βρει μια κάποια απάντηση στο ερώτημα που είχε αναδυθεί νωρίτερα, νιώθοντας ότι με αυτόν τον τρόπο θα κάνει κάποια έστω υποτυπώδη επανεκκίνηση και όλα θα αποκτήσουν κάποιο νόημα.<br />
<i>Ποιος είμαι λοιπόν εγώ που με παρατηρώ;</i><br />
<i>Ποιος είμαι εγώ που αναρωτιέμαι ποιος είμαι εγώ;</i><br />
Όμως το κυριότερο και δυσκολότερο ερώτημα είναι <i>ποιος τελικά είμαι εγώ όταν συγκρίνομαι με το εσύ.</i><br />
Ο αέρας δυνάμωσε και μαζί του επέστρεψε και η βουή με την διαφορά ότι τώρα χωρίς να μπορείς να ακούσεις κάτι συγκεκριμένο κοιτούσες τους ανθρώπους γύρω σου να μιλούν και να γελούν, στην προσπάθεια που κατέβαλαν να ξορκίσουν την μοναξιά και την ανασφάλεια που είχαν μάθει να κουβαλούν παντού σαν μόνιμη παρέα τους. Μέσα από το δικό τους εγώ που παρατηρούσε το εγώ τους να προσπαθεί...<br />
<br /></div>
Σείριοςhttp://www.blogger.com/profile/04059094487856082906noreply@blogger.com0tag:blogger.com,1999:blog-3740487471645675900.post-1203185529167557992014-07-19T06:57:00.000-07:002014-07-22T14:40:33.338-07:00Επίλογος χωρίς προειδοποίηση<div dir="ltr" style="text-align: left;" trbidi="on">
<div class="separator" style="clear: both; text-align: center;">
<a href="http://2.bp.blogspot.com/-DkEj1cJ6nGo/U8p5AIsszsI/AAAAAAAAAM4/-T0Wn_zbXO8/s1600/113.JPG" imageanchor="1" style="margin-left: 1em; margin-right: 1em;"><img border="0" src="http://2.bp.blogspot.com/-DkEj1cJ6nGo/U8p5AIsszsI/AAAAAAAAAM4/-T0Wn_zbXO8/s1600/113.JPG" height="240" width="320" /></a></div>
<br />
<br />
Οι όμορφες ψυχές ταλαιπωρούνται τα μεσάνυχτα. Κάθε που αλλάζει η μέρα και μηδενίζει το κοντέρ, νιώθουν μια τρελή επιθυμία να νικήσουν τα όρια και να βγουν από εκείνες τις δεσμεύσεις που ο χρόνος και ο τόπος ορίζουν.<br />
Έτσι ήταν και εκείνος. Μια όμορφη ψυχή που όταν την πρωτοσυνάντησες αυτό το πρώτο χνούδι στο πάνω χείλος, τον έκανε να φαντάζει λίγο αστείος. Γέλασες και του το είπες. Εκείνος σε κοίταξε και χωρίς να πει το παραμικρό, άνοιξε το γκάζι και σχεδόν στιγμιαία μεγάλωσε την μεταξύ σας απόσταση, αφήνοντας σε πλέον μόνο στη μέση μιας μεγάλης αλάνας. Το μηχανάκι του μικρο, αλλά αρκετά δυνατό για να τον μεταφέρει δεξιά και αριστερά και σε τούτη την ηλικία να τον βοηθά να νιώθει, έστω και χωρίς να το καταλαβαίνει απόλυτα, ότι δραπετεύει και γίνεται λίγο μεγαλύτερος.<br />
<i>Τι και αν το σώμα μας δεν νιώθει, αυτό που ξέρει η ψυχή</i>.., Ξεκίνησες να γράφεις αρκετά χρόνια αργότερα. Ένα πρωινό του Ιούλη, από εκείνα που χαράζονται στην ψυχή μας ανεξίτηλα, χωρίς καν να μας ρωτήσουν. Δεν περιμένουν ποτέ για κάποια έγκριση. Το μόνο που απαιτείται είναι συνήθως μια μικρή ενημερωτική φράση, ικανή να αλλάξει όλα τα δεδομένα και χωρίς δεύτερες σκέψεις να ορίσει μια για πάντα τούτο το Σαββατιάτικο πρωινό ως θλιμμένο.<br />
<i>Χάσαμε τον Γιάννη</i>. Τρεις λέξεις και ύστερα σιωπή. Το μυαλό σου αρχικά αντέδρασε. <i>Τι είναι για να τον χάσουμε,</i> ρώτησες προσπαθώντας να εξαφανίσεις όλα τα υπόλοιπα ενδεχόμενα.<i> βελόνα;</i><br />
Η άλλη άκρη της γραμμής παρέμεινε σιωπηλή και έτσι τούτο το νοητό χαστούκι που η πραγματικότητα σου έδωσε τόσο ενήλικα, σε πόνεσε και σε υποχρέωσε να δεχτείς την σκληρή της φύση.<br />
Χωρίς άλλες κουβέντες έκλεισες το τηλέφωνο και επέστρεψες σε εκείνη την αλάνα με το ημερολόγιο του μυαλού σου να γράφει 1992. Μια εποχή τόσο κοντά χρονικά στο σήμερα όμως τόσο διαφορετική ως προς τον τρόπο ζωής που επέβαλε. Χωρίς διαδίκτυο και ψεύτικους φίλους, χωρίς οθόνες και καλοφτιαγμένα στάτους. Μόνο αλήθεια και παιδική άγνοια. Αθωότητα και παγωτό χωνάκι τα καλοκαιρινά απογεύματα Σαββάτου που με το λεωφορείο πηγαίνατε ως την Κηφισιά, προσπαθώντας να μεγαλώσετε όσο μπορούσατε γρηγορότερα.<br />
Εκείνος ήταν μικρότερος, όμως μόνο ηλικιακά. Η ψυχή του πέρα από όμορφη ήταν και δουλεμένη, τόσο όσο χρειαζόταν για να μπορεί ισότιμα να στέκει στις συζητήσεις σας και να νιώθει και εκείνος ότι τον αποδέχεστε.<br />
Πιο παιδί δεν θέλει να μεγαλώσει και ποιος έφηβος δεν θέλει να αρέσει;<br />
Το μυαλό σου σε ώθησε να επιστρέψεις σε εκείνη την αλάνα και ξεκινώντας από εκεί να προβάλεις μια ταινία μικρού μήκους στο μυαλό σου έχοντας εκείνον ως πρωταγωνιστή.<br />
Άντεξες μόλις λίγα δευτερόλεπτα, έως ότου το συνειδητό σου κατακλυστεί από τούτη την αλήθεια που ένα σύρμα γεμάτο ηλεκτρισμό σου είχε μεταφέρει λίγο νωρίτερα, και ξέσπασες σε λυγμούς.<br />
Δεν μπορούσες να προσδιορίσεις ακριβώς γιατί έκλαιγες. Αρχικά έβαλες τον τίτλο -<i> Αδικία-</i>. Ήταν νέος και είχε ακόμα πολλά να κάνει.<br />
Έκλεισες τα μάτια σου νιώθοντας τα πλέον να σε πονάνε και η εικόνα του ξεκίνησε να προβάλλεται παντού μέσα στο κεφάλι σου, φορώντας διαφορετικά ρούχα και ζώντας σε τόσες διαφορετικές περιόδους. Σε μια παραλία καλοκαίρι να κοιτιέστε με νόημα, λίγο μετά το πρώτο φιλί που ο τότε μεγάλος σου έρωτας σου είχε δώσει, με το φεγγάρι να φωτίζει ένα σ αγαπώ γραμμένο με αθωότητα στην άμμο. Έξω από ένα σινεμά με εσένα να τσαμπουκαλεύεσαι με αστυνομικούς νομίζοντας πως έχεις δίκιο, και εκείνον να έχει ασπρίσει και να σε σκουντά προσπαθώντας να σε προφυλάξει. Στην αυλή του σπιτιού του που περήφανα σου έδειξε την καινούργια του μηχανή.<br />
Κατέληξες ώρα μετά στο μοναστηράκι στα μέσα της δεκαετίας του `90 να τριγυρνάτε από μαγαζί σε μαγαζί ψάχνοντας για εκείνο το ζευγάρι μπότες Βέρμαχτ που νομίζατε ότι χρειαζόσασταν για να γίνετε περισσότερο cool. Χαμογέλασες καθώς θυμήθηκες ότι προσπαθούσατε να καταλάβετε την αυθεντικότητα τους μη έχοντας καμία γνώση και τελικά καιρό μετά ανακαλύψατε ότι αυτό που νομίζατε για σίδερο δεν ήταν κάτι περισσότερο από πεπιεσμένο χαρτόνι. Αυτό όμως ποτέ δεν σας εμπόδισε να τις φοράτε και να χορεύετε ξανά και ξανά το Basket Case των Green Day, το οποίο είχε μόλις κυκλοφορήσει και σας είχε πάρει τα μυαλά.<br />
Βαριανάσανες για αρκετή ώρα ώσπου να μπορέσεις ξανά να ελέγξεις την αναπνοή σου και τότε αυθόρμητα πήρες ένα κομμάτι χαρτί νιώθοντας την ανάγκη να το μουτζουρώσεις και έτσι να προσπαθήσεις να βάλεις τις σκέψεις σου σε μια σειρά.<br />
Πήρες το χαρτί, πήρες και ένα στυλό που βρήκες δίπλα σου και την στιγμή που το ένα άγγιξε το άλλο ένιωσες σαν να παγώνεις.<br />
<i>Τι μπορώ να γράψω</i>; σκέφτηκες. <i>Πως μπορώ άραγε να φυλακίσω σε δυο γραμμές μια ολόκληρη ζωή με έναν άνθρωπο που γεννήθηκε ξένος, έγινε φίλος και κατέληξε να βρίσκεται στην ψυχή μου και στην καρδιά μου ως αδελφός. Ως ο μικρότερος μου αδελφός για τον οποίο πάντα ήμουν περήφανος.</i><br />
Ξεφύσηξες και κοίταξες γύρω σου. Ο δρόμος ακριβώς έξω από το παράθυρο σου, σε τούτο το αγγλικό προάστιο που η ζωή σε έσπρωξε να βρεθείς εδώ και καιρό, παρέμεινε ενοχλητικά ήρεμος και ουδέτερος. Σαν να μην μπορούσε να κατανοήσει το μέγεθος της τραγωδίας. Σαν να μην ενδιαφερόταν καν. <i>Πως είναι δυνατόν</i>, φώναξες όσο πιο δυνατά μπορούσες και δάκρυα πλημμύρισαν τα ήδη κόκκινα μάτια σου.<br />
Οι όμορφες ψυχές ταλαιπωρούνται τα μεσάνυχτα και ψάχνουνε τρόπο να αλλάξουνε τη μοίρα. Η δική του τελικά γραμμένη από καιρό, τον περίμενε μερικές ώρες μετά το ξεκίνημα μιας νέας μέρας, για να ολοκληρώσει μια σύντομη αλλά πολύ σημαντική ζωή γεμάτη αξιοπρέπεια και προσπάθεια.<br />
Έψαξες στα συρτάρια σου και δεν σου ήταν δύσκολο να την βρεις. Άλλωστε φεύγοντας πήρες ελάχιστες φωτογραφίες μαζί σου, γνωρίζοντας ότι κάποια θλιμμένα απογεύματα που έξω η βροχή θα μούσκευε τα πάντα, θα ένιωθες την ανάγκη να αναπολήσεις το παρελθόν και να χαθείς μέσα τους.<br />
Ήσασταν παρέα στο νησί και κάτω δεξιά η ημερομηνία ήταν Αύγουστος του 1999. Κοιτούσατε το φακό με αυτοπεποίθηση και γιατί όχι άλλωστε. Το μέλλον ήταν μπροστά και το άμεσο παρελθόν ήταν γεμάτο όμορφες εμπειρίες.<br />
Ένας αναστεναγμός βγήκε αυθόρμητα από μέσα σου και ένα γαμώτο έφτασε μέχρι το δρόμο και τους περαστικούς που ανίδεοι συνέχισαν την πορεία τους. Όμως έτσι δυστυχώς είναι ο θάνατος. Προσωπικός και μοναχικός. Σε ωθεί να βιώσεις την απώλεια θες δεν θες και τις περισσότερες φορές όσα χαρτιά και να μουτζουρώσεις, δυστυχώς δεν θα μπορέσεις να ισοσταθμίσεις τούτη την ανάγκη για μια έστω τελευταία αγκαλιά.<br />
Πως λοιπόν λες αντίο σε έναν άνθρωπο με τον οποίο έχεις μοιραστεί τις μισές αναμνήσεις της ζωής σου; Πως αποδέχεσαι ότι έφυγε για πάντα, άσχετα αν μερικές ημέρες πριν τον κοιτούσες στα μάτια και του χαμογελούσες πλατιά, νιώθοντας ευτυχής που τον έχεις απέναντι σου, ακούγοντας τους προβληματισμούς του για το μέλλον, προσπαθώντας να τον πείσεις να τα αφήσει όλα και να έρθει παρέα στα ξένα μακρυά από όλες εκείνες τις καταστάσεις που ποτέ του δεν επέλεξε να ζήσει και που όμως αντιμετώπισε για χρόνια παλικαρίσια και με περισσή αξιοπρέπεια.<br />
Πως μπορείς να πεις αντίο στον αδελφό σου, άσχετα αν τον γέννησε άλλη μητέρα, ο οποίος ήταν πάντα εκεί από όταν θυμάσαι τον εαυτό σου;<br />
Οι όμορφες ψυχές ταλαιπωρούνται τα μεσάνυχτα, όμως έρχεται πάντα ένα ξημέρωμα να τους πάρει μακρυά και να τους οδηγήσει σε άλλες ατραπούς και να τους επιβραβεύσει για το σθένος και την ανθρωπιά με την οποία διαχειρίστηκαν τη ζωή τους και δίδαξαν και όλους εμάς πως να γίνουμε λίγο περισσότερο άνθρωποι.<br />
Κοίταξες το χαρτί που πεισματικά παρέμενε λευκό και πιέζοντας το χέρι και το μυαλό σου με όση δύναμη σου είχε απομείνει ξεκίνησες να αποτυπώσεις τα όρια τούτης της τραγωδίας.<br />
<i>Έξω η ζωή, μέσα η απώλεια. Συγκρούσεις τρομερές, στιγμές μικρές</i>.<br />
Το κοίταξες και συμπλήρωσες από κάτω με κεφαλαία γράμματα <b>ΑΝΤΙΟ</b>. Ένα αντίο που σου φάνηκε τόσο παράταιρο που σχεδόν την στιγμή που το έγραψες, πέρασες από πάνω του μια γραμμή ακυρώνοντας το.<br />
<i>Σ αγαπώ πολύ, εις το επανιδείν αδελφέ.</i><br />
Αυτή ήταν η φράση η σωστή και μόλις την αποτύπωσες το ένιωσες βαθιά στην ψυχή σου.<br />
<i>Εις το επανιδείν αδελφέ. Σ αγαπώ...</i></div>
Σείριοςhttp://www.blogger.com/profile/04059094487856082906noreply@blogger.com1tag:blogger.com,1999:blog-3740487471645675900.post-63982346310569779042014-06-26T18:42:00.003-07:002017-08-01T01:19:21.321-07:00Ο πρώτος φόβος<div dir="ltr" style="text-align: left;" trbidi="on">
<div class="separator" style="clear: both; text-align: center;">
<a href="http://1.bp.blogspot.com/-YjFuXhskbIQ/U6zL4THupNI/AAAAAAAAAMo/I7jwuzU6gds/s1600/2013+1280.JPG" imageanchor="1" style="margin-left: 1em; margin-right: 1em;"><img border="0" height="240" src="https://1.bp.blogspot.com/-YjFuXhskbIQ/U6zL4THupNI/AAAAAAAAAMo/I7jwuzU6gds/s1600/2013+1280.JPG" width="320" /></a></div>
<div class="separator" style="clear: both; text-align: center;">
<br /></div>
Αυτή η λέξη σου βγήκε αυθόρμητα. Ξεκίνησε σαν εκπνοή και δυστυχώς κατέληξε σε δήλωση και μάλιστα βαρυσήμαντη. Εκείνη ατάραχη σαν να περίμενε τούτη την αντίδραση σου, απλά σε έφερε αντιμέτωπο με τον εαυτό σου. Είχε αυτή τη μοναδική ικανότητα να παίζει ανά πάσα στιγμή ένα νοητικό πινγκ πονγκ με τις σκέψεις σου και εσύ δυστυχώς όσος καιρός και αν πέρασε, παρέμεινες απελπιστικά αρχάριος στην προσπάθεια σου να αναχαιτίσεις τούτες τις επιθέσεις.<br />
<i style="font-weight: bold;">Οκ λοιπόν, τι είναι αυτό που φοβάσαι ; </i>Τόσο απλά μια ερώτηση σε νίκησε με συνοπτικές διαδικασίες και σε άφησε χωρίς φωνή να κοιτάς, έχοντας το ύφος του νικημένου που του αφαιρέθηκε η νίκη την τελευταία στιγμή.<br />
Ήσουν πεπεισμένος ότι αυτή σου η δήλωση θα προκαλούσε μια μικρή έστω διαμάχη και μέσα στο μυαλό σου είχες προετοιμάσει διάφορες απαντήσεις, εκτός από εκείνη που τώρα χρειαζόσουν. Έπρεπε να παραδεχτείς ότι τούτη η νοητική προετοιμασία ήταν ελλιπής και τώρα ουσιαστικά στεκόσουν αντιμέτωπος με τον εαυτό σου, αυτόν τον τόσο οικείο άγνωστο.<br />
<i>Τι φοβάμαι,</i> αναρωτήθηκες φωναχτά, νομίζοντας ότι αυτός ο τρόπος ήταν ο πλέον έξυπνος ώστε να κερδίσεις λίγο χρόνο ακόμα ώστε να μπορέσεις να επεξεργαστείς και να φιλτράρεις κατάλληλα την απάντηση που θα σε έστεφε νικητή.<br />
Εκείνη σου χαμογέλασε και παρέμεινε αμίλητη γνωρίζοντας εκ των προτέρων ότι η νίκη ήταν δική της και έτσι απλά έδειξε λίγη παραπάνω μεγαλοψυχία.<br />
Είναι πάντα ετούτη η πονηρή ερωμένη που λέγεται εμπειρία, η οποία και έχει τη δύναμη να μας ωθήσει να βιώσουμε καταστάσεις οι οποίες σχεδόν πάντα μας κάνουν να ανοίξουμε τα μάτια μας και να δούμε καθαρά, με αδούλωτο πλέον μάτι που λέει και ο μεγάλος ποιητής της Κρήτης, όλα τα φαινόμενα και όλες εκείνες τις αλήθειες όσο πικρές και αν φαντάζουν και έτσι να νικήσουμε τις σκιές που συνήθως δημιουργούνται από τη μοίρα με μόνο σκοπό να μας παραπλανήσουν δοκιμάζοντας την πίστη μας σε τούτο το αδιαίρετο μονοπάτι που οφείλουμε να βαδίσουμε από την αυγή μέχρι το δειλινό, πλησιάζοντας ολοένα προς την ολοκλήρωση.<br />
Μέσα από τα φοβισμένα μάτια σου θυμήθηκε την δική της πρώτη φορά που βρέθηκε σε τούτη την τόσο περίεργη θέση. Κόντευε τα τριάντα και από την αγκαλιά της είχαν περάσει περίπου όσοι άντρες είχαν περάσει από το κρεββάτι της. Σχεδόν με όλους είχε ζήσει το ίδιο μοτίβο. Ενθουσιασμός, υπομονή, κατανόηση, συνειδητοποίηση, ανυπομονησία, μοναξιά, χωρισμός. Τα επτά στάδια που όλοι περνάμε μέσα στις σχέσεις, χωρίς δυστυχώς τις περισσότερες φορές να έχουμε τη δυνατότητα να τα αντιληφθούμε και να τα κατανοήσουμε.<br />
Μαθαίνουμε να τα συμπιέζουμε όλα μέσα σε μια μικρή σακούλα και στην ετικέτα απλά γράφουμε έρωτας. Κόκκινα μεγάλα γράμματα, δύο τρεις καρδούλες εδώ και εκεί και το παραμύθι είναι έτοιμο.<br />
Η μοναξιά δίνει τη θέση της στη συντροφικότητα και εκείνο το χάδι που απλόχερα μας χαρίζεται είναι η αιτία που χαμογελάμε συνεχώς, αφήνοντας το να μας ενθουσιάσει.<br />
Υπάρχει κάποιος να μοιραστούμε το κρεββάτι μας, την αγαπημένη μας εκπομπή και κάποιες φορές και τον οργασμό μας που όμως πάντα απέχει από εκείνο το νεανικό συναίσθημα που μπορούσε να μας κάνει να μουδιάζουμε από τα δάχτυλα των ποδιών ως τα πιο απόκρυφα μας όνειρα.<br />
Σε κοίταξε λίγο καλύτερα και μπόρεσε να δει ότι αυτό το είχες ήδη γνωρίσει. Γραμμένη κάπου κάτω δεξιά ήταν η λέξη ενθουσιασμός. Το ένιωσες και της ανταπέδωσες το χαμόγελο. Ήξερες και ίσως για αυτό το λόγο φοβόσουν. Κάθε διαδικασία εξελίσσεται μέσα από συγκεκριμένες ατραπούς και έτσι λίγο πολύ τα βήματα είναι γνωστά.<br />
Όταν ο ενθουσιασμός, έστω ο πρόσκαιρα βαφτισμένος με το ιερό όνομα του έρωτα, έρθει αντιμέτωπος με το χρόνο, τότε ξεθωριάζει και αλλοιώνεται, αφήνοντας σε με ένα συναίσθημα υπομονής. Ότι θα ανακάμψει, ότι θα ενεργοποιηθεί ή ίσως ότι δεν θα αλλάξει παραπέρα.<br />
Εκεί βρίσκεται και η αδιόρατη γραμμή που σε περνά στον κόσμο της κατανόησης. Ένα μη προγραμματισμένο meeting που απαιτεί παραπάνω χρόνο ή μια βόλτα μετά τη δουλειά που σε αναγκάζει να κοιμηθείς μοναχή σου γνωρίζοντας ότι θα είναι άκαρπο να περιμένεις. Όμως εξακολουθείς να έχεις κατανόηση. Τόση όση χρειάζεται για να μπορείς να εξαπατάς τον εαυτό σου που γεμάτος από ανάγκες εθελοτυφλεί προσπαθώντας να κρατήσει ισορροπίες σημαντικές για την καθημερινή του συνύπαρξη με όλους εκείνους που αυθαίρετα έχει καταχωρήσει στο μυαλό του ως σημαντικούς. Μια διαδικασία δυστυχώς βραχυχρόνια διότι κατά βάθος γνωρίζεις ότι ο χρόνος μέσα από τη διττή του υπαρξιακή υπόσταση φανερώνει τα πάντα. Οπότε η συνειδητοποίηση είναι μονόδρομος αργά ή γρήγορα, αν πραγματικά θέλεις να διατηρήσεις ένα έστω μικρό ίχνος αυτοσεβασμού. Και τότε η κατάβαση ξεκινά και απαιτεί άμεσα ανταλλάγματα, τα οποία όμως πολύ γρήγορα κατανοείς ότι είναι τόσο μεγάλα και απαιτητικά που ξεκινάς να απελπίζεσαι. Όχι για άλλο λόγο παρά γιατί ήθελες τούτη η αυταπάτη να διαρκέσει λίγο παραπάνω.<br />
Έτσι ξεκινάς να πιέζεις για αυτόν τον τόσο πολύτιμο χρόνο που θεωρείς ότι σου στερούν χωρίς κανένα δικαίωμα. Η κατανόηση και το σκεπασμένο φαγητό στο φούρνο δίνουν τη θέση τους στον παραλογισμό και τα συνεχόμενα τηλέφωνα που νιώθεις ότι χρειάζεσαι ώστε να διατηρήσεις για λίγο ακόμα τον έλεγχο. Όμως τώρα τρως μόνη σου και το κρεββάτι σου γεμίζει τις ώρες που δεν κάνει κάποια διαφορά. Η αγαπημένη σου εκπομπή σε αφήνει με ένα πικρό χαμόγελο, λόγω της απουσίας ενός διαλόγου που τόσο πολύ έχεις ανάγκη και τότε είναι που η μοναξιά σου χτυπά ξανά την πόρτα και δεν σου αφήνει άλλα περιθώρια για όνειρα. Με συνοπτικές συνήθως διαδικασίες ο χωρισμός είναι δεδομένος και έτσι λίγο καιρό μετά το μόνο που μένει είναι μια φωτογραφία σε κάποιο συρτάρι και μια οδοντόβουρτσα παραπεταμένη στο μπάνιο που προσποιείσαι ότι είναι κάποιου συγκάτοικου, αλλά μέσα σου ξέρεις. Η ανάγκη σε ωθεί να την αφήνεις εκεί να υπάρχει ως μια απόδειξη ότι όλο αυτό το παρελθόν ήταν αληθινό και εσύ ήσουν εκεί παρούσα να το ζήσεις.<br />
Επτά στάδια, πάντα τα ίδια, με διαφορά μόνο στα ονόματα και σε κάποιες συνήθειες. Όμως τούτος ο φόβος που σήμερα κουβαλάς μέσα από την ανάσα σου νιώθεις ότι είναι κάτι διαφορετικό.<br />
Εκείνη σπάζοντας τη σιωπή της μέσα σε κλάσματα του δευτερολέπτου, σε ώθησε να βιώσεις τούτο το φόβο στο έπακρο, απλά αντικρίζοντας τον.<br />
Αχ ! Ο έρωτας. Σε κάνει να χάνεις τα πάντα. Τον ύπνο σου, τη σκέψη σου και τις παραμέτρους σου. Σε σπρώχνει σε ένα γκρεμό και εσύ πέφτεις και τούτη η κάθοδος αναιρεί τα πάντα.<br />
Και εκείνη την πρώτη της φορά ένιωσε χαμένη, μπερδεμένη και απόλυτα τρομοκρατημένη από αυτό το μοναδικό συναίσθημα στο οποίο δεν χωρούσε τίποτα παραπέρα από την αλήθεια. Η διαδικασία σε γενικές γραμμές ανάλογη, με την μόνη διαφορά ότι τούτη η εξασθένηση των συναισθημάτων μέσα στο χρόνο, δεν οδηγεί στη μοναξιά αλλά στην ευγνωμοσύνη για όλες αυτές τις μικρές στιγμές που χαράσσονται για πάντα στην ψυχή μας.<br />
Σου έπιασε το χέρι, σε κοίταξε βαθιά στα μάτια και σε ξαναρώτησε. <b><i>Τι είναι αυτό που φοβάσαι;</i></b><br />
Τον εαυτό μου, απάντησες ξέπνοα, υποκύπτοντας σε τούτη την ήττα νιώθοντας πλέον ότι ήταν η ώρα να την αποδεχθείς.<br />
<i>Τον εαυτό μου που έχει βγει από τα όρια</i>, είπες συνεχίζοντας. Τ<i>ον εαυτό μου που νόμιζα ότι γνώριζα και τώρα μόνο στο άκουσμα ενός ονόματος ή μιας φωνής τον νιώθω έτοιμο για πράγματα και καταστάσεις που μέχρι τώρα δεν είχα ποτέ φανταστεί ότι υπάρχουν μέσα μου ως ενδεχόμενα.</i><br />
<i>Φοβάμαι τούτη τη μοναδική κατάρα και ευλογία του έρωτα από την οποία ξέρω ότι δεν θα βγω ποτέ ξανά ο ίδιος...</i></div>
Σείριοςhttp://www.blogger.com/profile/04059094487856082906noreply@blogger.com1tag:blogger.com,1999:blog-3740487471645675900.post-5833729364058565702014-05-27T17:31:00.004-07:002014-05-27T17:31:30.570-07:00Μαραμπού<div dir="ltr" style="text-align: left;" trbidi="on">
<div class="separator" style="clear: both; text-align: center;">
<a href="http://4.bp.blogspot.com/-dQ8refmFfgw/U4UuENAGzwI/AAAAAAAAAMU/ql9UaQg7RR0/s1600/117.JPG" imageanchor="1" style="margin-left: 1em; margin-right: 1em;"><img border="0" src="http://4.bp.blogspot.com/-dQ8refmFfgw/U4UuENAGzwI/AAAAAAAAAMU/ql9UaQg7RR0/s1600/117.JPG" height="240" width="320" /></a></div>
<div class="separator" style="clear: both; text-align: center;">
<br /></div>
<i>Αυτός ο ήλιος με μελαγχολεί, με κάνει να θυμάμαι όσα δεν θέλω και μου ζητά όσα δεν μπορώ</i>.<br />
Στο είπε μετά από μία παρατεταμένη σιωπή που όμορφα είχε βυθίσει τον καθένα στις δικές του σκέψεις.<br />
Η φωνή του μετέφερε πόνο. Όχι αβάσταχτο ή ακατανόητο. Όχι, δεν ήταν κάτι τέτοιο δυστυχώς.<br />
Ήταν εκείνος ο πόνος ο κατασταλαγμένος, εκείνο το συναίσθημα που σαν βαρίδι κουβαλάμε μέσα μας όταν πλέον είμαστε σίγουροι ότι τίποτα δεν μπορεί να αλλάξει και όλη τούτη η κατάσταση έχει καταχωρηθεί και επίσημα κάτω από την ετικέτα της ανάμνησης.<br />
Αυτός ο πόνος, ίδιος με τον πόνο που περήφανα μεταφέρουν οι Κέλτες διαμέσου των αιώνων μέσα από τα τραγούδια τους, απλώθηκε στην ατμόσφαιρα και σαν κεραυνός που κεντρίζει αυτόματα το μάτι, σε έκανε να γυρίσεις και να τον κοιτάξεις κατευθείαν στα μάτια.<br />
Στο βλέμμα σου η απορία δεν άφηνε περιθώρια για παρερμηνείες. Τι και αν τον γνώριζες καιρό, τούτο το συναίσθημα σε μαγνήτισε και σε αιχμαλώτισε τόσο πρωτόγνωρα, που σε ώθησε να ζητήσεις περισσότερες λεπτομέρειες ώστε να μπορέσεις να το κατανοήσεις.<br />
Εκείνος έκανε μια ακόμα παύση, άνοιξε την καφέ τσάντα που πάντα κουβαλούσε μαζί του και βγάζοντας από μέσα ένα χοντρό βιβλίο ξεκίνησε να το φυλλομετρά, σαν να έψαχνε κάτι συγκεκριμένο. Ήταν μερικές στιγμές αργότερα όταν με μουσική υπόκρουση τον απαλό παφλασμό των κυμάτων δίπλα σας, ξεκίνησε να απαγγέλλει. Ήταν Καββαδίας και σου ήταν παντελώς άγνωστο. Λίγο η αρχή ήταν γνώριμη αλλά, όχι τελικά δεν το είχες ακούσει ποτέ ξανά.<br />
<i><b>Λένε για μένα οι ναυτικοί, που εζήσαμε μαζί, πως είμαι κακοτράχαλο τομάρι διεστραμμένο</b></i>.<br />
Όταν τελείωσε, τα συναισθήματα σου ήταν ανάμεικτα. Χαρά και φόβος, λαχτάρα και άρνηση, μελαγχολία και όραμα.<br />
Στα αφτιά σου έμεινε για λίγο να επαναλαμβάνεται η τελευταία φράση, <i><b>και έτσι καθώς επίμονα και εκείνο με κοιτά, νομίζω πως στη μοναξιά και στη βλακεία του μοιάζω.</b></i><br />
Απουσίες λοιπόν, ντυμένες τόσο όμορφες λέξεις και χρώματα σαν να επρόκειτο για γιορτή. Όμως πάντα όταν μπορέσεις να κοιτάξεις με καθαρή ματιά το γεγονός που γιορτάζουν, τότε δυστυχώς ένα δάκρυ σχεδόν πάντα ξεφεύγει αυθόρμητα για όλες εκείνες τις απουσίες που και εσύ ο ίδιος κουβαλάς και για τις οποίες δεν είπες ποτέ ούτε μια κουβέντα.<br />
Τις έντυσες με μουσικές και χαμόγελα και έκανες ότι και όλοι οι υπόλοιποι. Προσποιήθηκες ότι ήταν παρουσίες.<br />
Εκείνος έστρεψε το βλέμμα του στα αριστερά και από εκεί στον ορίζοντα. Η ηρεμία της θάλασσας σε συνάρτηση με την ζέστη που έκανε έντονη την παρουσία του καλοκαιριού, ωθούσε εκεί στο βάθος τον ορίζοντα να χάνεται και την θάλασσα με έναν όμορφο τρόπο να ενώνεται με τον ουρανό.<br />
<i>Η ζωή καθημερινά μας διδάσκει μέσα από τις εικόνες τις</i>, σου είπε και μετά ξανά σιωπή. Για κάποιο τρίτο σίγουρα θα ήσασταν περίεργο θέαμα, όμως εσύ είχες πλέον συντονιστεί και καταλάβαινες απόλυτα τι εννοούσε.<br />
Που τελειώνει ο ουρανός και που ξεκινά η θάλασσα αναρωτήθηκες. Ο ουρανός, ο γεμάτος καρπούς και υποσχέσεις να αντανακλά την αντρική του φύση μέσα από τις γαλήνες και τα ξεσπάσματα του που τόσο άναρχα διάφοροι εξωγενείς παράγοντες δημιουργούν κάθε στιγμή.<br />
Και η θάλασσα που καλυμμένη με την σοφία που περιβάλλει την θηλυκή της φύση, έχει πάντα την κατανόηση αλλά και την σκληρότητα να δημιουργεί και να ενεργεί.<br />
Που λοιπόν τέμνονται τούτες οι δυνάμεις αναρωτήθηκες φωναχτά και η απάντηση ήταν άμεση. <i>Πουθενά, και αυτό διότι πολύ απλά δεν είναι διακριτές, ούτε διαφορετικές, Αποτελούν τις δύο πλευρές ενός και μόνο νομίσματος που συνεχώς λανθασμένα αναρωτιόμαστε αν είναι κορώνα ή γράμματα.</i><br />
Μετά από αυτό πάλι σιγή. Η τρίτη και όπως το ένιωσες και η μεγαλύτερη.<br />
Άφησες το βλέμμα σου να φύγει εκεί προς τον ορίζοντα, μιμούμενος τις έτερες αντιδράσεις και τότε ήταν που κάτι λαμπύρισε μέσα στο νερό αρκετά κοντά σου.<br />
Η περιέργεια, πάντα ο καλύτερα χειρότερος σύμβουλος της γνώσης, σε ώθησε να αποκοπείς από αυτό το μικρό σύνολο και να περπατήσεις προς τα εκεί. Η καυτή άμμος που ένιωθες σε κάθε σου βήμα σαν δοκιμασία, διατήρησε την σκληρότητα της ως τη στιγμή, την λυτρωτική εκείνη στιγμή, που τα πόδια σου άγγιξαν το νερό.<br />
Η λάμψη μετατοπίστηκε στα δεξιά σου, από εκεί με ταχύτητα στα αριστερά σου και χωρίς καμία προειδοποίηση, έχοντας ήδη περπατήσει μερικά βήματα ακόμα, με το νερό να σε έχει καλύψει μέχρι τη μέση, ένιωσες μια δύναμη να σε τραβάει προς τα εμπρός. Το σώμα σου παραδομένο σε τούτο τον αιφνιδιασμό δεν μπόρεσε να αντιδράσει και έτσι βρέθηκες να σέρνεσαι στην άμμο με ταχύτητα, νιώθοντας δυο χέρια να σε οδηγούν βαθιά μέσα στη θάλασσα.<br />
Η περιέργεια, όπως πάντα, αντιμέτωπη με το αναπάντεχο και την δυσκολία, δεν χρειάστηκε παρά μόνο μερικές στιγμές για να μετατραπεί σε απόγνωση, σέρνοντας μαζί με το σώμα σου και κάθε λογής αρνητική σκέψη.<br />
Ένας αρνητισμός που τόσο αναπάντεχα εξαφανίστηκε όταν ξαφνικά όλα σταμάτησαν και βρέθηκες να κοιτάς δύο μεγάλα θαλασσιά μάτια τόσο διαπεραστικά και τόσο όμορφα...<br />
Η απορία που είχε δημιουργηθεί στο βλέμμα σου για αυτό που αντίκρυζες, ήταν εύκολα αναγνώσιμη από κάποιον που γνώριζε πως να την διαβάσει και εκείνη, ήσουν σίγουρος από την πρώτη στιγμή που οι ματιές σας διασταυρώθηκαν, ότι γνώριζε.<br />
Σου χαμογέλασε πλατιά και χωρίς να μιλήσει σου έκανε νόημα να την ακολουθήσεις. Ξεκίνησε να κολυμπά σχετικά γρήγορα και εσύ για μερικές στιγμές έμεινες στάσιμος να την κοιτάς και να προσπαθείς να πείσεις τη λογική σου ότι αυτό που βλέπεις είναι αληθινό.<br />
Όταν αποφάσισες να ξεκινήσεις, μετά βίας πλέον αναγνώριζες τη φιγούρα της στο βάθος και όμως αρκετά γρήγορα βρέθηκες ξανά στο πλάι της, νιώθοντας ότι αυτό είναι το πλέον φυσιολογικό.<br />
Η τροχιά ήταν καθοδική και περίεργος πώς αντί ο χώρος να γίνεται ολοένα και πιο σκοτεινός, μια περίεργη λάμψη ξεκίνησε να σε ενοχλεί και καθώς κατέβαινες η λάμψη αυτή έγινε έκρηξη και μόλις μπόρεσες να ανοίξεις τα μάτια σου ξανά, νιώθοντας ένα ελαφρύ πόνο, εκείνη βρισκόταν απέναντι σου, διασκεδάζοντας με την κατάσταση που είχε βάλει σε τόσο έντονη δοκιμασία το σώμα και το μυαλό σου.<br />
Πλέον η θάλασσα είχε εξαφανιστεί και εκείνη είχε "ανταλλαξει" την φανταχτερή μπλε ουρά της, που λίγο πριν κουνούσε ρυθμικά δεξιά αριστερά, με ένα ζευγάρι καλλίγραμμα πόδια που όπως η ματιά σου ξεκίνησε να τα παρατηρεί ανεβαίνοντας προς τα μάτια της, σου φάνηκαν ατέλειωτα.<br />
Ένας προθάλαμος κατάλευκος με μια και μόνο επιγραφή ακριβώς πάνω από την ξύλινη πόρτα ακριβώς στο κέντρο του απέναντι τοίχου, -<i> ΕΙΣΟΔΟΣ ΕΛΕΥΘΕΡΗ</i>-<br />
Σε πήρε από το χέρι και με αργά βήματα κατευθυνθήκατε προς τα εκεί. Η πόρτα άνοιξε και ξεκίνησες να περπατάς σε ένα μεγαλύτερο αλλά εξίσου κατάλευκο δωμάτιο με δυο μεγάλους πίνακες, έναν στα δεξιά σου και έναν στα αριστερά σου.<br />
Στο κέντρο ένα στρογγυλό τραπέζι και επάνω του δύο μικρές ξύλινες ταμπέλες με ευδιάκριτα γραμμένες επάνω τους τις λέξεις απών και παρών.<br />
Εκείνη σε οδήγησε ως εκεί και τότε χωρίς καμία προειδοποίηση, έβγαλε μια τόσο έντονη και διαπεραστική κραυγή η οποία την έκανε να σπάσει σε αμέτρητα κομμάτια που έντρομος είδες να σκορπίζονται στο δάπεδο και να καλύπτουν όλο το χώρο. Ακριβώς εκείνη τη στιγμή οι πίνακες ξεκίνησαν να γεμίζουν γραμμές και χρώματα, λες και ένα αόρατο χέρι είχε ξεκινήσει να δημιουργεί με ένα αυτόνομο δικό του τρόπο.<br />
Ακριβώς απέναντι στον τοίχο, μία πόρτα ξεκίνησε να δημιουργείται και μια επιγραφή εμφανίστηκε ακριβώς από πάνω της.<br />
<b><i>-Δες και θα σε δουν, νιώσε και θα καταλάβεις, ζήτα και θα λάβεις-</i></b><br />
Σου πήρε μερικές μόνο στιγμές να εναρμονιστείς σε τούτα τα νέα δεδομένα και τότε πήρες στα χέρια σου τις δυο μικρές επιγραφές και στάθηκες μπροστά στον πρώτο πίνακα. Είδες το σπίτι σου, τους γείτονες σου, τους φίλους από τη δουλειά που συχνά πυκνά βγαίνετε παρέα τα Σαββατόβραδα, είδες τη γυναίκα με την οποία μοιράζεσαι το κρεββάτι και την καθημερινότητα σου.<br />
Ήσουν αρκετά σίγουρος ότι αυτό είναι κάδρο που έπρεπε να κρεμάσεις την επιγραφή παρών. Όμως σε προβλημάτισε ότι υπήρχαν πολλές λεπτομέρειες που παρατηρούσες για πρώτη φορά. Το χρώμα του φράχτη σου, το χαμόγελο σου όταν έπινες, τα μάτια της γυναίκας που ξυπνούσε κάθε πρωί δίπλα σου.<br />
Πισωπάτησες, νιώθοντας λίγο άβολα και στράφηκες στον άλλο πίνακα. ο οποίος είχε ζωγραφισμένα μόνο δύο μάτια. Ένιωσες ότι ήταν αρκετά. Τα κοίταξες και μέσα τους είδες τα πάντα. Άκουσες τη φωνή της να αντηχεί στα αφτιά σου και κλείνοντας τα μάτια σου αυθόρμητα, ο ήχος μετατράπηκε σε παφλασμό και τα ρουθούνια σου γέμισαν αλμύρα.<br />
Μπορούσες άραγε να ονομάσεις τούτη την κατάσταση απών;<br />
Κατέληξες σε ένα χαμόγελο. Οι δύο αυτές ταμπέλες βάραιναν πλέον τα χέρια σου όμως στο μυαλό σου τα πράγματα ξεκίνησαν να απλοποιούνται.<br />
Τι και αν ζούμε μια καθημερινότητα γεμάτη με άλλους, τι και αν συνδεόμαστε και αλληλοεπιδρούμε. Θα μπορούσε κάποιος με σιγουριά να πει ότι έτσι είμαστε παρόντες;<br />
Η απάντηση ήταν εύκολη, φυσικά και όχι. Παρόντες είμαστε εκεί που νιώθουμε, μέσα από τα μάτια που συνεχώς κουβαλάμε παρέα μας και με τα οποία μοιραζόμαστε τις χαρές μας, τις νίκες μας και τις υπομονές μας.<br />
Εκεί είναι το παρών, αφήνοντας τον αντίποδα να υπάρχει εκεί που απλά περιφέρουμε το σώμα μας, μέσα σε όλες τις καθημερινές εκφάνσεις του πρέπει μας.<br />
Τοποθέτησες τις επιγραφές στις "σωστές" τους θέσεις και τότε εμφανίστηκε ακριβώς μπροστά από την πόρτα μια ακόμα επιγραφή, με μια και μόνο λέξη, -<i>ΣΥΝΘΗΜΑ-</i><br />
Η είσοδος ήταν ελεύθερη, η έξοδος όμως όχι. Έκανες ένα βήμα πίσω και αφού η ματιά σου έκανε έναν γύρο στο δωμάτιο, κατέληξε στον πίνακα στα δεξιά σου και στα μάτια της.<br />
Ήξερες και απλά χαμογέλασες. Βγήκες από το δωμάτιο, αφήνοντας πίσω σου γραμμένο στο πάτωμα ένα τεράστιο, <i><b>για πάντα.</b></i>.<br />
Την επόμενη στιγμή καθόσουν ξανά στην αρχική σου θέση, νιώθοντας το μυαλό σου να στροβιλίζεται. Ο διαχωρισμός σαφής και τελικά πολύ απλός. Από την μια η παρουσία της απουσίας, γεμάτη ενέργεια και δύναμη και από την άλλη η απουσία της παρουσίας γεμάτη ερωτηματικά και ανυπομονησίες.<br />
Και δυστυχώς τις περισσότερες φορές εσύ εκεί ανάμεσα τους, να κοιτάς το μαραμπού του Καββαδία και να σιγοτραγουδάς...,<i><b> και έτσι καθώς επίμονα και εκείνο με κοιτά, νομίζω πως στη μοναξιά και στη βλακεία του μοιάζω.</b></i></div>
Σείριοςhttp://www.blogger.com/profile/04059094487856082906noreply@blogger.com0tag:blogger.com,1999:blog-3740487471645675900.post-44735171740977332572014-04-29T18:23:00.003-07:002014-04-29T18:23:39.139-07:00Βιώνοντας<div dir="ltr" style="text-align: left;" trbidi="on">
<div class="separator" style="clear: both; text-align: center;">
<a href="http://4.bp.blogspot.com/-B-RuTY2AQCw/U2BQe7BJXBI/AAAAAAAAAMA/KT16ATVZDws/s1600/IMG_0535.JPG" imageanchor="1" style="margin-left: 1em; margin-right: 1em;"><img border="0" src="http://4.bp.blogspot.com/-B-RuTY2AQCw/U2BQe7BJXBI/AAAAAAAAAMA/KT16ATVZDws/s1600/IMG_0535.JPG" height="239" width="320" /></a></div>
<div class="separator" style="clear: both; text-align: center;">
<br /></div>
Όταν ξεγέλασες το θάνατο ήσουνα νέος και ήταν καλοκαίρι. Η λάμψη του φεγγαριού, χλωμή ακόμα, σε γέμισε χωρίς να το έχεις επιλέξει με πόθο από εκείνον που κουβαλά την ελπίδα. Ήσουν στη θάλασσα και απερίσκεπτα βούτηξες στο κενό, ίσως στο μοναδικό κενό που δεν μπορούσε να σε συγκρατήσει.<br />
Οι συνέπειες λίγες κυρίως στην υπερηφάνεια σου. Όμως αν και λίγες αρκετά σημαντικές, διότι από τούτη τη συγκεκριμένη μικρή στιγμή απέκτησες το μεγάλο δώρο να ξεχνάς.<br />
Δεν το ήθελες, το μυαλό σου σε πίεζε έκτοτε κάθε φορά που περνούσες το όριο και ξεκινούσες να βαδίζεις στην πλευρά του αρνητισμού. Σαν να κατέβαινε ένας διακόπτης και σε πισωγύριζε εκεί που ακόμα τα πάντα ήταν ανατρέψιμα.<br />
Στην αρχή απελπίστηκες, το ξέρω. Όλοι θέλουν να νιώσουν την ευχαρίστηση της απονομής της δικαιοσύνης και εσύ δυστυχώς πλέον κάθε φορά που πήγαινες να την νιώσεις έστω μέσα από τις υποθέσεις που το μυαλό και κυρίως η ανάγκη σου βάφτιζε δεδομένα, εκείνη ακριβώς τη στιγμή γυρνούσες πίσω νιώθοντας μια δύναμη να σε τραβά με ορμή ξανά στο σημείο που παίρνονται οι αποφάσεις.<br />
Με τον καιρό το συνήθισες και έπαψε να σε ενοχλεί, ώσπου κάποια στιγμή σταμάτησες και να το βιώνεις. Όχι γιατί σταμάτησε το μυαλό σου να οπισθοχωρεί αλλά πολύ απλά διότι είχες πλέον καταλάβει. Η κρίση είναι εύκολη, η κατανόηση όμως όχι. Χρειάζεται υπομονή και γερό στομάχι για να μπορέσεις να μείνεις ανεπηρέαστος από τις φωνές που η κάθε συνείδηση προτάσσει σαν το τελευταίο χαρτί σε μια παρτίδα που όλοι οι υπόλοιποι βλέπουν ήδη ότι έχει χαθεί.<br />
Έτσι ήσουν και εσύ, μπορείς ακόμα κάποια βράδια να δεις τον εαυτό σου να ντύνεται κατήγορος και να απαγγέλλει κατηγορίες με τόση μεγαλοπρέπεια και σοβαρότητα που σχεδόν σε κάνει να βάζεις τα γέλια, κρύβοντας έτσι την ντροπή σου για μια τόσο άχαρη και απαίδευτη συμπεριφορά.<br />
Τα πάντα βασίζονται στην αιτιολόγηση και η δική σου ήταν απλά η αποδοχή των άλλων. Ένα οικοδόμημα απόψεων στηριγμένο σε μια κατάσταση τόσο μάταιη και ανυπόστατη που κινδύνευε να διαλυθεί με κάθε αναστεναγμό. Όμως ποτέ δεν διαλύθηκε. Το μυστικό κοινό στους κατέχοντες και απλό στην εφαρμογή.<br />
Ψευδαίσθηση το ονομάζουν οι τολμηροί εκείνοι νέοι που ευελπιστούν να γράψουν το όνομα τους μια μέρα δίπλα σε εκείνα των μεγάλων ποιητών, βάζοντας έτσι τους εαυτούς τους σε έναν εσώτερο κύκλο σπουδαιότητας και αξίας.<br />
Χειραγώγηση το λένε οι άλλοι. Εκείνοι που νομίζουν ότι βλέπουν πιο σωστά, πιο αντικειμενικά. Άσχετα αν οι ίδιοι απλά πιστεύοντας το γίνονται το θεμέλιο της ίδιας της ύπαρξης της θεωρίας τούτης. Τα ονόματα μπορεί να αλλάζουν, όμως εκείνο το χτύπημα σε έκανε ικανό να μπορείς να κατανοήσεις πλέον και να ξέρεις ότι όλο αυτό το θεατρικό δεν είναι τίποτα παραπέρα από ένα μεγάλο θέατρο σκιών χωρίς σενάριο και δυστυχώς χωρίς κανένα σκοπό.<br />
<i>Οι κοινωνίες μας βασίζονται στο φόβο</i>, είχες ακούσει κάποτε να λένε σε μια παρέα συζητώντας και θυμάσαι ακόμα τον εαυτό σου να ωθείται προς τα εκεί μαγνητισμένος.<br />
Τα πάντα βασίζονται στο φόβο. Μια φράση που έσκασε σαν βόμβα μέσα στο τότε νεανικό μυαλό σου και αναστάτωσε τα πάντα.<br />
Η παρέα ήταν ολιγάριθμη και η συζήτηση έντονη.<br />
<i>Όχι ! Τα πάντα βασίζονται στην αμοιβαιότητα</i>, είχε αντιτάξει με ορμή κάποιος άλλος. Κυνηγούμε σε ομάδες και μοιραζόμαστε αγαθά που χώρια δεν θα μπορούσαμε να έχουμε τη δυνατότητα να αποκτήσουμε.<br />
Ο τόνος μετέφερε τη σιγουριά τω σκέψεων τούτων και αυτός ο τόνος ήταν που σε ξενύχτησε βράδια ολάκερα προσπαθώντας να τον καταλάβεις. Που υπάρχει αυτή η σιγουριά είχες αναρωτηθεί, δυστυχώς χωρίς να μπορείς να δώσεις κάποια απάντηση. Πως γίνεται να είμαστε σίγουροι για πράγματα και καταστάσεις έξω από εμάς τη στιγμή που απλά υποθέτουμε το είναι μας..<br />
Ήσουν όμως νέος και ο φόβος δεν σε έλκυε τόσο όσο η αμοιβαιότητα που μπορούσε εύκολα να αντανακλάται στα μάτια της κάθε φορά που κοιτούσε αυτό το είναι που δειλά πρότασσες σαν ασπίδα, ονοματίζοντας το εγώ.<br />
Όμως ακόμα και τότε, τις στιγμές που το μυαλό σου γέμιζε από τούτη τη χαρά της αποδοχή, ακόμα και τότε θυμάσαι τον εαυτό σου να παραμένεις επιρρεπής σε κάθε είδους αρνητισμό, με ή χωρίς αιτιολογία.<br />
Εκείνη χάθηκε και ενώ αρχικά η απώλεια τούτη υπήρξε αβάσταχτη, σταδιακά σαν την άμμο της θάλασσας που καταλαγιάζοντας αφήνει τα νερά ήρεμα και καθαρά, συνειδητοποίησες ότι το μεγαλύτερο προτέρημα είναι ότι τα αφήνει ανανεωμένα. Με την δυνατότητα να μπορούν να αναβλύσουν ένα καινούργιο άρωμα και έτσι να ελκύσουν εκ νέου μέσα από τις ενέργειες τους την ίδια την έξαψη που η ζωή δημιουργεί, εξελίσσοντας αέναα τον ρυθμό της ίδιας της της ύπαρξης.<br />
Έτσι ξύπνησες πιο συνειδητοποιημένος και έτσι πιο μόνος και πιο προβληματισμένος και πιο ντροπιασμένος και πιο εξιλεωμένος και στο τέλος πιο ήρεμος...<br />
Οι ψευδαισθήσεις υπάρχουν πάντα ακριβώς για όσο πιστεύουμε σε αυτές. Τη στιγμή που το μυαλό μας ζορίζεται να δει τους αντιπάλους αλλά δυστυχώς εκεί δεν στέκει τίποτα άλλο παρά ανεμόμυλοι, τότε ξέρεις ότι ήρθε η ώρα να προχωρήσεις.<br />
Όμως το προς τα που παραμένει ακόμα γρίφος, για όσο άλλωστε θα συνεχίσεις να πιστεύεις σε γρίφους.<br />
Και από τότε που ξεγέλασες το θάνατο πέρασαν χρόνια και έπαψε να είναι καλοκαίρι. Τα περισσότερα δεδομένα του μυαλού σου μετονομάστηκαν σε αναμνήσεις και εκείνη χάθηκε ακόμα και από αυτές, αφήνοντας σε ολότελα μόνο και έτσι απόλυτα ελεύθερο.<br />
Φόβος από τη μια και αμοιβαιότητα από την άλλη. Μια διαμάχη που είχε παραμείνει μέσα σου ως εξαίρεση να σε παιδεύει.<br />
Χρειάστηκαν μερικά λεπτά για να το δεις και πόσο ειρωνικό είναι τελικά ότι αυτό που χρειαζόσουν ήταν όχι το μυαλό σου αλλά η καρδιά.<br />
Μια έντονη δυσφορία, μια ζαλάδα και όλα έγιναν πιο ανάλαφρα, πιο καθαρά και πιο ξεκάθαρα, αφήνοντας σε να αιωρείσαι στο τίποτα μυρίζοντας για πρώτη φορά το πραγματικό άρωμα της ελευθερίας.<br />
Δεν είναι ο φόβος που κρατάει τους ανθρώπους ενωμένους, μήτε η αμοιβαιότητα. Έφτασες σχεδόν στην αρχή για να το κατανοήσεις.<br />
Η ανάγκη είναι αυτή που μας δένει και τώρα το ένιωθες. Τώρα που είχαν γίνει πλέον όλα ξεκάθαρα και τετελεσμένα.<br />
Η ανάγκη να μπορούμε να καθρεφτίζουμε κάπου, οπουδήποτε αυτό που νιώθουμε ως εαυτό και έτσι να πειστούμε ότι υπάρχουμε. Ότι δεν είναι ψέμα και ότι κανείς δεν μας ξεγέλασε, αφήνοντας μας να νομίζουμε ότι υπάρχουμε. Τον θάνατο, ακριβώς εκείνη τη στιγμή, κατανόησες ότι μπορούμε να τον ξεγελάσουμε για όσο εκείνος μας το επιτρέπει, έως ότου αναπάντεχα μια μέρα χτυπήσει την πόρτα που ποτέ δεν πιστεύαμε ότι θα βρει και μας καλέσει να γράψουμε τον επίλογο που μόνο οι μυημένοι και οι τρελοί πάντα θα έχουν τη δύναμη και τη γνώση να κατανοούν ότι είναι πρόλογος.<br />
Έτσι λίγο πριν φύγεις δεν σκέφτηκες καν το τι και το πως. Οι λέξεις ζωντάνεψαν σχεδόν μόνες τους αφήνοντας σου ένα χαμόγελο ικανοποίησης από εκείνα που τα άγουρα εκείνα αγόρια, που τελικά καταφέρνουν να διεισδύσουν σε εκείνο τον κύκλο με τους ποιητές, ονομάζουν μεγαλοπρεπή θάνατο.<br />
Και τι ειρωνεία τούτα τα λόγια να αποτυπωθούν στον πάτο εκείνης της θάλασσας που κάποτε σε βοήθησε να ξεγελάσεις τη μοίρα και έτσι θαμμένα κάτω από την άμμο της γνώσης να παραμείνουν αθέατα σε όσους δεν έχουν την ικανότητα να τα δουν. Για όσο θα πιστεύουν στη γνώση και για όσο η σιγουριά θα τους θολώνει τη ματιά.<br />
<i>Στροβιλιζόμενες δυνάμεις στο μυαλό ενός αδαούς, που απερίσκεπτα ξεκαπάκωσε τον ασκό του Αιόλου και τώρα ταλαντεύεται πότε στις επιθυμίες και πότε στα ξόρκια. Μαγγανείες του μυαλού σε τούτη την ύστατη στιγμή απελπισίας και λύτρωσης...</i></div>
Σείριοςhttp://www.blogger.com/profile/04059094487856082906noreply@blogger.com0tag:blogger.com,1999:blog-3740487471645675900.post-53529012936981550942014-03-31T09:42:00.000-07:002014-03-31T09:42:11.733-07:00Γυρίζω τις πλάτες μου στο μέλλον<div dir="ltr" style="text-align: left;" trbidi="on">
<div class="separator" style="clear: both; text-align: center;">
<a href="http://2.bp.blogspot.com/-7O7ugYuoT8k/UzmarK_TNTI/AAAAAAAAALs/v-tuzBz3eCM/s1600/november+2012+029.JPG" imageanchor="1" style="margin-left: 1em; margin-right: 1em;"><img border="0" src="http://2.bp.blogspot.com/-7O7ugYuoT8k/UzmarK_TNTI/AAAAAAAAALs/v-tuzBz3eCM/s1600/november+2012+029.JPG" height="240" width="320" /></a></div>
<div class="separator" style="clear: both; text-align: center;">
<br /></div>
<div class="separator" style="clear: both; text-align: center;">
<br /></div>
Το άκουσες σαν προτροπή και αποφάσισες να το προσπεράσεις. Ήταν νωρίς και στο μυαλό σου τα σχέδια εναλλάσσονταν με την συνηθισμένη ταχύτητα που επιλέγει κάθε άνθρωπος που ζει χωρίς υπομονή. Μια ταχύτητα περίεργη που κουβαλούσε έναν παραλογισμό που δυστυχώς δεν μπορούσες να αντιληφθείς. Την ένιωθες τόσο εναρμονισμένη με την φυσιολογική ροή που το μυαλό σου σε ώθησε να την δεχτείς ως τέτοια.<br />
Κυκλοφόρησες σε διαφορετικές οπτικές, πλευρές, στέκια και απόψεις και ήταν πια ξημερώματα όταν έφτασες στην εξώπορτα. Όσο και αν προσπάθησες παρέμεινε πεισματικά κλειδωμένη και αφιλόξενη. Σε παραξένεψε και όσο η ώρα περνούσε σε εξόργισε και η οργή σου σε ώθησε να ξεκινήσεις να χτυπάς αρχικά με τις παλάμες σου και εν συνεχεία με τις γροθιές σου και με όση δύναμη είχες.<br />
Η μέρα είχε για ακόμα μια φορά νικήσει και εκείνη η πρώτη ακτίδα που ο Ήλιος έριξε επάνω σου ήταν ακριβώς ότι χρειαζόσουν για να επανέλθεις στην πραγματικότητα.<br />
Την ένιωσες στο πρόσωπο σου για μερικές στιγμές και έπειτα εξακολούθησες να την παρατηρείς να κινείται προς τα δεξιά σου φωτίζοντας απρόσμενα μια μικρή πόρτα που δεν είχες προσέξει ποτέ στο παρελθόν.<br />
Το ένστικτο σου σε ώθησε να πας προς τα εκεί και η περιέργεια σου, έμεινε δίπλα σου να χαμογελά χαιρέκακα. Ήταν η μόνη από τους δύο σας που γνώριζε ότι τέτοιου είδους επιλογές επιφέρουν αλλαγές και κάποιες τέτοιες ώρες δεν είναι και ότι πιο φρόνιμο.<br />
Άνοιξες την μικρή ξύλινη πόρτα και για λίγο σάστισες. Ο διάδρομος που απλωνόταν μπροστά σου, φαινόταν τόσο απόκοσμος και αφιλόξενος και συνάμα τόσο γνώριμος και λογικός.<br />
Ήταν μερικά βήματα πριν φτάσεις στην άκρη του, όταν άκουσες κάποιον να τραγουδά. Η φωνή αν και παιδική ήταν ζεστή και όμορφη. Εξέπεμπε όλη εκείνη την αφέλεια και την αθωότητα που η ζωή κρατά καλά φυλακισμένη στις ψυχές που διευθύνουν και ελέγχουν τα άγουρα παιδικά κορμιά, έως ότου πλανηθούν από το φίδι και ανταλλάξουν τούτο τον παράδεισο με την εμπειρία και την γνώση που μέσα από αυτήν και μόνο μπορούν να γεμίσουν τις αποθήκες του μυαλού τους.<br />
Ο διάδρομος τελείωσε και σε ίδια σου η ταχύτητα σε έσπρωξε να προχωρήσεις στρίβοντας προς τα αριστερά, σε ένα μικρό στρογγυλό δωμάτιο. Αμέσως μόλις μπήκες η πόρτα έκλεισε πίσω σου με θόρυβο και εκείνη ακριβώς τη στιγμή η εκτυφλωτική λάμψη που χιλιάδες μικρές οθόνες δημιούργησαν, καθώς ζωντάνεψαν όλες μαζί, σε έκαναν να πισωπατήσεις και αυθόρμητα να καλύψεις τα μάτια σου με τις παλάμες σου.<br />
Μόλις τα άνοιξες σάστισες. Χιλιάδες μάτια καθρέφτιζαν τούτο το αδιέξοδο που ένιωθες να έχει φέρει η αντίληψη σου και να το έχει τοποθετήσει απέναντι σου σαν εμπόδιο. Χιλιάδες μάτια που κοιτώντας τα καλύτερα κατάφερες να τα ομαδοποιήσεις και να τα χωρέσεις τελικά σε ένα και μόνο ζευγάρι που περίεργος πως, ομοίαζε φοβερά με τα δικά σου. Όχι για κανένα άλλο λόγο παρά μόνο διότι ήταν τα δικά σου!<br />
Πήγες κοντά και τα παρατήρησες. Ήταν κουρασμένα, τόσο από την μέρα όσο και από τη ζωή. Κοίταξες μέσα τους και ακριβώς εκείνη τη στιγμή η εικόνα άλλαξε και μπόρεσες να οπτικοποιήσεις την παιδική φωνή που εξακολουθούσε να υπάρχει στο βάθος.<br />
Ήταν τα χρόνια της εφηβείας, εκείνης της μοναδικής περιόδου στην οποία ο άνθρωπος γνωρίζει τα πάντα και η αφορμή ήταν μια σχολική γιορτή. Μια υπερυψωμένη σκηνή να διαχωρίζει ένα τσούρμο παιδιά από τους υπόλοιπους παρευρισκόμενους και ένα μεγάλο διαχωριστικό ανάμεσα τους, από εκείνα που το εγώ της πρώτης νιότης επιβάλλει να περιφρουρούμε.<br />
Ένα μικρόφωνο και από εκεί μέχρι τα ηχεία μόνο ηλεκτρισμός. Τόσο στο καλώδιο, όσο και στη φωνή.<br />
<i>Γυρίζω τις πλάτες μου στο μέλλον. </i>Το έλεγες όμως δεν το εννοούσες. Πώς θα μπορούσες άλλωστε να αποκλείσεις το είναι σου από όλες εκείνες τις στιγμές που η ζωή σου ετοίμαζε, με ή χωρίς τη δική σου συγκατάθεση.<br />
Όμως το έλεγες και κοιτώντας αυτόν τον πρώιμο εαυτό σου μέσα από μια οθόνη να τραγουδά την αυθάδεια του, κάπως ένιωσες ντροπή. Θα ήθελες να έχεις τη δυνατότητα να σου μιλήσεις και να σε προειδοποιήσεις για αυτά τα δεσμά της απειρίας που δεν σε άφηναν να δεις την πραγματική φύση των ανθρώπων και των καταστάσεων γύρω σου.<br />
Ένα πικρό χαμόγελο σχηματίστηκε στο πρόσωπο σου και η παλάμη σου ακούμπησε στοργικά την κρύα γυάλινη επιφάνεια στο σημείο που βρισκόταν το μάγουλο σου.<br />
Έκατσες στο πάτωμα και έφερες στο μυαλό σου όλη εκείνη την περίοδο. Όνειρα, προσδοκίες και αγωνίες για πράγματα που αυτή τη στιγμή όσο και να το πάλευες δεν μπορούσες να ανακαλέσεις με τίποτα. Και όμως θυμόσουν ότι τότε ήταν τόσο σημαντικά που κάποια βράδια σε κρατούσαν ξάγρυπνο κοιτώντας επίμονα το ταβάνι, προσπαθώντας να βρεις τη λύση τους.<br />
Πόσο περίεργο το ένιωσες τούτο το συναίσθημα του κενού που χωρίς καμία αιδώ είχε καλύψει ένα τόσο μεγάλο κομμάτι του χθες.<br />
Ακριβώς τη στιγμή που τούτο το συναίσθημα επικυρώθηκε, ακριβώς εκείνη τη στιγμή κατάλαβες πόσο σκλαβωμένος υπήρξες τότε, ζώντας σε μια συναισθηματική φυλακή μόνο και μόνο από την άγνοια που περιβάλλει την νιότη.<br />
Τώρα όμως γνώριζες, είχες νικήσει και αυτή η ανεπάρκεια είχε λυγίσει κάτω από το βάρος της εμπειρίας.<br />
Το σκέφτηκες για λίγο και το πικρό σου χαμόγελο νικήθηκε και εξαφανίστηκε, δίνοντας τη θέση του σε ένα μεγάλο φωτεινό χαμόγελο που το είναι σου αυθόρμητα κρέμασε στο πρόσωπο σου.<br />
Η εικόνα άλλαξε όμως τα μάτια παρέμειναν ίδια, αν και τώρα ήταν γεμάτα στάλες, εξωτερικεύοντας μια βροχή που ορμητικά είχε καλύψει τις αντοχές σου. <i>Δεν θα αγαπήσω ποτέ ξανά</i>. Οι τελευταίες αυτές λέξεις ακούστηκαν ξανά και ξανά και εσύ αυθόρμητα σκέπασες το στόμα σου. Ντράπηκες με τούτα τα λόγια που τόσο μεγαλεπίβολα και άνετα μπορούσες να εκφράσεις σε αυτή την πρώτη σου ήττα, στην αιώνια μάχη με τον έρωτα και την ανάγκη. Περισσότερο όμως ντράπηκες όταν θυμήθηκες ότι τότε αυτά τα λόγια τα πίστευες. Λόγια που σε έδεναν στο μυαλό σου με πρόσωπα και καταστάσεις που σήμερα πλέον έχεις τόσο πολύ εξιδανικεύσει και αλλοιώσει μέσα στις αποθήκες της μνήμης σου, ώστε δυστυχώς να μην μπορείς να πεις με σιγουριά σε ποια ή ποιούς αναφέρονταν.<br />
Πόσο όμορφα είναι τελικά τα νιάτα σκέφτηκες, μέσα σε τούτη την άγνοια που μας επιβάλλουν να ζούμε.<br />
Οι οθόνες άλλαξαν και επανήλθαν στο τώρα, αναμεταδίδοντας την εικόνα ενός ενήλικα εαυτού σου, κουρασμένου και χωρίς πολύ ενέργεια για περαιτέρω σκέψη. Έκλεισες τα μάτια και λίγο πριν σε πάρει ο ύπνος, καθισμένος εκεί στο κέντρο του δωματίου, αυθόρμητα ψιθύρισες δύο λόγια απελευθερώνοντας τον αέρα που από ώρα δέσμευε τα πνευμόνια και τις σκέψεις σου.<br />
<i>Ευτυχώς τώρα ξέρω, είμαι ελεύθερος και το γνωρίζω.</i><br />
Ακριβώς εκείνη τη στιγμή μια παλάμη σου έκλεισε το στόμα, χωρίς όμως να μπορέσεις να την νιώσεις, διότι ήταν υπαρκτή μόνο στην άλλη πλευρά της οθόνης. Σε ένα κόσμο διαφορετικό, στον οποίο πάλι ξεφυσούσες αποκαμωμένος με την εικόνα ενός ακόμα παραπλανημένου εαυτού σου.<br />
Υπάρχει πάντα μια σπηλιά και ζούμε στις σκιές της και όταν η ζωή μας δώσει το σκούντημα που απαιτείται και κοιτάξουμε προς τα πίσω, τότε απελευθερωνόμαστε. Είναι παλιά ιστορία όσο άλλωστε και ο Πλάτωνας.<br />
Αυτό όμως που δυστυχώς κανείς δεν μας είπε αδελφέ είναι ότι η σπηλιά δεν είναι μια και οι σκιές υπάρχουν όσο και για όσο έχουμε την ανάγκη να τις πιστεύουμε και να προσδιοριζόμαστε μέσα από την έστω ημιτελή ύπαρξη τους.<br />
Έτσι δυστυχώς λοιπόν παραπλανημένος αποκοιμήθηκες και μερικές στιγμές αργότερα ήταν εκείνα τα λόγια που νωρίς σου είχαν ηχήσει περίεργα σαν προτροπή, τα οποία είχαν τη δύναμη να σε πάνε πίσω, έξω από το τούνελ, έξω και πίσω από μια ακόμα ανούσια βραδιά, πίσω σε σένα και στον καθρέφτη σου, κάποιες ώρες νωρίτερα που ο εαυτός σου σε παρακαλούσε έστω για μια νύχτα να μείνεις μαζί του. Το άκουσες και το προσπέρασες. Εκείνος το εξέλαβε ως αδιαλλαξία, εσύ ως φόβο. Ήξερες πλέον καλά ότι κάθε σπηλιά που χάνουμε κάτω από το βάρος της γνώσης μας φέρνει απλά ένα βήμα πιο κοντά σε κάποιο μεγαλύτερο επιχείρημα για κάτι αντικειμενικό και έτσι μας αφήνει περισσότερο παραπλανημένους και δούλους, τόσο των συναισθημάτων μας όσο και των αναγκών που απορρέουν από κάθε καινούργια πραγματικότητα που αποδεχόμαστε ως αληθινή.<br />
Θα παρέμενες λοιπόν εκεί, έξω από την πόρτα, να χτυπάς περιμένοντας κάποιον να σου ανοίξει, έστω και αν μέσα σου γνώριζες ότι δεν υπήρχε κανείς και το μόνο που χρειαζόσουν ήταν απλά να τραβήξεις την πόρτα προς το μέρος σου.<br />
Οι οθόνες στο δωμάτιο έκλεισαν και έτσι καλύφθηκε από σκοτάδι, αφήνοντας την πεποίθηση του μυαλού σου ότι είναι ελεύθερο, να προσπαθεί να βρει την έξοδο από ένα δωμάτιο που ποτέ δεν διέθετε κάποια. Μόνο ανάγκες και μεγάλα λόγια που στην καλύτερη περίπτωση απλά σε έκαναν να πείθεις τον εαυτό σου ότι η πόρτα που κάποια κιμωλία είχε δημιουργήσει ήταν σε κάποιο βαθμό πραγματική.<br />
Μεγάλα λόγια και μεγάλες αποφάσεις, πίσω από ψεύτικες διαφυγές της θεωρίας.<br />
Γυρίζω τις πλάτες μου στο μέλλον...<br />
<br />
</div>
Σείριοςhttp://www.blogger.com/profile/04059094487856082906noreply@blogger.com0tag:blogger.com,1999:blog-3740487471645675900.post-10654855009836867042014-02-27T18:17:00.001-08:002014-02-27T18:17:46.045-08:00Προαιώνιοι εχθροί<div dir="ltr" style="text-align: left;" trbidi="on">
<div class="separator" style="clear: both; text-align: center;">
<a href="http://2.bp.blogspot.com/-XrY6hZHfuvs/Uw_xZePw68I/AAAAAAAAALQ/bGksQltUkJw/s1600/IMG_3042.JPG" imageanchor="1" style="margin-left: 1em; margin-right: 1em;"><img border="0" src="http://2.bp.blogspot.com/-XrY6hZHfuvs/Uw_xZePw68I/AAAAAAAAALQ/bGksQltUkJw/s1600/IMG_3042.JPG" height="240" width="320" /></a></div>
<div class="separator" style="clear: both; text-align: center;">
<br /></div>
Τελευταίο βαγόνι, λίγο πριν τα μεσάνυχτα, σε μία ακόμα ατελείωτη μέρα που άφησες τον εαυτό σου, δυστυχώς και σήμερα χωρίς καμία προφύλαξη, να στέκει ανάμεσα σε δυο προαιώνιους εχθρούς. Ο πόλεμος τους πάντα σε μπέρδευε και σε εξασθενούσε τόσο, που συντονισμένη με την κίνηση αυτού του τραίνου, καθισμένη στο τελευταίο και αρκετά βρώμικο βαγόνι του, ήσουν έτοιμη να παραδωθείς σε τούτη την κούραση και με τα μάτια κλειστά έστω και για λίγο να ταξιδέψεις σε άλλα σημεία περισσότερο όμορφα και σίγουρα πιο καθαρά. Ακριβώς εκείνη τη στιγμή που τα βλέφαρα σου αντάμωσαν, ξαφνικά και απρόσμενα, ο ήχος μιας κιθάρας σε τράβηξε βίαια πίσω και μέσα από τις κόχες των ματιών σου σε ώθησε να γίνεις ξανά παρόν και ακολουθώντας αυτόν τον ήχο ενστικτωδώς, να φτάσεις μέχρι την άλλη άκρη του βαγονιού και κατευθείαν στα δικά της μάτια.<br />
Η μουσική της με έναν περίεργο τρόπο σε έκανε να νιώσεις ξανά ποθητή. Ένα συναίσθημα τόσο ξεχασμένο και ταυτόχρονα τόσο προκλητικό. Δεν το πολύ σκέφτηκες και συνεχίζοντας να λειτουργείς με το ένστικτο, αφέθηκες σε τούτη την πρωτόγνωρη εμπειρία που η ζωή σε προόριζε να αποκτήσεις. Πήγες κοντά και κάθισες ακριβώς στο απέναντι κάθισμα. Το βλέμμα της, ακολουθώντας την τροχιά σου, είχε πλέον κεντράρει στο δικό σου και η ηδονή που σε ώθησε να νιώσεις, εκεί ανάμεσα στα πόδια σου, σε τρομοκράτησε. Πήγες να δικαιολογηθείς, ψελλίζοντας μερικά μισόλογα, όμως ο ήχος της κιθάρας δυνάμωσε και σε κάλυψε. Και ήταν ακριβώς εκείνη η στιγμή που ξεκίνησε να τραγουδά, που ένιωσες ένα ρίγος στη σπονδυλική σου στήλη και απλά η φωνή της σε καθήλωσε.<br />
Η γλώσσα άγνωστη και μπερδεμένη, μέσα από τον τρόπο που μπορούσες να την προσλάβεις και να την κατανοήσεις. Δεν ήξερες για τι μιλούσε. Όμως ενστικτωδώς νόμισες ότι είναι μια ακόμα ωδή προς το μεγαλύτερο δυνάστη της καρδιάς και των αντοχών μας, τον ίδιο τον έρωτα.<br />
Η στάση του σώματος, το βλέμμα της, η κίνηση των χεριών της πάνω στις χορδές. Όλα μαρτυρούσαν ένα συναίσθημα το οποίο δεν ήταν εύκολο να εξηγηθεί με λόγια. Σίγουρα όμως είχε πάθος και ορμή και σίγουρα σε έκανε να νιώθεις μια διαφορετική ηδονή, που αντίθετα με ο,τι όριζε το μυαλό και η λογική σου, σε είχε κατακλύσει απόλυτα, πλημμυρίζοντας με μια ξαφνική και τόσο αναπάντεχη βροχή τις πύλες του δικού σου είναι.<br />
Δύο ακόμα στάσεις, δύο μικρές διακοπές στη ροή της κίνησης του τρένου, οι οποίες δεν μπόρεσαν να αλλάξουν κάτι σε τούτη την κατάσταση και τότε πήρε μερικές στιγμές ώστε τα δάχτυλα να επιβραδύνουν την δική τους κίνηση πάνω στην κιθάρα και να σταματήσουν, βυθίζοντας σας προς στιγμήν σε μια επικίνδυνη σιωπή. Το τραγούδι της σε είχε μαγέψει και έτσι αυτή η αλλαγή μπόρεσε να σε επαναφέρει στο τώρα. Το μυαλό σου ξεκίνησε αυτόματα να ψάχνει για αναχώματα, όμως πλέον το κορμί σου καιγόταν, μέσα σε έναν πρωτόγνωρο και μανιασμένο πυρετό.<br />
Ασυναίσθητα άγγιξες το λαιμό σου και εκείνη απλά σου χαμογέλασε. Σου έκανε νόημα να κοιτάξεις αριστερά, έξω από το παράθυρο. Υπάκουσες και έτσι έμεινες να κοιτάς ένα ακόμα σταθμό να απομακρύνεται. Όταν η απόσταση είχε πλέον μεγαλώσει τόσο, ώστε να μην μπορείς πλέον να διακρίνεις λεπτομέρειες, μόνο τότε συνειδητοποίησες ότι αυτός ήταν ο δικός σου σταθμός. Έπρεπε να κατέβεις, ήταν υποχρέωση σου να κατέβεις. 'Όμως εσύ πλανήθηκες και έτσι η ευκαιρία χάθηκε. Το μυαλό σου σε ώθησε να κατευθυνθείς προς εκείνο το γνώριμο και αρκετά ασφαλές και απλοϊκό μονοπάτι της απελπισίας. Και τώρα, διερωτήθηκες αφήνοντας το συναίσθημα να ενεργήσει.<br />
<i>Και τώρα ζήσε, </i>άκουσες τη φωνή της να σου απαντά ήρεμα και στοργικά. Τα χείλη της όμως παρέμειναν ασάλευτα και εσύ απελπίστηκες περισσότερο. Το μυαλό σου, μικρό και απαίδευτο, αδυνατούσε να υπάρξει σε τούτη την παράσταση που εξελισσόταν μπροστά στα μάτια σου.<br />
Η κιθάρα ξεκουράστηκε στην διπλανή θέση και εσύ το μόνο που είδες ήταν το πρόσωπο της να πλησιάζει. Έκλεισες τα μάτια σου από φόβο, και βίωσες την πιο αληθινή εμπειρία της μέχρι τώρα ζωής σου. Φόβο για την αντιμετώπιση αυτής της διαφορετικής κατάστασης. Όμως στο αποτέλεσμα κατανόησες ότι δεν ήταν φόβος αλλά γνήσιος πόθος.<br />
Σε είχε αποπλανήσει από την πρώτη στιγμή και αυτό το φιλί ήταν οι τίτλοι τέλους. Σαν τα πάντα να λειτουργούσαν ανέκαθεν για αυτή και μόνο τη στιγμή.<br />
Όταν μερικές στιγμές αργότερα άνοιξες τα μάτια σου, πάγωσες. Η δροσιά του φιλιού ξεκουραζόταν ακόμα πάνω στα χείλη σου, νιώθοντας να διατηρεί αμείωτη όλη του τη φρεσκάδα. Το ένιωθες σε όλη του την ένταση και μπορούσες να ορκιστείς για αυτό. Όμως εκείνη είχε χαθεί. Με έναν περίεργο τρόπο είχε εξαφανιστεί μαζί με τα υπάρχοντα της και εσύ τώρα έστεκες αποπλανημένη και δυστυχώς παραπλανημένη μέσα στα περίεργα μονοπάτια του μυαλού σου.<br />
Πήρες μια βαθιά ανάσα και ξεφυσώντας πίεσες με τις παλάμες σου τους μηρούς σου. Η σπονδυλική σου στήλη ένιωσες να ισιώνει και ασυναίσθητα ύψωσες το βλέμμα σου. Ο ξάστερος νυχτερινός ουρανός, μέσα από το μαύρο χρώμα που είχε ντυθεί, σε έφερε σε ένα αδιέξοδο και πριν προλάβεις να διαμαρτυρηθείς για ένα ακόμα χωροχρονικό τέλμα, χαμήλωσες τα μάτια σου και το συναίσθημα αυτό μετατράπηκε σε φόβο.<br />
Ο σταθμός είχε εξαφανιστεί, το τρένο είχε εξαφανιστεί και εσύ καθόσουν σε μια ξύλινη, άβολη καρέκλα ενός καφέ, στον τρίτο όροφο ενός βιβλιοπωλείου. Από την μεγάλη τζαμαρία ακριβώς αριστερά σου, μπορούσες να δεις στο έδαφος πλήθος κόσμου να περιμένει σχεδόν χωρίς να σαλεύει, σε ουρές που κατέληγαν στην πόρτα ενός λεωφορείου. Στα δεξιά σου, μεγάλες ξύλινες παλιές βιβλιοθήκες σε παράταξη, η οποία εκτεινόταν μέχρι εκεί που έφτανε η ματιά σου. Βιβλιοθήκες γεμάτες βιβλία διαφόρων μεγεθών και κατηγοριών.<br />
<i>Που πάει αυτό το λεωφορείο</i>, ρώτησες το διπλανό σου που ήταν απόλυτα απορροφημένος με αυτά που έγραφε. Έπρεπε να επαναλάβεις για να πάρεις απάντηση και σίγουρα μπερδεύτηκες περισσότερο.<br />
Ο τόνος του κουβαλούσε μια μικρή δόση περιφρόνησης, σαν να ρώτησες κάτι που όφειλες ήδη να γνωρίζεις, και ναι η απάντηση του σε ώθησε να θυμηθείς ότι την γνώριζες. Ένα σύννεφο κάλυπτε τα πάντα και μέσα σε μια στιγμή διαλύθηκε, αφήνοντας σε να κοιτάς τα δεδομένα του μυαλού σου για τα οποία μέχρι τώρα θα ορκιζόσουν ότι είχες άγνοια.<br />
Η έξαψη του κορμιού σου είχε κοπάσει και σταδιακά είχε μεταφέρει την ένταση της στο μυαλό σου.<br />
Θυμήθηκες ακριβώς όλη τη διαδικασία με κάθε λεπτομέρεια. Έπρεπε να γράψεις τις αναμνήσεις σου, γεμίζοντας ένα βιβλίο που θα έμενε για πάντα εκεί σε κάποιο ράφι και έτσι με άδειο το μυαλό να κατέβεις στο ισόγειο και να περιμένεις υπομονετικά να πας στην αφετηρία. Ένα ακόμα ταξίδι, ένας ακόμα κύκλος.<br />
Έπιασες το στυλό στα χέρια σου και τη στιγμή που το ακούμπησες στο χαρτί, έμεινες μετέωρη, προσπαθώντας να θυμηθείς όλα αυτά που άξιζε να αναφέρεις. Προσπάθησες αρκετά και για πολύ ώρα, όμως το μόνο αληθινό, ουσιαστικό και άξιο καταγραφής συναίσθημα ήταν εκείνο που βίωσες λίγες στιγμές νωρίτερα, σε εκείνη την μικρή σου συνάντηση με την επιθυμία.<br />
Ανάμεσα σε δύο προαιώνιους εχθρούς και τώρα. Τα θέλω από τη μια και τα πρέπει από την άλλη να αντιπαραβάλλουν τις δυνάμεις και τις αντοχές τους.<br />
Αρχικά ένιωσες ότι μεταξύ τους υπήρχε αξιοπρέπεια. Αυτή ακριβώς που γεννιέται από την ισοτιμία όταν δύο καταστάσεις είναι ίσες και με την ίδια δύναμη.<br />
Όμως καθισμένη εκεί σε μια άβολη θέση, χωρίς την παρουσία του χρόνου, βρήκες την ευκαιρία και ταξίδεψες νοητά σε όλες εκείνες τις μάχες, ξεκινώντας από την αρχή και τελικά δεν μπόρεσες να μην παραδεχθείς ότι έσφαλες. Δεν υπήρξε ποτέ ισορροπία. Τα πρέπει έγερναν υπερβολικά άνισα από τη μια, αφήνοντας ελάχιστα θέλω να στέκονται στον αντίποδα.<br />
Ξεκίνησες λοιπόν να γράφεις, γεμάτη ντροπή για αυτή τη συνειδητοποίηση.<i> Έζησα μια γεμάτη ζωή από πρέπει, στα οποία αντεπεξήλθα επάξια, υπακούοντας σαν σωστός πιστός ή στρατιώτης.Όμως τα θέλω, μου διέφυγαν δυστυχώς. </i><br />
Το υπόγραψες και το παρέδωσες εξακολουθώντας να διακατέχεσαι από ντροπή, για όλα αυτά που όριζαν το σύνολο της ζωής σου και δυστυχώς δεν ξεπερνούσαν την μια πρόταση.<br />
Κατέβηκες στο δρόμο και άχρονα παρέμεινες να σκέφτεσαι όλη αυτή τη ζωή που σπατάλησες σε τόσα ανούσια πρέπει. Αν ήξερες θα έκανες διαφορετικές επιλογές. Αυτό είπες στον εαυτό σου για να γλυκάνεις τούτη την αδιέξοδη ντροπή για την ασέβεια που έδειξες προς την ίδια τη ζωή.<br />
Όταν έφτασε η ώρα της επιβίβασης και πέρασες την πόρτα του λεωφορείου που θα σε οδηγούσε στην αφετηρία, τα πάντα σκοτείνιασαν και μια περίεργη υγρασία πλημμύρισε όλη σου την ύπαρξη. Την επόμενη στιγμή βρισκόσουν τυφλή και γυμνή σε ένα νέο περιβάλλον το οποίο δεν μπορούσες να προσδιορίσεις ακριβώς ούτε που βρισκόταν, ούτε τι ήταν. Ο πανικός σε ώθησε να αντιδράσεις σε αυτή την καινούργια κατάσταση του είναι σου μέσα από ένα κλάμα που περίεργα σου ακουγόταν περισσότερο μπάσο από όσο θα μπορούσες να θυμηθείς τη χροιά της φωνής σου.<br />
Το κλάμα σου κάλυψε μια μεγάλη περίοδο ντροπής και απραξίας, με την κάθε ανάμνηση να σβήνεται κάτω από τις υγρές στάλες που κατέκλυσαν την ψυχή σου.<br />
Μια προς μια, στιγμή προς στιγμή, μια ολόκληρη ζωή χάθηκε κάτω από την επιφάνεια μιας θάλασσας που εσύ η ίδια δημιούργησες πόντο πόντο.<br />
Μια κουβέρτα τύλιξε το κορμί σου και αυτή η ζεστασιά που σου πρόσφερε, σε έκανε λίγο να ηρεμήσεις.<br />
Μια στιγμή χρειάστηκε πριν χαθούν τα πάντα. Μια στιγμή πλημμυρισμένη από τον ήχο μιας κιθάρας και μια φωνή να τραγουδά σε μια γλώσσα που πλέον αναγνώριζες.<br />
<i><b>Ψάξε για τα θέλω σου και ύστερα ακολούθησε τα.</b></i><br />
Ύστερα χάθηκε και μαζί της χάθηκε και κάθε ανάμνηση, αφήνοντας σε να κλαις από από απελπισία για την ζωή που χαράμισες και σκόρπισες σε τόσες ανούσιες πεποιθήσεις. Χρειάστηκαν μερικά δευτερόλεπτα ώστε τούτο το συναίσθημα να σε κάνει να χαθείς και να βρεθείς σε μια νέα αρχή, κλαίγοντας πλέον από ευγνωμοσύνη για αυτή τη συγχώρεση και για αυτή τη δεύτερη, ή τρίτη ή νιοστή ευκαιρία να προσπαθήσεις τούτη τη φορά να θυμηθείς και να ζήσεις μόνο για αυτά τα θέλω.<br />
<br />
</div>
Σείριοςhttp://www.blogger.com/profile/04059094487856082906noreply@blogger.com2tag:blogger.com,1999:blog-3740487471645675900.post-61766347427132488562014-01-30T18:42:00.001-08:002015-08-31T14:36:00.164-07:00Σημάδια <div dir="ltr" style="text-align: left;" trbidi="on">
<div class="separator" style="clear: both; text-align: center;">
<a href="http://4.bp.blogspot.com/-B6x2DBuyjWk/UusNSdGZw9I/AAAAAAAAAK8/8KTSSkH1zVw/s1600/IMG_2947.JPG" imageanchor="1" style="margin-left: 1em; margin-right: 1em;"><img border="0" height="320" src="http://4.bp.blogspot.com/-B6x2DBuyjWk/UusNSdGZw9I/AAAAAAAAAK8/8KTSSkH1zVw/s1600/IMG_2947.JPG" width="240" /></a></div>
<div class="separator" style="clear: both; text-align: center;">
<br /></div>
Ήταν ξημερώματα όταν σήκωσες την κούπα με τον καφέ για να πιεις εκείνη την τελευταία γουλιά που υπομονετικά περίμενε από ώρα και έφτασε μόνο μια στιγμή να καθρεφτίσεις τα μάτια σου στην επιφάνεια της και έτσι να βυθιστείς σχεδόν αυτόματα σε έναν άλλο κόσμο.<br />
Ο ήχος της ανάσας σου, την στιγμή που ξεφύσηξες, με έναν μαγικό τρόπο απλώθηκε γύρω σου και χρωμάτισε όλη την εικόνα. Τα πάντα απέκτησαν μια καινούργια λάμψη, και αν και παλιά και αρκετά χρησιμοποιημένα, αυτή η λάμψη είχε την δύναμη να τα κάνει να φαίνονται σαν καινούργια. Όλα εκτός από ένα μικρό κουτί με μια μικρή κλειδαριά σε σχήμα ερωτηματικού, που για κάποιο λόγο φαινόταν σαν να μάχεται απέναντι σε τούτη την αλλαγή με ένα πείσμα που σε εντυπωσίασε και σε ώθησε να το δεις ως κάτι παράταιρο.<br />
Ξεκίνησες να περπατάς ανάμεσα σε τόσα αντικείμενα, που στοιβαγμένα με προσοχή μέσα σε κουτιά διαφορετικών χρωμάτων και σχημάτων, δημιουργούσαν νοητούς διαδρόμους και κατευθύνσεις. Αφού περπάτησες για ώρα ανάμεσα τους, μην μπορώντας να κατανοήσεις ακριβώς το πώς, κατέληξες ξανά μπροστά στο μοναδικό γκρι, παράταιρο κουτί.<br />
Το κοίταξες από όλες τις γωνίες και πλευρές και εκτός από το χρώμα, τίποτα δεν πρόδιδε την διαφορετικότητα του. Το χρώμα και εκείνο το μεγάλο ερωτηματικό.<br />
Αυτά διέγειραν την περιέργεια σου, όσο χρειαζόταν για να πάρεις την απόφαση και να επιχειρήσεις να το ανοίξεις. Το σχήμα της κλειδαριάς δεν άφηνε χώρο για παρανοήσεις και περαιτέρω σκέψεις. Χρειαζόσουν ένα κλειδί και δυστυχώς δεν είχες την παραμικρή ιδέα που να το αναζητήσεις.<br />
Ο χρόνος ένιωσες σαν να είχε παγώσει και νιώθοντας τον προβληματισμό σου, να σε βοηθούσε σε αυτή την έρευνα που η ανάγκη σου ξεκινούσε, ώστε να καταφέρει να καλύψει την περιέργεια και την επιμονή σου. Δυο θηλυκά αρκετά ισχυρά για όσους γοητευμένοι από το βλέμμα τους, δεν είναι ικανοί να διακρίνουν την ασχήμια που κρύβουν οι πράξεις τους.<br />
Κοίταξες γύρω σου και αυθόρμητα η πρώτη εντολή που σου ήρθε στο μυαλό σου φάνηκε και η σωστή. Ξεκίνησες λοιπόν από την πρώτη στοίβα στα αριστερά σου και ενώ αρχικά ξετύλιγες με υπομονή, πιστεύοντας ότι το κλειδί που χρειαζόσουν βρίσκεται εκεί, σχετικά γρήγορα επιτάχυνες το ρυθμό σου έως το σημείο εκείνο που τα χέρια, δουλεύοντας μηχανικά πλέον, είχαν ξεκινήσει να διαλύουν με μανία τα καλύμματα, αφήνοντας πίσω μόνο κουτιά και μόνο ένα χρώμα.<br />
Το όμορφο αυτό μωσαϊκό που τα χρώματα δημιουργούσαν στο δωμάτιο, άρχισε να φθίνει και σαν ένα δάσος που καίγεται, να αφήνει πίσω μια γκρι, μονότονη εικόνα ως υπενθύμιση ή ίσως ανάμνηση του τι υπήρξε εκεί.<br />
Είχες υποκύψει στον πειρασμό και η ενέργεια σου είχε πυροδοτήσει μια αλυσιδωτή αντίδραση που πλέον ήταν αδύνατο να σταματήσεις. Τόσο γρήγορη και έντονη που αν και ο χρόνος παρέμενε απών, ένιωσες έντονα ότι διήρκεσε μερικές μόνο στιγμές.<br />
Την στιγμή που έσκισες το τελευταίο χρωματιστό κάλυμμα, εκείνη τη στιγμή που το χαρτί έφυγε από τα χέρια σου, ακριβώς την στιγμή που ακούμπησε στο πάτωμα, ακριβώς εκείνη τη στιγμή μια εκτυφλωτική λάμψη κάλυψε τα πάντα και μερικές στιγμές αργότερα, όταν σαστισμένος ακόμα άνοιξες τα μάτια σου, το σκηνικό είχε αλλάξει.<br />
Το δωμάτιο είχε γίνει πιο σκοτεινό. Τα άλλοτε πολύχρωμα κουτιά έστεκαν βουβά μέσα στην τωρινή τους ουδετερότητα έχοντας όλα πλέον ένα μεγάλο ερωτηματικό για κλειδαριά. Αυτό σε παραξένεψε, όμως το δέχτηκες μέσα σε μια γενικότερη αποδοχή της κατάστασης που το μυαλό σου, σαστισμένο και ουσιαστικά μουδιασμένο αφού αυτή η κατάληξη ήταν κάτι που δεν είχε σκεφτεί και έτσι δεν είχε προετοιμαστεί στο ελάχιστο, αποδέχτηκε ως κάτι φυσιολογικό.<br />
Το σκέφτηκες λοιπόν και την στιγμή που η λέξη φυσιολογικό πέρασε από την οθόνη του μυαλού σου και την διάβασες σαν υπότιτλο σε μια ταινία που μέχρι τώρα παρακολουθούσες ως θεατής, με έναν παράξενο τρόπο γκρέμισε το πλαίσιο της οθόνης και βίαια σε πέρασε στην αντιπέρα όχθη του πρωταγωνιστή ο οποίος, ακούγοντας την μελαγχολική και μονότονη μελωδία ενός βιολιού που ξεκίνησε να γεμίζει το χώρο χωρίς όμως σαφή προσδιορισμό εκπομπής, έμεινε μερικές στιγμές στο κέντρο ενός δωματίου παρατηρώντας την οροφή να έχει ξεκινήσει αργά μια καθοδική πορεία προειδοποιώντας για τον επερχόμενο κίνδυνο μέσα από τις αιχμηρές απολήξεις των μαχαιριών που έστεκαν κρεμασμένα πάνω της και από την άλλη όλα τα κουτιά που προηγουμένως δημιουργούσαν μεγάλους διαδρόμους, τώρα να είναι συγκεντρωμένα σε στοίβες στις τέσσερις γωνίες του δωματίου.<br />
Τις κοίταξες με περιέργεια μην μπορώντας να κατανοήσεις πως έγινε τούτη η αλλαγή μπροστά στα μάτια σου, χωρίς να μπορείς έχεις την δυνατότητα να την παρατηρήσεις σε οποιοδήποτε από τα στάδια αλλαγής και ήταν ακριβώς εκείνη την στιγμή που η κατάσταση εξελίχθηκε περαιτέρω πιέζοντας το μυαλό σου σε ατραπούς πρωτόγνωρες και αρκετά απαιτητικές.<br />
Τα κουτιά στις γωνίες φωτίστηκαν, αποκαλύπτοντας μέσα από την γυάλινη πρόσοψη τους τέσσερις διαφορετικές φιγούρες. Ένα λιοντάρι, ένα φίδι, έναν αετό και ένα μυρμήγκι.<br />
Η οροφή εξακολουθούσε να κινείται και την στιγμή που διαγράφοντας έναν ολόκληρο κύκλο, παρατηρώντας τις περίεργες αυτές φιγούρες, έφτασες ξανά στην αρχή, το γκρι κουτί που αρχικά σε είχε ενεργοποιήσει, βρισκόταν στα πόδια σου εξακολουθώντας να σε τροφοδοτεί με περιέργεια.<br />
Ο χρόνος μέσα από τον ήχο του βιολιού είχε κάνει αισθητή την παρουσία του και αυτό σου δημιούργησε ένα μικρό συναίσθημα άγχους. Έπαιξες στο μυαλό σου όλα τα πιθανά σενάρια που θα μπορούσαν να υπάρχουν και όλα κατέληγαν στο ίδιο ένα συμπέρασμα. Το κλειδί βρισκόταν σε ένα από τα τέσσερα κουτιά. Το μυαλό σου σε ώθησε να σκεφτείς το προφανές. Το λιοντάρι βρισκόταν εκεί ως φύλακας του κλειδιού που χρειαζόσουν ώστε να μπορέσεις να εξελίξεις την κατάσταση και να την πας παρακάτω. Έτσι προετοιμάστηκες για μια δύσκολη μάχη και ξεκίνησες να περπατάς προς το μέρος του. Μόνο όταν πλησίασες αρκετά, σχεδόν δυο βήματα από την πόρτα, μπόρεσες να διακρίνεις το ξίφος που βρισκόταν ακουμπισμένο στον τοίχο. Σου φάνηκε ως η απάντηση στις προσευχές σου και έτσι χωρίς δεύτερη σκέψη έκλεισες την λαβή του στη δεξιά σου παλάμη, άνοιξες την πόρτα και πλησιάζοντας με γρήγορο βήμα τον αντίπαλο το κάρφωσες κατευθείαν στο λαιμό του. Ήσουν τόσο ταραγμένος που δεν κατάλαβες ότι δεν αντιστάθηκε και δυστυχώς ήσουν ανίκανος να ακούσεις ανάμεσα στις παύσεις του βιολιού την συμβουλή που με κόπο άρθρωσε στιγμές πριν παραδοθεί στο πεπρωμένο του.<br />
<i>Η ευγένεια είναι το ισχυρότερο όπλο και ταυτόχρονα το πιο χρήσιμο.</i><br />
Έψαξες με λαχτάρα κάθε σημείο του κουτιού και την στιγμή που βγήκες άπραγος, άφησες για λίγο την απελπισία να σε καλύψει. Όταν επανήλθες παραδεχόμενος την ήττα αυτής της πρώτης επιλογής σου, στράφηκες στα υπόλοιπα τρία και τα κοίταξες με απορία. Η οροφή συνέχιζε την πορεία της και εσύ πιεζόμενος από τον αέρα που όλο και λιγόστευε, ωθήθηκες να πας στην αντίθετη άκρη και να εναποθέσεις τις ελπίδες σου στην φιγούρα ενός όμορφου μεγάλου αετού, που καθισμένος σε ένα κλαδί σε παρατηρούσε να πλησιάζεις. Την στιγμή που έφτασες και μόνο τότε, αντιλήφθηκες ότι ακριβώς έξω από την πόρτα βρισκόταν ακουμπισμένο ένα τόξο με μια φαρέτρα, η οποία περιείχε ένα και μόνο βέλος. Η ανυπομονησία είχε για τα καλά εισχωρήσει στο αίμα σου κάνοντας σε να νιώθεις ότι βράζει. Έτσι το κράτησες με το αριστερό σου χέρι, το όπλισες και την στιγμή που πέρασες την πόρτα, στόχευσες και δευτερόλεπτα μετά ο αετός βρισκόταν άκαμπτος και άψυχος μερικά μέτρα δίπλα σου με το βέλος να έχει καρφωθεί ακριβώς ανάμεσα στα μάτια του. Έψαξες τριγύρω όμως παρέμεινες ανίκανος να μπορείς να αντιληφθείς τα ουσιώδη στοιχεία γύρω σου. Έτσι αν και περπάτησες αρκετά κοντά του, δεν έκανες τον κόπο να τον κοιτάξεις ούτε μια φορά. Αν το είχες κάνει θα μπορούσες με ευκολία να διαβάσεις στα μάτια του γραμμένο ένα μήνυμα, τόσο απλό και ταυτόχρονα τόσο σημαντικό.<br />
<i>Ο σεβασμός κάνει κάθε άμυνα προσπελάσιμη και ταυτόχρονα γεμίζει αξία τον ικανό που τον παρέχει.</i><br />
Ο ήχος του τόξου που άφησες να πέσει στο πάτωμα αντανάκλασε έναν ξερό κρότο που σε έκανε να νιώσεις περισσότερο άγχος.<br />
Δεν χωρούσε καμία αμφιβολία πλέον. Το κλειδί θα έπρεπε να βρίσκεται στο κουτί στα δεξιά σου, στο οποίο ένα μεγάλο σκουρόχρωμο φίδι σε κοιτούσε με ένα βλέμμα αυστηρό και γεμάτο προσμονή.<br />
Σχεδόν έτρεξες μέχρι εκεί και έχοντας πλέον την εμπειρία, η ματιά σου καρφώθηκε στα αριστερά της πόρτας και έτσι ήταν εύκολο να το εντοπίσεις. Κράτησες το μεγάλο ξύλινο ρόπαλο με τα δυο σου χέρια και μπήκες στο κουτί με ορμή. Το φίδι δεν σάλεψε ούτε για μία στιγμή. Έμεινε να σε κοιτά στα μάτια και χρειάστηκαν μόνο μερικές στιγμές, το ρόπαλο και κυρίως η δική σου μανία, ώστε να κοπεί στα δυο. Πλέον ήσουν σίγουρος ότι το κλειδί θα ερχόταν στην κατοχή σου και έτσι η απογοήτευση ήταν μεγαλύτερη και πιο επίπονη. Βγήκες έξω πλέον τρομαγμένος, νιώθοντας ότι έχασες. Έτσι για ακόμα μια φορά δεν μπόρεσες να δεις το στοιχείο που είχε μείνει γραμμένο στην άμμο από την υποτιθέμενη τυχαία κίνηση που η ουρά του φιδιού είχε ακολουθήσει μετά το διαχωρισμό.<br />
<i>Η σοφία κατακτάται μέσα από την αποδοχή της άγνοιας μας και ταυτόχρονα μας τροφοδοτεί με την γνώση που είναι στο διηνεκές η μεγαλύτερη δύναμη.</i><br />
Το τελευταίο κουτί παρέμενε φωτισμένο ακριβώς απέναντι σου, όμως εσύ πλέον είχες νικηθεί και αντί να το βλέπεις ως μια ακόμα ευκαιρία, το ένιωθες μέσα από την λάμψη του, που ήταν πλέον και η μοναδική, να σε περιγελά.<br />
Πλησίασες αργά και φτάνοντας εκεί παρατήρησες ότι ήταν το μοναδικό που δεν είχε κάποιο όπλο να σε περιμένει. Δεν το χρειαζόσουν άλλωστε ώστε να αντιμετωπίσεις ένα μικρό και άκακο μυρμήγκι.<br />
Ο κυριότερος λόγος όμως ήταν άλλος και τον κατάλαβες μόλις δυο βήματα μετά, όταν χωρίς να έχεις δώσει καμία σημασία να το εντοπίσεις, ένιωσες να διαλύεται κάτω από το αριστερό σου πέλμα. Έβγαλες το παπούτσι σου και έμεινες να κοιτάς μια άμορφη πλέον μάζα που στιγμές πριν υπήρχε εκεί ως κάτι συγκεκριμένο και κουβαλούσε το μεγαλύτερο μυστήριο του σύμπαντος, αυτό το μυστήριο που ονομάζουμε ζωή. Αναστέναξες βάζοντας ξανά το παπούτσι σου και ξεκίνησες να περπατάς έξω από το κουτί νιώθοντας όπως ο κατάδικος που οδηγείται στην ηλεκτρική καρέκλα. Έτσι για τέταρτη φορά παρέμεινες ανίκανος να δεις και να κατανοήσεις. Αμέτρητα μυρμήγκια βγαίνοντας από διάφορες χαραμάδες και τρύπες σχημάτισαν γράμματα και λέξεις και μια πρόταση την οποία δεν θα διάβαζες ποτέ.<br />
<i>Ο ταπεινός μπορεί να ζει ευτυχισμένος παντού και ταυτόχρονα να δίνει το πρότυπο της πραγματικής δύναμης.</i><br />
Την στιγμή που οι άκρες των μαχαιριών άγγιξαν το κορμί σου, το οποίο βρισκόταν πλέον πεσμένο μπρούμυτα, ένιωσες ένα κάψιμο και σχεδόν ταυτόχρονα μια ζαλάδα. Μπήκες σε μια δίνη που σε στριφογύρισε για ώρα μεταφέροντας σε μέσα από μια χρονοβόρα σπειροειδή κίνηση από το τότε ξανά στο τώρα. Η μάλλον από το τώρα στο εδώ.<br />
Το βλέμμα σου επέστρεψε στην επιφάνεια και από εκεί απελευθερώθηκε ξανά στο χώρο. Μπορεί να ένιωθες σαν να είχε περάσει ένας αιώνας, όμως σε τούτη τη συνειδησιακή κατάσταση είχαν περάσει μόλις μερικά δευτερόλεπτα.<br />
Ήπιες αυτή την τελευταία γουλιά και έμεινες για λίγο σκεπτικός με όλη τούτη την εικόνα που ακόμα πίεζε το μυαλό σου. Σε λίγο θα εγκαταλείψεις την προσπάθεια και θα αφήσεις<br />
το κορμί σου να ξεκουραστεί και αύριο πάλι από την αρχή. Και μεθαύριο και κάθε μέρα, μέχρι εκείνη που θα ξυπνήσεις πλέον ικανός να μπορείς να διαβάσεις τα σημάδια γύρω σου και γιατί όχι, μέσα σου...<br />
<br /></div>
Σείριοςhttp://www.blogger.com/profile/04059094487856082906noreply@blogger.com1tag:blogger.com,1999:blog-3740487471645675900.post-4143197609248640122013-12-27T20:03:00.001-08:002015-09-01T14:36:03.315-07:00Τριαδικότητες <div dir="ltr" style="text-align: left;" trbidi="on">
<div class="separator" style="clear: both; text-align: center;">
<a href="http://3.bp.blogspot.com/-SLvOCMcSV_I/Ur5NL0TGmqI/AAAAAAAAAKs/doKI8hImOnE/s1600/IMG_0030.JPG" imageanchor="1" style="margin-left: 1em; margin-right: 1em;"><img border="0" height="239" src="http://3.bp.blogspot.com/-SLvOCMcSV_I/Ur5NL0TGmqI/AAAAAAAAAKs/doKI8hImOnE/s320/IMG_0030.JPG" width="320" /></a></div>
<br />
<br />
Ένα ξύλινο παλιό τραπεζάκι και πάνω του ένα μάτσο άδειες σελίδες, η μία πάνω στην άλλη, να δημιουργούν μια προσμονή και μια προοπτική. Όσο όμως περνούσε η ώρα, η δική σου απραξία αυτήν την προσμονή είχε την δύναμη να την μετατρέψει σταδιακά σε απελπισία.<br />
Είχες καθίσει ώρες πριν, με τον ήλιο να σε τυφλώνει και την λαχτάρα για γράψιμο να σε ζεσταίνει και να σε ζωογονεί, έτοιμος για το παρακάτω. Είχες πάρει μια βαθιά ανάσα και είχες προσπαθήσει να βουτήξεις σε εκείνο τον περίεργο κόσμο που η πένα σου μπορούσε να δημιουργεί με ευκολία. Όχι όμως σήμερα. Η βουτιά σε πόνεσε διότι αν και προετοιμάστηκες για μια κρύα και φιλική θάλασσα, έτοιμη να σε βοηθήσει να αποβάλλεις τη ζέστη του κορμιού σου και της ψυχής σου, εν τούτης το πρόσωπο σου προσέκρουσε βίαια στο τσιμέντο. Γκρι, λερωμένο, στέρεο τσιμέντο.<br />
Ο λεπτοδείκτης έκανε αρκετούς κύκλους χωρίς δυστυχώς να μπορείς να ξεκολλήσεις και έτσι οι λευκές σελίδες στο τραπέζι, παρέμειναν ένα μάτσο αμουντζούρωτα χαρτιά που θα ορκιζόσουν ότι κάποια στιγμή τα είδες να σε κοιτάνε και να χαμογελάνε πονηρά.<br />
<i>Σήμερα τα μυστικά μας θα παραμείνουν θαμμένα</i>. Αυτό πίστευες ότι θα σου έλεγαν αν είχαν φωνή.<br />
Από πάνω σου μέταλλο και γέφυρα. Πολύ μέταλλο σε μια παλιά σχεδόν ερειπωμένη γέφυρα και από κάτω σιωπή από εκείνες που δημιουργεί η εγκατάλειψη. Και μετά χωρίς καμία προειδοποίηση, αυτός ο τσιριχτός ήχος που δημιουργεί το τρένο, καθώς παλεύει με τις γραμμές στις οποίες βρίσκεται φυλακισμένο, στην προσπάθεια του να ξεφύγει. Να εκτροχιαστεί και να νιώσει έστω και για μια στιγμή ελεύθερο.<br />
Αυτός ο ήχος λοιπόν καθώς το τρένο πάσχιζε να επιταχύνει σου ακουγόταν σαν κραυγή. <i>Βοήθεια</i> ή τουλάχιστον <i>σώστε με</i>.<br />
Όταν κάθισες, ώρες πριν ακριβώς από κάτω, εκεί σε αυτό το ξύλινο παλιό τραπεζάκι και ήρθες σε επαφή με τον ήχο, σου ακούστηκε όμορφος και είχε τη δύναμη να σου δημιουργήσει ένα χαμόγελο. Τόσες ώρες όμως μετά άρχισε να γίνεται μαρτύριο και αυτή η τσιριχτή κραυγή μετατράπηκε σε ένα νοητό όρνιο που με τα νύχια του βάλθηκε να ξεσκίζει τη σάρκα σου, που σαν ανάχωμα στεκόταν εκεί ανάμεσα σε αυτό και την ψυχή σου.<br />
Αυτό που δεν μπορούσες να κατανοήσεις ήταν ότι δεν ήταν η κραυγή δυνατή, αλλά δυστυχώς η ψυχή σου αδύναμη.<br />
Επέστρεψες στα χαρτιά σου και από εκεί στον ήρωα σου που βρισκόταν μετέωρος πάνω σε μια άλλη γέφυρα, μίλια μακριά από εσένα. Πως να ένιωθε άραγε μετά από τόσο καιρό που τον είχες πρακτικά εγκαταλείψει εκεί ;<br />
Πόσα τρένα είχε άραγε δει να περνάνε χωρίς να μπορεί να μπει σε κανένα, κυρίως όμως ξεκίνησες να σκέφτεσαι, πόσο έχει επηρεάσει την ψυχή του η τσιριχτή αυτή κραυγή που τα τρένα μπορούν και παράγουν.<br />
Οι σκέψεις σου διακόπηκαν βίαια και αυτό λίγο σε εκνεύρισε, διότι ένιωθες σχεδόν έτοιμος να προσπαθήσεις να βουτήξεις ξανά. Ένιωθες ότι η κερκόπορτα είχε λίγο ανοίξει και αυτό το άνοιγμα ήταν ικανοποιητικό. Αρκούσε μια μικρή στιγμή όμως ώστε να κλείσει απότομα και να σε αφήσει ξανά αντιμέτωπο με το λερωμένο, γκρι τσιμέντο.<br />
Η φωνή ήταν στα δεξιά σου και η προφορά περίεργη. Γύρισες ενστικτωδώς και η φιγούρα σε καθήλωσε. Ένας νέος, πάνω κάτω στην ηλικία του ήρωα σου, με ξυρισμένο κεφάλι και μόνο μερικές τιρκουάζ τούφες παρατημένες, σχεδόν ασύμμετρα, να ανεμίζουν στο ελαφρό αεράκι που το απόγευμα είχε φέρει μαζί του σε τούτη τη γωνιά της πόλης. Τρεις τελείες κάτω από το αριστερό του μάτι να σχηματίζουν μια γραμμή προς το μάγουλο και άλλες δύο ακριβώς κάτω από το κάτω χείλος δεξιά και αριστερά από ένα λεπτό, τιρκουάζ μουσάκι. Τα ρούχα μαύρα, φθαρμένα και βρώμικα να μαρτυρούν την πενία του κορμιού και σε αντιδιαστολή ένα βλέμμα τόσο έντονο, τόσο ζωντανό και δυνατό που σε μαγνήτισε και σε καθήλωσε για αρκετές στιγμές.<br />
<i>Φίλε, έχεις φωτιά ;</i><br />
Αυτή ήταν η ερώτηση . Αυτή υπήρξε η αφορμή της διακοπής των σκέψεων σου , και πάνω που ετοιμάστηκες να απαντήσεις, η ζωή σε προσπέρασε και η αντίληψη σου ζορίστηκε.<br />
<i>Φίλε, έχεις φωτιά ; .. στην ψυχή σου ;</i><br />
Τον κοίταξες με απορία και απλά χαμογέλασες. Αυτή ήταν η μοναδική αντίδραση σε τούτη την υπέρβαση, όμως ήταν αληθινή. Εκείνος το κατάλαβε και σου επέστρεψε το χαμόγελο. Χωρίς να σε ρωτήσει, έκατσε απέναντι σου και σταύρωσε τα χέρια του πάνω σε αυτό το μικρό ξύλινο τραπεζάκι, που τώρα λειτουργούσε ως διαχωριστικό.<br />
<i>Έχεις φωτιά μες την ψυχή σου;</i> Η ερώτηση επαναλήφθηκε και τώρα ακούστηκε πιο σοβαρή, πιο προστακτική.<br />
Εσύ απάντησες ένα παιδικό <i>δεν ξέρω </i>και μετά ξανά σιωπή. Εκείνος έριξε το βλέμμα του κάτω και έμεινε σιωπηλός προσπαθώντας να επιλέξει τις κατάλληλες λέξεις. Όταν ξεκίνησε η φωνή του αυτόματα σε ηλέκτρισε. Σου θύμισε την κραυγή στις ράγες και με κάποιο περίεργο τρόπο σε ανάγκασε να τον παρακολουθήσεις με όλο σου το είναι.<br />
<i>Τρεις τελείες αδελφέ. Μία για εσένα, μια για εμένα και μια για εμάς. </i><br />
<i>Μια για το χθες, μια για το σήμερα και μια για το αύριο. Κλωθώ, Λάχεσις και Άτροπος. Ποια είναι πιο σημαντική; Πως μπορείς να τις κατατάξεις με σειρά σπουδαιότητας ;</i><br />
Έπειτα σηκώθηκε , ανέβηκε στο πατίνι του και με μια κίνηση χάθηκε από το οπτικό σου πεδίο. Όλα έγιναν τόσο γρήγορα ώστε να διερωτηθείς αν ήταν αληθινά ή τουλάχιστον ποια κομμάτια από όλη αυτή την εικόνα δεν ήταν αποκύημα της φαντασίας σου.<br />
Εσύ, εγώ και εμείς. 'Όχι δεν ταίριαζε. Υπάρχει το εγώ σίγουρα, σκέφτηκες προσπαθώντας να βάλεις μια τάξη, και υπάρχει και το εσύ για να μπορώ να ισχυροποιώ αυτό το εγώ. Αυτό το εμείς δυστυχώς όμως δεν μπορούσες να το χωρέσεις κάπου και να το κατανοήσεις.<br />
Δια μέσω των αιώνων, η καταγραφή της ιστορίας σου έδειχνε ότι αυτό το εμείς ήταν μια κατάσταση που δεν κατανοούσε και κανείς άλλος. Πόλεμοι, θάνατος , συγκρούσεις και εγωισμός. Αυτή η λογική και κατανοητή κατάσταση του εγώ. Και ήρθε αναπάντεχα ένας αλήτης, ένας άστεγος των δρόμων να σου πει ότι αυτό υπάρχει. Πόσο παράλογο.<br />
Χθες, σήμερα και αύριο. Τρεις έννοιες ξεκίνησαν να εναλλάσσονται μπροστά στα μάτια σου σαν ένας τροχός γεμάτος με διαφορετικά χρώματα. Όσο προσπαθούσες να εστιάσεις σε ένα από όλα, τόσο αυτός ο τροχός επιτάχυνε και το έκανε όλο και πιο δύσκολο, ώσπου στο τέλος δεν έμεινε τίποτα άλλο από ένα κύκλο με ένα και μόνο χρώμα που δεν χωρούσε καμία παρερμηνεία. Το λευκό πάντα έχει αυτή τη μαγική ιδιότητα να κάνει τα πράγματα να φαίνονται πιο αθώα και λίγο πιο λογικά.<br />
Αντανακλαστικά το μυαλό σου ξεκίνησε να σκέφτεται όλες τις τριαδικότητες που η κοινωνία σε έμαθε να θεωρείς λογικές. Θεοί και δαίμονες, άνθρωποι και ανάγκες πλεγμένοι τόσο περίτεχνα σε μια όμορφη εικόνα χωρίς κενά και παρερμηνείες. Η αλήθεια είναι ότι η συνειδητοποίηση αυτή σε έκανε έστω και για λίγο να ζηλέψεις.<br />
Τα δικά σου χαρτιά παρέμεναν λευκά και ο ήρωας σου μετέωρος χωρίς άμεσα να έχεις την δυνατότητα να τον απεγκλωβίσεις από αυτή την πραγματικότητα. Όμως όλες αυτές οι ιστορίες ήταν σωστά δεμένες βήμα βήμα και δεν υπήρχε κανένας λόγος αμφισβήτησης.<br />
Σώμα, ψυχή και πνεύμα τα είπε κάποτε ο Πλάτωνας, κάνοντας τον δικό του διαχωρισμό και εσύ σκέφτηκες ότι ποτέ ουσιαστικά δεν τα διαχώρισε. Υπήρξαν και εξακολουθούν να υπάρχουν ως διαφορετικές πλευρές του ίδιου όλου. Στην προκειμένη του ανθρώπου.<br />
Τι είναι όμως ο άνθρωπος περισσότερο ; ή μήπως είναι και τα τρία μαζί κάθε στιγμή ;<br />
Το τρένο σφύριξε για ακόμα μια φορά πάνω στις ράγες και εσύ μετατόπισες το βλέμμα σου ασυναίσθητα στο ταξί που είχε σταματήσει ακριβώς δίπλα σου στο φανάρι και δεν άργησες να εντοπίσεις τον οδηγό που σε κοιτούσε κατευθείαν στα μάτια. Η μορφή του πρωτόγνωρη και ταυτόχρονα τόσο οικεία, που σε παραξένεψε. Μαύρος, σαν την λαχτάρα που λέει ο ποιητής, με ένα τεράστιο άσπρο γένι να καλύπτει σχεδόν ολόκληρο το πρόσωπο του, και δυο μάτια τόσο κόκκινα που σε καθήλωσαν και για ένα δευτερόλεπτο σε ώθησαν να κρατήσεις την ανάσα σου. Εκείνος νιώθοντας τον φόβο σου, σου χαμογέλασε πλατιά γνωρίζοντας ότι ήταν αβάσιμος και ξεκινώντας σου φώναξε μερικές λέξεις που όμως έκαναν αυτόν τον φόβο μεγαλύτερο. <i>Είσαι σε καλό δρόμο, συνέχισε..</i><br />
Άφησες την ματιά σου ταυτόχρονα με την αναπνοή σου και ακολούθησες νοητά το όχημα μέχρι να χαθεί τελείως από το οπτικό σου πεδίο, προσπαθώντας να καταλάβεις για ποιο δρόμο μιλούσε.<br />
Οι σκέψεις σου ηρέμησαν και ένιωσες να σε τραβάνε πίσω στην κατανόηση του εγώ.<br />
Όχι αναφώνησες αυθόρμητα μετά από ώρα, δεν μπορεί, θα ήταν παράλογο. Το εμείς προϋποθέτει σκέφτηκες , σεβασμό και κατανόηση του διαφορετικού. Άρα δεν μπορεί να υπάρχει.<br />
Σίγουρα μπορούμε να μιλήσουμε για τον άνθρωπο ως μονάδα, όχι όμως σαν κομμάτι συνόλου. Εκεί παύει να είναι άνθρωπος και αναγκαστικά πρέπει να ντυθεί άλλα ουσιαστικά και επίθετα ώστε να καταφέρει να δημιουργήσει μια εικόνα συνόλου.<br />
Επέστρεψες στην στοίβα με τα χαρτιά και ένα συναίσθημα θυμού ξεκίνησε να σε κατακλύζει.<br />
<i>Τι θέλω να γράψω ; τι μπορώ να γράψω τελικά όταν κανείς δεν ενδιαφέρεται για κάτι παραπέρα από την δική του επικράτηση και την δική του προσωπική ευημερία ;</i><br />
Ο ήρωας σου μετά από καιρό εξελίχθηκε. Στάθηκε έξω από το προστατευτικό κιγκλίδωμα και έμεινε μετέωρος πριν πηδήξει από τα δέκα περίπου μέτρα προς τον βέβαιο θάνατο. Αυτό σου φάνηκε ως το πιο λογικό. Να πέσει να τελειώνει. <i>Να γλυτώσει</i> ήταν η ορθότερη προσέγγιση στο μυαλό σου.<br />
Όμως τη στιγμή που προσπάθησες να το αποτυπώσεις με λέξεις σου φάνηκε τελικά τόσο λάθος. Τι και αν οι άνθρωποι ξεχάσαμε. Τι και αν πλέον υπάρχουν πολλές λέξεις χωρίς καμία συνάφεια με τις αξίες που περιγράφουν.Σε εξοργίζει και σε θλίβει όλη αυτή η πραγματικότητα. Όμως αυτός ο ήρωας πηδώντας από την γέφυρα δεν πρόκειται να αλλάξει αυτή την οργή και αυτό τον παραλογισμό .<br />
Αντίθετα μέσα από αυτή την παθητική αντιμετώπιση απλά επιβεβαιώνει την δύναμη της κοινωνίας να προβάλει και να επιβάλλει τούτο τον τρόπο ζωής.<br />
Χθες, σήμερα και αύριο. Τρεις διαφορετικές οπτικές της λέξης ζωή. Μια λέξη που γίνεται έννοια και πραγματικότητα. Εξαρτάται με πoιο τρόπο όμως. Το αύριο πάντα θα έχει την δυνατότητα να είναι θετικό και όμορφο όταν έχουμε την δύναμη, ζώντας στο σήμερα να μην ξεχνάμε το χθες. Τα λάθη μας, πολύτιμα μαθήματα στην πορεία προς την ευτυχία και το εμείς..<br />
Η ψύχρα που έφερε μαζί της η νύχτα σε ανάγκασε να ανασκουμπωθείς. Το φως της λάμπας εδώ και ώρα έριχνε τις ακτίνες του στη στοίβα με τα χαρτιά σου και από εκεί στον ήρωα σου τον οποίο αποφάσισες να λυτρώσεις από τούτο το μαρτύριο της αναμονής. Αύριο κιόλας θα τον κατέβαζες από εκείνη την γέφυρα και θα του δημιουργούσες μια άλλη πραγματικότητα. Άλλωστε από την αρχή ήταν στο δικό σου χέρι και μόνο.<br />
Εσύ, εγώ και εμείς. Τρεις τελείες, τρεις πραγματικότητες. Πάντα όμως τελικά μέσα στην ίδια ανάγκη για ολοκλήρωση και εξέλιξη...<br />
<br />
<br /></div>
Σείριοςhttp://www.blogger.com/profile/04059094487856082906noreply@blogger.com2tag:blogger.com,1999:blog-3740487471645675900.post-49463686424652771752013-11-24T15:00:00.001-08:002013-11-24T15:00:18.071-08:00Εγκλήματα<div dir="ltr" style="text-align: left;" trbidi="on">
<div class="separator" style="clear: both; text-align: center;">
<a href="http://2.bp.blogspot.com/-0KQD8slICYc/UpKEx2LRlJI/AAAAAAAAAKc/9HzUXYnPhLM/s1600/IMG_3118.JPG" imageanchor="1" style="margin-left: 1em; margin-right: 1em;"><img border="0" height="240" src="http://2.bp.blogspot.com/-0KQD8slICYc/UpKEx2LRlJI/AAAAAAAAAKc/9HzUXYnPhLM/s320/IMG_3118.JPG" width="320" /></a></div>
<div class="separator" style="clear: both; text-align: center;">
<br /></div>
<div class="separator" style="clear: both; text-align: center;">
<br /></div>
Και επιστρέφεις στον τόπο του εγκλήματος. Όλοι επιστρέφουν. Πρέπει να είναι κάποια διαστροφή την οποία ποτέ δεν κατανόησες επαρκώς. Εσένα από την άλλη σε ώθησε καιρό μετά η ανάγκη να περπατήσεις μέχρι εδώ και με μισή καρδιά να κατέβεις τα δώδεκα σκαλοπάτια που οριοθετούν την νοητή αυλή αυτού του υπόγειου διαμερίσματος. Κατά μια διαβολική σύμπτωση το πρώτο κλειδί που δοκίμασες ήταν και το σωστό. Λες και η όλη κατάσταση σε περίμενε με ανυπομονησία να την εξελίξεις μέσα από την πράξη σου και να την πας παρακάτω.<br />
Μπήκες χωρίς δεύτερη σκέψη. Ήσουν έτσι και αλλιώς αποφασισμένος, όμως το θέαμα σε πάγωσε. Τι και αν είχες προετοιμαστεί για όλο αυτό; Η εικόνα που αντίκρισες σε έκανε να σταματήσεις και έτσι το βήμα σου έμεινε μετέωρο.<br />
Αν εξαιρέσεις την σκόνη που είχε δημιουργηθεί από το χρόνο, τα πάντα παρέμεναν σε μια εικόνα τρομακτικά ίδια με εκείνη που είχες στο μυαλό σου. Όμως είχε περάσει καιρός. Δεν μπορούσες με σιγουριά να πεις πόσος, όμως ήσουν σίγουρος ότι ήταν παραπάνω από αρκετός. Οι ρυτίδες του προσώπου σου υπήρχαν ως αδιάψευστος μάρτυρας της παρουσίας του χρόνου μέσα στην ανάμνηση σου.<br />
Χαμογέλασες κάτω από το βάρος αυτής της σκέψης και άφησες την ματιά σου να πλανηθεί. Σε γενικές γραμμές αυτό ήταν χαρακτηριστικό της ψυχής σου. Όμως σήμερα οι καταστάσεις σου επέτρεψαν να αφήσεις τα μάτια σου να δουν όλα όσα η καρδιά σου είχε ανάγκη να νιώσει ότι υπάρχουν. Έστω και αν το γνώριζε ότι ήταν αυταπάτη. Δεν θα μπορούσε άλλωστε να παραβλέψει την πραγματικότητα, έτσι σπασμένη και χωρίς δυνατότητα επιδιόρθωσης.<br />
Ένα καφέ πουλόβερ, ακουμπισμένο στην καρέκλα, δώρο σε κάποια γενέθλια και ο λεκές στο λευκό τραπεζομάντιλο απαράλλακτος να σου κλείνει το μάτι συνωμοτικά σαν να σου λέει, θυμάσαι;<br />
Και εσύ θυμόσουν. Πώς θα μπορούσες να ξεχάσεις έτσι και αλλιώς;<br />
Προχώρησες λίγο πιο μέσα και η φωτογραφία στην παλιά καφέ κορνίζα σε καθήλωσε. Μετέωρα, πολλοί χειμώνες πριν και μπροστά από την ομορφιά του τοπίου η ομορφιά η δική της. Να ανταγωνίζεται η μια την άλλη χωρίς όρια. Όταν όμως κοίταξες πιο προσεκτικά, παραξενεύτηκες. Έψαξες γύρω γύρω στην κορνίζα για ρωγμές ή κενά που θα μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν ως διέξοδοι διαφυγής. Η ομορφιά του βράχου και του κενού ήταν εκεί. Ίδια και εντυπωσιακά φρέσκια παρά τους τόσους χειμώνες που κουβαλούσε πια. Όμως η δική της είχε χαθεί. Έστεκε πλέον μόνη της στη μέση της φωτογραφίας χωρίς καμία λάμψη και δυστυχώς χωρίς καμία δυνατότητα αντιπαράθεσης ή ανταγωνισμού.<br />
Άφησες λίγο το μυαλό σου να ξαναπαίξει την σκηνή και λίγο γέλασες. Αυτό το πικρό γέλιο που συνοδεύει δυστυχώς σχεδόν πάντα τις αναμνήσεις, όταν μέσα σε αυτές βλέπουμε τον παιδικό μας συνήθως, αθώο εαυτό και τα παιδαριώδη λάθη μας. Κυρίως κρίσης και αντοχής.<br />
Λάθος αντοχής θα το χαρακτήριζες το συγκεκριμένο. Εσύ χαρούμενος μέσα στην ομορφιά του τοπίου, μεθυσμένος και γεμάτος ενθουσιασμό από τον έρωτα που κουβαλούσες για την ζωή και εκείνη παρά το νεαρό της ηλικίας της, ήδη παραδομένη στη μιζέρια και το τίποτα που συνήθως συνοδεύει τους άτυχους ή τους πολυκαιρισμένους.<br />
Πήγες πιο κοντά και την κοίταξες στα μάτια. <i>Σ αγαπώ</i> της είχες πει και εκείνη <i>τελείωνε</i>...<br />
Κάποια στιγμή λοιπόν το έκανες. Τελείωσες και την άφησες πίσω. Προχώρησες για καιρό και να που σήμερα, όπως όλοι οι δολοφόνοι, επέστρεψες στον τόπο του εγκλήματος. Πλησίασες την φωτογραφία και ασυναίσθητα ακούμπησες πάνω της το αριστερό σου χέρι. Πήρες μια βαθιά ανάσα και η ευχή βγήκε αυθόρμητη και σε ώθησε να νιώσεις. Να είσαι καλά , είπες ψιθυριστά. Είχε περάσει αρκετός καιρός και είχες μέσα από την λυτρωτική διαδικασία της συγχώρεσης, κρατήσει μόνο τα θετικά κομμάτια της ιστορίας.<br />
Η αλήθεια είναι ότι σου πήρε καιρό και κόπιασες αρκετά. Στα δύο άδεια διπλανά κάδρα για λίγο, κοίταξες τον θυμό σου και τον εγωισμό σου που πληγώθηκε και σε εξώθησε να τα αφήσεις κενά, χωρίς εικόνες και χωρίς καμία δυνατότητα να μαρτυρήσουν το παρελθόν. Η μόνη φωτογραφία που γλίτωσε και διεσώθη ήταν εκείνη στην οποία ζούσε ο ανταγωνισμός. Την άφησες για να μπορείς να ανασύρεις τις λάθος συμπεριφορές που ήξερες εξ αρχής ότι ο χρόνος θα σε ανάγκαζε να θάψεις βαθιά μέσα σου.<br />
Προχώρησες και μπήκες στο μικρό μπάνιο στο τέλος του διαδρόμου. Χωρίς να μπορείς να το αποφύγεις σε κοίταξες και σάστισες. Όλη αυτή η αναπόληση σε είχε ωθήσει τόση ώρα να ξεθάψεις τον επαναστάτη μικρό θεό που έκρυβες μέσα σου. Η εικόνα και η καρδιά σου σε έκαναν να νιώσεις έτσι. Σάστισες λοιπόν διότι απροειδοποίητα το είδωλο στον καθρέφτη φάνηκε τόσο ξένο. Τόσο χρησιμοποιημένο και παλιό. Και έτσι το σάστισμα μετατράπηκε σε στεναχώρια, έστω πρόσκαιρη.<br />
Αν σε είχαν πιάσει τότε σκέφτηκες, ίσως οι καταστάσεις να ήταν διαφορετικές. Όμως κανένας δεν νοιάστηκε, όσο καιρό και αν φώναζες και όσο και αν ζητούσες βοήθεια. Είναι πάντα μεγάλο το ρίσκο και σχεδόν κανείς δεν θέλει να το διαχειριστεί.<br />
Έτσι η φθορά του χρόνου το σκότωσε και εσύ υποσχέθηκες να μην κλάψεις αλλά να εκδικηθείς. Είχες ανάγκη να ισοφαρίσεις με κάποιο τρόπο την αδιαφορία που η κοινωνία σου πέταξε στα μούτρα χωρίς να δείξει έλεος ή κατανόηση. Αν σε είχαν πιάσει...<br />
Δεν θα είχες κάνει τόσα εγκλήματα, δεν θα είχες την δυνατότητα. Όμως δεν σε έπιασαν και εσύ τα έκανες. Ξέσκισες χωρίς έλεος και εσύ, και δυστυχώς χωρίς κανένα ενδοιασμό, τόσες καρδιές που στο αποτέλεσμα έχασες το λογαριασμό. Η αυταπάτη της ανωτερότητας που πάντα λαθραία μεταφέρει η ματαιοδοξία σε ώθησε να εκδικηθείς με έναν τρόπο τόσο μακρυά από αυτά που θεωρητικά πρέσβευες και θεωρούσες σωστά.<br />
Χίλιες καρδιές για την δική μου είχες πει ένα βράδυ μεθυσμένος, παρατηρώντας άλλο ένα άψυχο κουφάρι να απομακρύνεται παραδομένο στην προδοσία που του επιφύλασσες. Έγινες αγρίμι χωρίς οίκτο και κάθε πρωί επέστρεφες σε μια άλλη πραγματικότητα φορώντας τη μάσκα που η κοινωνία σου είπε ότι σε κάνει πιο πετυχημένο και θελκτικό.<br />
Μια μάσκα που φόρεσες αρκετά ώστε στο τέλος να καταλήξει να γίνει συνήθεια και πραγματικότητα. Κάθε έγκλημα έχει συνέπειες και οι δικές σου ξεκίνησαν το πρωί που η μάσκα ενσωματώθηκε πλέον και έγινε κομμάτι σου. Κοιτάχτηκες στον καθρέφτη και εκτός από τα μάτια σου δεν αναγνώρισες τίποτα άλλο από εκείνο το παιδί που σχεδόν έναν αιώνα πριν φώναζε σ αγαπώ, καβάλα σε ένα μεταλλικό διακοσμητικό λιοντάρι, κάπου στην μέση της Ελλάδας. Φοβήθηκες και αυθόρμητα ξεκίνησες να φωνάζεις. Όμως για κάποιο λόγο το στόμα σου καθρεφτιζόταν στο τζάμι απέναντι σου ατάραχο και γαλήνιο. Τότε ξεκίνησες να βιώνεις τις συνέπειες. Τότε ξεκίνησες να κατανοείς ότι υπάρχουν.<br />
Ποια ανάγκη σε ώθησε σήμερα να μετρήσεις δώδεκα σκαλοπάτια και να περάσεις την πόρτα ενός υπόγειου κλειστού και παρατημένου από καιρό;<br />
Δύο ορόφους παραπάνω είχες ότι χρειαζόσουν. Θέα στο πάρκο, μεγάλο σπίτι, μια μεγάλη τροπαιοθήκη με 998 καρδιές και δύο να περιφέρονται ζωντανές τριγύρω σου, αποδεικνύοντας την μεγαλοψυχία σου. Έτσι είχες βαφτίσει την ανάγκη σου να γλυκάνεις με κάποιο τρόπο την μοναξιά σου. Τόσο μπροστά από την μάσκα σου όσο και πίσω από αυτήν. Το πρώτο ήταν σχετικά εύκολο. Χρειάστηκαν μερικές διαβεβαιώσεις και αρκετή υπομονή. Έτσι και αλλιώς ο σκοπός ήταν τέτοιος που είχες πια όση χρειαζόσουν. Πίσω από την μάσκα όμως;<br />
Είχες συνθηκολογήσει αλλά δεν είχες παραδοθεί. Είχες διαπράξει ένα τεράστιο έγκλημα όταν μόνος σου έμπηξες το μαχαίρι της αδιαλλαξίας στην καρδιά σου και έτσι έμεινες μόνος. Παραδομένος στην ήττα ενός αγώνα στον οποίο κάποτε μπήκες χωρίς σκέψη.<br />
Αυτή ήταν και η ανάγκη σήμερα να περπατήσεις δώδεκα χρόνια, ένα προς ένα και να πας πίσω, εκεί που ζούσε το παιδί που κουβαλάς ακόμα στο βλέμμα όταν κάποιο τραγούδι ή μια εικόνα φέρνουν στο μυαλό σου εκείνη.<br />
Επέστρεψες λοιπόν στην αρχή. Εκεί που όλοι μας διαπράττουμε τα μεγαλύτερα αδικήματα και το συναίσθημα που σε κατέκλυσε δεν ήταν τίποτα άλλο παρά αγνή, ατόφια λύπη. Αυτό το συναίσθημα ήταν αρκετό να σε ρουφήξει πίσω και πίσω ώσπου να ανοίξεις τα μάτια σου σε ένα βράδυ Δεκέμβρη λίγους χειμώνες πριν.<br />
Εκείνη παραδομένη στη φθορά, είχε αφήσει την ψυχή της να ταξιδέψει και το σώμα της βρισκόταν κουλουριασμένο και ξέπνοο μερικά μέτρα δίπλα σου. Ζούσες στον απόηχο των σκέψεων σου και έτσι κοιτώντας την χωρίς να το πολύσκεφτείς άρχισες να μουτζουρώνεις ένα χαρτί, γεμίζοντας το με λέξεις που δεν θα διάβαζε ποτέ.<br />
Λέξεις και έννοιες που βιάστηκες να τσαλακώσεις και να πετάξεις φοβισμένος σε μια άκρη του μυαλού σου και τι ειρωνία να ανακαλύψεις καιρό μετά ότι ίσως υπήρξαν οι πιο ώριμες και αντρίκειες λέξεις που εξέφρασες ποτέ. Αποδοχή ενός εγκλήματος με κάθε τιμιότητα και με κάθε μεγαλοπρέπεια. Όπως ταιριάζει άλλωστε στα εγκλήματα κατά της καρδιάς.<br />
<i><br /></i>
<i>χαράματα και ξύπνησα με ένα στεναγμό σου</i><br />
<i>εκεί στο μισοσκόταδο ένιωσα τον θυμό σου</i><br />
<i>δίπλα σου ανακάθισα, σε κοίταξα στα μάτια </i><br />
<i>και αυτό το δάκρυ που `σταξε με έκανε κομμάτια</i><br />
<i><br /></i>
<i>Πως να κρατήσω μια ψυχή που θέλει να πετάξει</i><br />
<i>που άλλα ονειρεύεται, που θέλει να γελάσει</i><br />
<i>που μεσ` το δάκρυ πνίγεται κάθε που αποκοιμιέται </i><br />
<i>αφού καιρό σταμάτησε να νιώθει ότι αγαπιέται</i><br />
<i><br /></i>
<i>Χαράματα και χάθηκα πάλι στο πρόσωπο σου</i><br />
<i>σε κοίταξα και ένιωσα βαθιά πια το θυμό σου</i><br />
<i>για τη ζωή που ζήσαμε, για όσα σου χουν λείψει</i><br />
<i>και τότε απλά κατάλαβα πως πια με έχεις αφήσει</i><br />
<i><br /></i>
<i>Μέσα στα μάτια μου η αγάπη θα `χει πάντα την μορφή σου</i><br />
<i>μέσ` την ψυχή μου θα κρατήσω το φιλί σου</i><br />
<i>Μα εκεί χαράματα με αυτό το στεναγμό σου</i><br />
<i>έμαθα πια πως δεν μπορώ να είμαι στο πλευρό σου </i><br />
<i><br /></i>
<i>Μεσ` την ψυχή μου η ματιά σου θα ζεσταίνει</i><br />
<i>ο,τι πια έξω μου κρυώνει και πονά</i><br />
<i>και μια ευχή με συντροφεύει αργά τα βράδια </i><br />
<i>να είσαι πάντα ευτυχισμένη και καλά.</i><br />
<div align="center" class="MsoNormal" style="text-align: center;">
<br /></div>
<div align="center" class="MsoNormal" style="text-align: center;">
<br /></div>
<br /></div>
Σείριοςhttp://www.blogger.com/profile/04059094487856082906noreply@blogger.com0tag:blogger.com,1999:blog-3740487471645675900.post-50206231053787074172013-10-25T05:57:00.001-07:002013-11-07T14:54:24.950-08:00Το βαλς των χαμένων ονείρων<div dir="ltr" style="text-align: left;" trbidi="on">
<div class="separator" style="clear: both; text-align: center;">
<a href="http://1.bp.blogspot.com/-j350sqg1FCA/UmpqYXtZOBI/AAAAAAAAAKI/N7k4QISZLfY/s1600/IMG_2982.JPG" imageanchor="1" style="margin-left: 1em; margin-right: 1em;"><img border="0" height="320" src="http://1.bp.blogspot.com/-j350sqg1FCA/UmpqYXtZOBI/AAAAAAAAAKI/N7k4QISZLfY/s320/IMG_2982.JPG" width="240" /></a></div>
<div class="separator" style="clear: both; text-align: center;">
<br /></div>
Καθισμένος σε μια βιτρίνα, περιμένεις καινούργια βλέμματα να σου δώσουν υπόσταση. Να σε αναγνωρίσουν και να σου κρεμάσουν πάλι την ταμπέλα που γράφει ενδιαφέρον...<br />
Αυτή είναι η ανάγκη και ταυτόχρονα η επιθυμία σου. Να καταφέρεις ξανά κάπου να καθρεφτιστείς. Να αφήσεις εκ νέου μια αγκαλιά και μια σταγόνα έρωτα να σε παρασύρουν και να σε μεθύσουν. Δεν είναι δύσκολο άλλωστε. Πάει καιρός που ήπιες τελευταία φορά και ο οργανισμός σου σταδιακά απέβαλε τις αντοχές και τα όρια που είχες δημιουργήσει. Και έτσι στέκεσαι ξανά πίσω από μια βιτρίνα και η ταμπέλα κρεμασμένη στην πόρτα να γράφει με μεγάλα γράμματα την διαθεσιμότητα σου, προκαλώντας τα βλέμματα των περαστικών. Με όμορφα καλλιγραφικά γράμματα, ένα μεγάλο - <span style="font-family: Times, Times New Roman, serif;"><b>ΑΝΟΙΧΤΟ</b></span>.<br />
Όχι πως πριν είχες κλείσει. Απλά είχες δεσμεύσει τις αντοχές σου, την ματιά σου και αν είσαι τυχερός και η εμπειρία έχει αγγίξει την ψυχή σου, είχες δεσμεύσει και το φιλί σου. Κάποτε μια πόρνη σε ένα από αυτά τα κακόφημα στέκια που σύχναζες σου είπε όταν την ρώτησες γιατί δεν φιλά ποτέ κανέναν, ότι στο φιλί της αφήνει πάντα κάτι από την ψυχή της και αυτό δεν έχει αντίτιμο για να το αποκτήσεις. Πρέπει να το αξίζεις.<br />
Σου είχε κάνει εντύπωση γιατί ήσουν και μικρός. Όχι πως τώρα μεγάλωσες. Λίγη εμπειρία παραπάνω κουβαλάς που σε βοηθά να βλέπεις λίγο πιο καθαρά την πραγματικότητα.Όμως να, μέρες σαν την σημερινή σκέφτεσαι τα λόγια εκείνης της γυναίκας και απλά χαμογελάς. Πλέον το νιώθεις. Ξέρεις τι εννοεί και συμφωνείς. Το κορμί μου υποκύπτει και όχι η ψυχή μου, λες αυθόρμητα στην κοπέλα που κάθεται δεξιά σου. Σε κοιτά με ένα βλέμμα γεμάτο απορία γιατί μιλάτε διαφορετικές γλώσσες και δεν καταλαβαίνει τι λες. Σου χαμογελά όμως. Η μοναξιά μέσα στα μάτια σου της είναι οικεία. Όμως δεν σε καταλαβαίνει.<br />
Αυτή η φράση παραμένει για μερικά δευτερόλεπτα και αντηχεί σε κάθε γωνιά του μυαλού σου. Το κορμί μου υποκύπτει. Οκ , ποιος όμως το ορίζει, σκέφτεσαι. Εγώ απαντάς αυθόρμητα και αυτή σου η απάντηση σχεδόν ταυτόχρονα πυροδοτεί μια μεγαλύτερη και δυσκολότερη ερώτηση. Ποιος είμαι εγώ όμως, αναρωτιέσαι. Μάλλον σε δυσκολεύεις γιατί η γκριμάτσα στο πρόσωπο σου προδίδει μεγάλη απορία. Είναι και αστεία, αλλιώς δεν εξηγείται το χαμόγελο που αυθόρμητα εισπράτεις από το ζευγάρι που καθισμένο σχεδόν απέναντι σου σε παρατηρεί με ενδιαφέρον.<br />
Ποιος είμαι εγώ λοιπόν, να μια ωραία ερώτηση μακρυά από έρωτες, απογοητεύσεις και επιθυμίες παροδικές που το κορμί επιβάλλει ζώντας στους δικούς του ρυθμούς.Ποιος είμαι λοιπόν ;<br />
Άντε απάντα, σκέφτεσαι πάλι αυθόρμητα και νιώθοντας το μυαλό σου να βαραίνει βρίσκεις διέξοδο μέσα από το βλέμμα σου, το οποίο ξεκινά να τρέχει δεξιά και αριστερά σαν μικρό παιδί. Έχει την ίδια ανάγκη για εκτόνωση και ευτυχώς τις ίδιες αντοχές. Μερικές λοιπόν στιγμές μετά καταλήγει στον τοίχο στα αριστερά σου και βουτά, στατικά πλέον μέσα σε ένα κάδρο με ένα μικρό πλεούμενο και μπόλικη θάλασσα. Σου έρχεται αυθόρμητα στο μυαλό ο στίχος του ποιητή. Θεέ μου πόσο μπλε ξοδεύεις για να μην σε βλέπουμε ;<br />
Ποιος είμαι λοιπόν, ξαναρωτάς. Είμαι και εγώ ένα μικρό πλεούμενο λες επηρεασμένος από την εικόνα και ακούγεσαι σίγουρος για αυτή σου την πεποίθηση. Ναι είμαι ένα πλεούμενο. Το σκαρί μου είναι το κορμί μου. Είναι αυτό που βλέπετε. Όμως δεν είμαι αυτό. Μάλλον δεν είμαι μόνο αυτό. Είμαι και όλα αυτά που κουβαλάω. Όλα αυτά τα εμπορεύματα, οι μηχανές, τα αμπάρια και οι σκουριές μου.Αυτά δεν μπορείτε να τα δείτε. Εκεί χρειάζεται άδεια εισόδου διότι εκεί μαζί με όλα αυτά, κάπου σε μια γωνιά, κουβαλώ και την ψυχή μου.<br />
Και οι έρωτες; Τι είναι αν εγώ είμαι πλεούμενο;<br />
Φουρτούνες και ναυάγια απαντάς φωναχτά. Χωρίς πικρία και χωρίς στεναχώρια. Φουρτούνες και ναυάγια που όταν περάσουν (γιατί φίλε μου πάντα περνάνε) σε αφήνουν πιο δυνατό και με μια καινούργια γνώση του σκαριού σου. Των αντοχών του, των δυνατοτήτων του.<br />
Σου αρέσει αυτή η εξήγηση. Μάλλον θα την υιοθετήσεις. Μέσα από αυτή νιώθεις προς στιγμήν λίγο πιο ήρεμος και η ψυχή σου σε ωθεί να επιστρέψεις το βλέμμα σου στον πίνακα και να χαθείς ξανά μέσα στην εικόνα της θάλασσας που ξαφνικά έχει αποκτήσει και ήχο και μυρωδιές.Στο μυαλό σου επανέρχεται μια φράση που άκουγες παλιά στο ραδιόφωνο. <i>Μέσα στη θάλασσα του νου περιπλανιέμαι, χαμογελώντας απλόχερα στην ομορφιά που η ζωή χαρίζει στις εικόνες μου.</i><br />
Το κουβαλάς καιρό και είναι εύκολο ανά πάσα στιγμή να το ανακαλέσεις στη μνήμη σου. Όμως τώρα αρχίζεις να κατανοείς τι σημαίνει.<br />
Είμαι τελικά ένα πλεούμενο, λες στην κοπέλα που κάθεται δίπλα σου και αυτή απλά σου χαμογελά. Έχει καταλάβει τελικά ότι είσαι παλαβός και σε πάει με το μαλακό.<br />
Ένα πλεούμενο στην απεραντοσύνη της ζωής, συνεχίζεις φωναχτά και αυτό είναι το έναυσμα ώστε το κάθισμα στα δεξιά σου να αδειάσει. Ένα πλεούμενο λοιπόν, το οποίο όμως πάει που ;<br />
Άλλο ένα όμορφο και συνάμα δύσκολο ερώτημα. Καρφώνεις το βλέμμα σου ξανά στον πίνακα και το μικρο πλεούμενο έτσι όπως είναι αποτυπωμένο έχει μια κλίση προς τα αριστερά. Το παρατηρείς όμως δεν σε βοηθά κάπου .Θα μπορούσε να είναι το αντίστροφο. Σημασία τελικά μάλλον έχει το πως πηγαίνεις και όχι το που. Δυστυχώς μέσα στην καθημερινότητα που η ζωή επιβάλλει, μαθαίνουμε πάντα κάπου να πηγαίνουμε. Πάντα να έχουμε ένα σκοπό, και έτσι χωρίς να μπορούμε να το δούμε ο σκοπός αυτός γίνεται σημαία σε ένα πλεούμενο που χωρά μονάχα τις δικές μας ανάγκες και έτσι τα βράδια που ξαπλώνουμε αφήνουμε χώρο μόνο για την μοναξιά μας. Δυστυχώς δεν έχουμε χρόνο για κάτι άλλο. Ο στόχος μας κάνει να το πιστεύουμε και έτσι όταν κάποιες φορές ένα άλλο πλεούμενο έρχεται κοντά και προσπαθεί να επικοινωνήσει είμαστε ανίκανοι να ακούσουμε κάτι πέρα από ένα τελικό αντίο.<br />
Το βλέμμα σου παραδομένο στην εικόνα μύριζε την αλμύρα που η θάλασσα απλόχερα ξόδευε παντού. Όμως κάτι σου έλειπε και ήταν μερικές σκέψεις αργότερα που το εντόπισες. Χρειαζόσουν μουσική. Έναν τρόπο να ντύσεις και να συντονίσεις τα πάντα σε ένα ρυθμό που ίσως να σε έκανε λίγο να ηρεμήσεις μέσα από το αίσθημα της ολοκλήρωσης που θα προσέφερε.<br />
'Εψαξες διεξοδικά σε κάθε γωνιά του μυαλού σου, και ήσουν έτοιμος να τα παρατήσεις όταν ένας θόρυβος ξεκίνησε να μαγνητίζει τις σκέψεις σου. Έγινε εντονότερος και καθαρότερος και όταν πήρες μια βαθιά ανάσα, αποδεχόμενος πλέον την αδυναμία σου να εντοπίσεις την πηγή προέλευσης του, χαμογέλασες, ξεφύσηξες και έμεινες να ακούς, παραδομένος και χωρίς πλέον να νοιάζεσαι για την ταμπέλα στην πόρτα.<br />
<i>Το βαλς των χαμένων ονείρων. Αυτή θα είναι η μουσική μας υπόκρουση. Ένα βαλς και μάλιστα όχι όποιο να `ναι αλλά αυτό που μιλάει για χαμένα όνειρα.</i><br />
<i>Πόσο δύσκολο είναι πάντα να ακούς για αυτά τα χαμένα όνειρα. Ακόμα πιο δύσκολο είναι όμως να μιλάς για αυτά. Ξέρεις γιατί;</i><br />
<i>Διότι έτσι παραδέχεσαι ότι είναι χαμένα. Έτσι απλά.</i><br />
<i>Και γυρίζεις μέσα σου να δεις πότε ακριβώς έφυγε η ελπίδα της εκπλήρωσης και πέρασαν στην αντιπέρα όχθη. Μέσα σου, εκεί βαθιά λοιπόν στην ψυχή σου, η ελπίδα σε κοιτά και σου χαμογελά. Και εσύ τρελαίνεσαι. Σαν να βρίσκεσαι στην θάλασσα και φωνάζεις από την γέφυρα του πλοίου ότι είδες κάποιον να περιμένει εκεί στη μέση του πουθενά για σωτηρία. Άνθρωπος φωνάζεις, άνθρωπος.</i><br />
<i>Μα απάντηση δεν παίρνεις καμιά. Διατρέχεις όλο το πλοίο φωνάζοντας και ζητώντας βοήθεια.Στο τέλος ξέπνοος καταλήγεις και πάλι στη γέφυρα και συνειδητοποιείς οτι στο πλοίο είσαι μόνο σου. Εκτός από εσένα δεν ακούγεται να χτυπά καμία άλλη καρδιά. Και ένα βαλς να ακούγεται από τα μεγάφωνα. Όχι ένα οποιοδήποτε βαλς αλλά αυτό των χαμένων ονείρων.</i><br />
<i>Όχι φωνάζεις, όχι περιμένετε. Δεν είναι χαμένα. Είδα την ελπίδα, είναι ζωντανή. Δεν γίνεται να είναι χαμένα.</i><br />
<i>Το πλοίο έχει προχωρήσει,το κορμί ανάσκελα στη θάλασσα όλο και πλησιάζει προς το πλοίο, προς την γέφυρα, ώσπου αγκαλιάζονται. </i><br />
<i>Παύση ..., κενό και οι φωνές σου ακολουθώντας, παύουν αναπάντεχα.</i><br />
<i>Σαστίζεις, δεν ξέρεις πως να αντιδράσεις και γιαυτό δεν κάνεις τίποτα. Στέκεις βουβός στη γέφυρα ακούγοντας ένα βαλς. Όχι οποιοδήποτε βαλς αλλά αυτό, των χαμένων ονείρων. Παρατηρώντας το σώμα σου να επιπλέει ξέπνοο και νεκρό</i>.<br />
<br />
<br /></div>
Σείριοςhttp://www.blogger.com/profile/04059094487856082906noreply@blogger.com1tag:blogger.com,1999:blog-3740487471645675900.post-58709780757136423552013-09-29T02:48:00.000-07:002014-01-02T13:13:19.071-08:00Εγκυμονώντας<div dir="ltr" style="text-align: left;" trbidi="on">
<div class="separator" style="clear: both; text-align: center;">
<a href="http://1.bp.blogspot.com/-FAhrNi11rRU/Ukf2TAhCHHI/AAAAAAAAAJE/N65zanF7u-o/s1600/may+1549.JPG" imageanchor="1" style="margin-left: 1em; margin-right: 1em;"><img border="0" height="240" src="http://1.bp.blogspot.com/-FAhrNi11rRU/Ukf2TAhCHHI/AAAAAAAAAJE/N65zanF7u-o/s320/may+1549.JPG" width="320" /></a></div>
<div class="separator" style="clear: both; text-align: center;">
<br /></div>
Τους ανθρώπους που είναι μόνοι να τους φοβάσαι. Να τους ακούς με προσοχή και να σέβεσαι την σιωπή τους. Έτσι σου είχε πει ένα βράδυ, πολλά καλοκαίρια πριν. Λίγο πριν χαθεί για πάντα από την ζωή σου. Τότε δεν είχες πολυκαταλάβει την σημασία αυτών των προτροπών. Σου φαίνονταν κάπως περίεργες και λίγο σε προβλημάτισε αυτή η διαφορετικότητα. Γιατί οι άνθρωποι χωρίζονται σε κατηγορίες; Είχες αναρωτηθεί φωναχτά και δεν ήσουν πάνω από δεκαπέντε. Δεν είχες απαντήσεις και μαζί σου δεν είχαν και οι άλλοι. Όμως η ερώτηση έμεινε και εξακολούθησε να αντηχεί για πολλά χρόνια στο μυαλό και την λογική σου που συνέχισε να προσπαθεί.<br />
Κάθε σκέψη, κάθε χαρά και κάθε πίκρα σε οδηγούσε ακόμα βήμα πιο κοντά στην απάντηση. Η εμπειρία, έμαθες ότι αποτελεί το κλειδί που τόσο καιρό χρειαζόσουν για να ξεκλειδώσεις αυτή την τόσο βαριά πόρτα και να περάσεις σε ένα καινούργιο επίπεδο κατανόησης και αντοχών. Όμως τους ανθρώπους που είναι μόνοι γιατί πρέπει να τους φοβάσαι; Ήταν ίσως η δυσκολότερη προτροπή και αυτή που σε σχέση με τις υπόλοιπες δύο είχε για κάποιο αδιευκρίνιστο λόγο την δύναμη να σε ελκύει πιο έντονα. Μέσα από το κοινωνικό σου περιβάλλον έμαθες ότι οι άνθρωποι φοβούνται το διαφορετικό. Όμως μόνο εκείνο που έχει την δυνατότητα να τους βλάψει. Ακριβώς για αυτό το λόγο δεν μπορούσες να δεις την απάντηση. Ήταν συνεχώς μπροστά σου όλη την ώρα και εσύ ανίδεος, έστεκες και άφηνες το βλέμμα σου να περνά από μέσα της.<br />
Για πολύ καιρό βρέθηκες στη θέση του παρατηρητή. Θεωρητικά πάντα πίστευες ότι αυτό γίνεται συνειδητά. Προσπάθησες να εντοπίσεις αυτήν την κατηγορία ανθρώπων και να την μελετήσεις. Είχες αγοράσει και ένα φάκελο, σκούρο καφέ και είχες γράψει στο εξώφυλλο με μεγάλα μαύρα γράμματα <i><b>Άνθρωποι Μονάχοι </b></i>. Κεφάλαιο πρώτο, δεύτερο. Στο τρίτο κόλλησες. Ένιωθες όσο και αν προσπαθούσες, ότι δεν είχες τίποτα περαιτέρω να καταγράψεις. Όμως και πάλι τα στοιχεία που είχες μαζέψει ήταν ελάχιστα.<br />
Ήταν απόγευμα Κυριακής και εσύ από ώρα καθόσουν στην άκρη της μπάρας που στήριζε το κορμί και τις ανάγκες σου που για ακόμα μια φορά χωρίς να σε ρωτήσουν είχαν βρει εκεί διέξοδο. Έτσι το ένιωθες και από αυτή την οπτική σε ενοχλούσε λιγότερο η φθορά που άφηνες να εξελίσσεται μαζί σου. Κοίταξες γύρω σου με αυτό το τόσο δουλεμένο βλέμμα, όμως δεν μπόρεσες να στοχεύσεις κάπου. Λίγο απογοητεύτηκες διότι σήμερα είχες ανάγκη να βρεις κάτι με το οποίο να κρατήσεις το μυαλό σου απασχολημένο. Από την χθεσινή νύχτα, μαζί με εκείνο το τελευταίο τραγούδι πριν κοιμηθείς, είχε για κάποιο λόγο επιστρέψει στο μυαλό σου εκείνη. Η μια και πιο σημαντική ανάμνηση της αγάπης που ίσως ένιωσες κάποτε, μέσα από τα πιο μελαγχολικά μάτια του κόσμου. Μαζί σου κοιμήθηκε, μαζί ξυπνήσατε και αυτό σε μπούκωσε. Η πραγματικότητα είναι ένα παιχνίδι για ανθρώπους με γερά στομάχια και αντοχές. Εσύ σίγουρα δεν ήσουν ένας από αυτούς και έτσι πάλι σήμερα εξακολούθησες να ψάχνεις για εκείνη την δικαιολογία που θα σε βοηθούσε να ξεχάσεις και να ξεχαστείς.<br />
Άφησες το βλέμμα σου να κάνει ένα ακόμα γύρο και τότε χαμογέλασες. Η τύχη είχε επιστρέψει και η λύση καθόταν λίγες ανάσες μακρυά. Έμεινες για λίγο να χαίρεσαι και να απολαμβάνεις αυτή την νίκη σε μια μάχη βέβαια προσωπική και με μοναδικό μάρτυρα της ύπαρξης της τον ίδιο σου τον εαυτό. Δύο μεγάλες πολυθρόνες αντικριστές που χωρίζονταν από ένα μικρό ξύλινο τραπεζάκι και εκείνος καθισμένος εκεί, τόσο εναρμονισμένος με το περιβάλλον και την γενικότερη εικόνα πού ίσως γιαυτό να μην μπόρεσες να τον δεις αρχικά. Ένα ποτήρι κόκκινο κρασί και ένα βιβλίο στο χέρι που από μακρυά δεν είχες την δυνατότητα να διακρίνεις τον τίτλο. Έμεινες για λίγο μαγνητισμένος από αυτή την εικόνα, η οποία με κάποιο τρόπο σε ρούφηξε σχεδόν ολοκληρωτικά. Έτσι δεν παραξενεύτηκες, αν και θα έπρεπε, όταν σε μια και μόνο στιγμή εκείνος πήρε το βλέμμα του από το βιβλίο και αστραπιαία το κάρφωσε πάνω σου. Σου χαμογέλασε και με μια ήρεμη κίνηση σου έδειξε την άδεια πολυθρόνα στα δεξιά του και σε κάλεσε κοντά του. Όταν ακούμπησες το ποτό σου στο τραπέζι δίπλα στο δικό του και κάθισες, μόνο τότε μπόρεσες να δεις το βιβλίο από κοντά και ήταν εύκολο να παρατηρήσεις ότι δεν είχε κανένα τίτλο. Ένα μαύρο εξώφυλλο με μια άσπρη γραμμή γύρω γύρω, να υπάρχει λες και έπρεπε με κάποιο τρόπο να συγκρατηθεί τόση μαυρίλα. Από εκεί το βλέμμα σου λες και ήταν η φυσική ροή, οδηγήθηκε κατευθείαν στα μάτια του. Ήταν η πρώτη φορά που παρατηρούσες τέτοια μάτια από κοντά και θαμπώθηκες. Τόσο καθαρά, τόσο ήρεμα και γαλήνια. Θυμήθηκες την τρίτη προτροπή και έτσι παρέμεινες σιωπηλός. Δεν ήσουν σίγουρος ακριβώς πόσος χρόνος πέρασε ταν άκουσες την φωνή του. Εξίσου ήρεμη σαν το βλέμμα του και σταθερή. Μαρτυρούσε πίστη για τον άνθρωπο που την κουβαλούσε.<br />
Πόσες ζωές αξίζει ένα φιλί; σε ρώτησε και σε αιφνιδίασε. Έμεινες σιωπηλός και στο μυαλό σου ήρθε η δεύτερη προτροπή. Πόσες άραγε; συνέχισε εκείνος, όταν πάνω σε αυτό αφήνεις ένα κομμάτι της ψυχής σου;<br />
Του χαμογέλασες και κούνησες λίγο τους ώμους, δηλώνοντας έτσι την αδυναμία σου να απαντήσεις.<br />
Εκείνος σου ανταπέδωσε το χαμόγελο και συνέχισε.<br />
Πώς μυρίζει ο αναστεναγμός; κυρίως όταν προέρχεται από την ηδονή που μόνο μέσα από τα μάτια της μπορείς να νιώσεις ;<br />
Πως να γεμίσεις μια άδεια καρέκλα, όταν η φωνή της έχει γεμίσει όλες τις γωνιές της ψυχής σου ;<br />
Πολλά ερωτήματα και εσύ σαν μαριονέτα κουνούσες μόνο τους ώμους. Λυπηρό αλλά αληθινό.<br />
Τόσο καιρό έψαχνες την λύση στο αίνιγμα και τώρα που ένιωθες ότι πλησίασες αρκετά προβληματίστηκες. Συνειδητοποίησες ότι δεν είχες προετοιμαστεί κατάλληλα για αυτό και τελικά παρέμεινες σιωπηλός.<br />
<i>Εγκυμονώ τον ερημίτη</i>. Αυτή ήταν η φράση που ήρθε και σαν μια ατομική βόμβα μπόρεσε να διαλύσει τα πάντα, μέσα από το δικό της μοναδικό και πανίσχυρο ωστικό κύμα που σχημάτισε και χωρίς να σε προειδοποιήσει εξωτερίκευσε με τόση δύναμη και παράλληλα με τόση απλότητα πού σε έκανε τελικά να νιώσεις φόβο και δέος.<br />
<i>Εγκυμονώ τον ερημίτη. </i>Τρεις λέξεις τελικά χρειαζόσουν. Τρεις λέξεις και να που σήμερα χωρίς να μπορείς να συνειδητοποιήσεις ακόμα το πώς ήρθαν επιτέλους και σε βρήκαν.<br />
Μπήκες σε ένα τεράστιο λαβύρινθο σκέψεων και ήσουν έτοιμος να χαθείς πλήρως μέσα του όταν άκουσες την φωνή του να σε καλεί ξανά στην αφετηρία.<br />
Λίγο θεατρικά φυλλομέτρησε το βιβλίο που εξακολουθούσε να κρατά στα χέρια του και αφού σταμάτησε σε ένα σημείο σχεδόν στη μέση, ξεκίνησε χωρίς να σε ρωτήσει να διαβάζει.<br />
<i>Της ψυχής το παρακάτω, πάντα κρύβεται στον πάτο</i><br />
<i>Πριν τελείως παραδώσεις, είσαι ανάξιος να ενδώσεις</i> .<br />
Σταμάτησε απότομα και σε κάρφωσε στα μάτια. <i>Ο καθένας εγκυμονεί μόνο αυτό που είναι άξιος και ικανός να μεγαλώσει. Μια μικρή βόλτα είναι τα πάντα μέσα στα ατομικά όρια που η κάθε ψυχή θέτει και την βοηθούν να μπορεί να ισορροπεί το παράλογο. Τα σκοτάδια με τις αγάπες και το φόβο με την αποδοχή.</i><br />
Έβαλε το σελιδοδείκτη στο σημείο που διάβαζε και έκλεισε το βιβλίο με δύναμη ανάμεσα στα χέρια του. Τα γύρισε κάθετα και σου το πρότεινε. Θα το χρειαστείς σου είπε και σου έκλεισε το μάτι.<br />
Τον είδες να απομακρύνεται και το βλέμμα σου παρέμεινε αμείωτα μαγνητισμένο μέχρι που έκλεισε η πόρτα και ένιωσες να αποδεσμεύεσαι. Ένας αυθόρμητος αναστεναγμός απελευθερώθηκε και μέσα από αυτόν ένιωσες τον φόβο να υποχωρεί και το κορμί σου να ξεμουδιάζει. Για λίγο όμως διότι μόλις άνοιξες το βιβλίο σε περίμεναν μόνο κενές, λευκές σελίδες να σε κοιτάζουν και να ψυχαγωγούνται με το αδιέξοδο που δημιουργούσαν στο μυαλό σου.<br />
Το φυλλομέτρησες και οι μόνες λέξεις που βρήκες ήταν στην πρώτη και στην τελευταία σελίδα. <b>Αρχή - Τέλος. </b><br />
Τότε κατάλαβες. Το μυαλό σου πήγε πίσω στην ερώτηση που τόσο σε είχε παιδέψει και δυστυχώς λειτουργώντας σαν τοίχος δεν σε άφηνε να προχωρήσεις. Τους ανθρώπους που είναι μόνοι πρέπει να τους φοβάσαι, διότι κουβαλούν συνεχώς μέσα τους τη γνώση που σε μια και μόνο στιγμή είναι ικανή να διαλύσει τα πάντα. Μέσα από αυτό το νέο πρίσμα ένιωσες ότι και οι υπόλοιπες προτροπές έπαιρναν ένα άλλο νόημα. Πλέον θα μπορούσες να βγάλεις από μπροστά την λέξη προτροπή και να βάλεις στην καλύτερη αν ήθελες να παραμείνεις φειδωλός τις λέξεις προειδοποιητικές οδηγίες.<br />
Η φωνή του μεθυσμένου θαμώνα πίσω σου σε κέντρισε και σε επανέφερε σε μια άλλη πραγματικότητα, παράλληλη με εκείνη στην οποία βρισκόσουν. Τρικλίζοντας συνέχισε να μιλά και εσύ χωρίς να γυρίσεις να τον κοιτάξεις έμεινες καθισμένος με το βιβλίο στο χέρι να απολαμβάνεις το συναίσθημα της νίκης που τόσο είχες λαχταρήσει να νιώσεις τόσα χρόνια. Το χαμόγελο, το πιο αληθινό χαμόγελο που είχες δημιουργήσει ποτέ, αποτύπωνε τούτη την ευτυχία και τα τελευταία του λόγια απλά το έκαναν πλατύτερο.<br />
<i>Εγκυμονώ, μόνο αυτό που μπορώ να μεγαλώσω.</i><br />
<br /></div>
Σείριοςhttp://www.blogger.com/profile/04059094487856082906noreply@blogger.com0tag:blogger.com,1999:blog-3740487471645675900.post-29214307284887367452013-08-27T06:37:00.002-07:002014-01-01T18:12:28.008-08:00Αδιέξοδα<div dir="ltr" style="text-align: left;" trbidi="on">
<div class="separator" style="clear: both; text-align: center;">
<a href="http://2.bp.blogspot.com/-I8-5qnY8QGA/UhyrTh8YlqI/AAAAAAAAAIw/82Q2L8b3JSw/s1600/September+146.JPG" imageanchor="1" style="margin-left: 1em; margin-right: 1em;"><img border="0" height="320" src="http://2.bp.blogspot.com/-I8-5qnY8QGA/UhyrTh8YlqI/AAAAAAAAAIw/82Q2L8b3JSw/s320/September+146.JPG" width="240" /></a></div>
<br />
<br />
Είναι αδιέξοδο σκέφτηκες. Σαν ένας λαβύρινθος όπου όλες οι κατευθύνσεις καταλήγουν συνεχώς στο ίδιο σημείο. Τις έχεις ακολουθήσει σχεδόν όλες και πλέον είσαι σίγουρος για αυτό. Όμως κάτι μέσα σου σε προκαλεί. Απροσδιόριστα σε καλεί, τη στιγμή που σκέφτεσαι να τα παρατήσεις και σε γεμίζει με περιέργεια για εκείνο το δρόμο που τον νιώθεις σαν τον λιγότερο περπατημένο, άσχετα αν τον ξέρεις πλέον καλά. Ξαναγεμίζεις με ελπίδα, όμως για τι ακριβώς ελπίζεις ;<br />
Η ερώτηση δύσκολη και η απάντηση χαμένη σε ένα κυκεώνα σκέψεων και εικόνων. Είναι αδιέξοδο.<br />
Εκεί καταλήγεις. Ο αναστεναγμός που αυθόρμητα βγάζεις προδίδει την παιδικότητα των κινήτρων σου. Την κουβαλάς αρκετούς χειμώνες μέσα σου και έχει αρχίσει να σε βαραίνει και να σε κουράζει.<br />
Παλαιότερα την καθησύχαζες μέσα από φτηνές δικαιολογίες και θυσίες, σφάζοντας στο βωμό της έρωτες και αξίες. Το αδιέξοδο θα είναι πάντα μια άλλη, συμπληρωματική λέξη για αυτό που δεν προσπαθήσαμε αρκετά. Για όσα η ψυχή μας δεν θέλησε πραγματικά ή δεν τόλμησε να αγγίξει.<br />
Στο είχε πει εκείνη πολλούς Μάρτηδες πριν, κάπου εκεί κοντά στην εαρινή ισημερία, όμως ήσουν ανέτοιμος να το κατανοήσεις . Ακόμα είσαι και γιαυτό καταλήγεις εκεί ξανά. Όμως μέσα σε αυτό το περίεργο παιχνίδι που παίζεις με τις σκέψεις και τις αναμνήσεις σου, έστω και για λίγο την απελευθέρωσες ξανά και την έφερες στην επιφάνεια. Αυτά τα μάτια, αυτή η φωνή και εκείνο το μοναδικό συναίσθημα που έκανε το κορμί σου να παραλύει. Το σκέφτηκες για λίγο και αυθόρμητα χαμογέλασες. Αυτό που αρχικά ξεκίνησε ως μια μικρή νοσταλγική στιγμή, μετατράπηκε σε αναπάντεχο πλεονέκτημα ικανό να σου δώσει τη νίκη σε τούτη τη νοητικά δύσκολη παρτίδα σκάκι με τις αντοχές σου.<br />
Είναι αδιέξοδο, πρέπει να είναι σκέφτηκες. Οι εικόνες του παρελθόντος αυτό μαρτυρούσαν και έτσι λίγο ηρέμησες. Αυτό το <i>πρέπει</i> σε βοήθησε να δεχτείς αυτό το περίεργο συναίσθημα κενού που από μέρες γέμιζε την ψυχή και την οπτική σου. Σε ενόχλησε αρχικά και σε τρόμαξε στην συνέχεια αφήνοντας σε σε μια αβεβαιότητα και έναν συνεχόμενα αυξανόμενο φόβο ότι με κάποιο τρόπο δυστυχώς πάλι σε νίκησε η παθητικότητα και φώλιασε στην ζωή και τα όνειρα σου.<br />
Αυτός ο τρόμος της παραδοχής σε ώθησε να βγάλεις από την τσέπη σου το πακέτο που είχες αγοράσει μισή ώρα ή μισό αιώνα πριν και να ρουφήξεις σπάταλα και παιδικά τον καπνό βαθιά μέσα σου προσπαθώντας να σε πνίξεις για να μην σε ακούς. Το δοκίμασες αρκετές φορές με αλκοόλ αλλά αντί να σε πνίξεις για κάποιο αδιευκρίνιστο λόγο σε έκανε να φωνάζεις πιο δυνατά. Έτσι το παράτησες και ευτυχώς ο καπνός έχει διαφορετική επίδραση, διότι μετά θα κατέληγες σε αδιέξοδο. Εκεί δηλαδή που θεωρείς ότι βρίσκεσαι τώρα. Άρα τελικά μικρό το κακό !<br />
Πώς να πιστέψω σε αυτό που βλέπω, όταν γνωρίζω ότι τα μάτια μου μπορούν να δουν μόνο σκιές;<br />
Πώς να νιώσω τα λόγια που ακούω όταν η ψυχή μου τα αναγνωρίζει σαν θορύβους;<br />
Είναι λοιπόν αδιέξοδο. Τριγυρνάς και περπατάς και πάλι περνάς από τα ίδια σημεία. Οι ίδιες γωνίες τα ίδια χρώματα και η ίδια γεύση στα χείλη την ώρα της επιστροφής. Είσαι σχεδόν σίγουρος πλέον ότι έτσι πρέπει να είναι. Δεν μπορείς να το δεις από κάποια άλλη οπτική όσο και αν έχεις προσπαθήσει. Σαν ένας κύκλος που σε οδηγεί πάντα στο ίδιο σημείο, άμεσο αποτέλεσμα προσπαθειών να πας κάπου αλλού.<br />
Είναι απόγευμα Μάρτη λίγο πριν την ισημερία και τα συναισθήματα σου ακολουθώντας τον καιρό αλλάζουν κάθε λίγο δημιουργώντας μια τεράστια αβεβαιότητα, ακριβώς την στιγμή που έχεις ανάγκη να καταλήξεις κάπου. Νιώθεις ότι το χρειάζεσαι ώστε να μπορείς να έχεις μια βάση πάνω στην οποία θα μπορείς να χτίσεις έναν καινούργιο εαυτό. Βαρέθηκες την φυγή. Σε κούρασε πια το κυνηγητό με την ματαιοδοξία. Τόσο την δική σου, όσο και των άλλων.<br />
Ξεκίνησες λοιπόν να αλλάζεις και τελικά χάθηκες τόσο, ώστε παραδώθηκες σε ετούτη την παιδική γενίκευση. Είναι αδιέξοδο ..<br />
Ο ήχος του βιολιού που σε διαπέρασε άφησε μια ανάμνηση να ελευθερωθεί, να ανέβει στην επιφάνεια και σαν δίσκος βινυλίου ανάμεσα στα πολλά κράτς κρουτς που η βελόνα δημιουργούσε πάνω του, να σου αποκαλύψει τις λέξεις και τα σημεία της καινούργιας σου μύησης που για καιρό κρατούσε αθέατα στις αυλακώσεις του. Άσχετα αν δεν θυμάσαι πώς έφτασες εκεί ή με ποιά κριτήρια έγινε η επιλογή.<br />
"<i>Δεν υπάρχει δεν μπορώ , υπάρχει δεν θέλω </i>". Το έπαιξες μερικές φορές και άρχισες να απορείς. Όσο το άκουγες όλο και δυνάμωνε και όσο δυνάμωνε τόσο μικρότερη γινόταν η δικαιολογία σου.<br />
Είναι αδιέξοδο. Όμως γιατί ; Τι σε κρατά άραγε δέσμιο αυτής της οπτικής ;<br />
Άφησες τη ματιά σου να διασταυρωθεί με την ματιά του παιδιού που αμέριμνο έστεκε ξαπλωμένο στο καρότσι απέναντι σου. Στα μάτια του διάβασες την απάντηση και αλήθεια λίγο σε ενόχλησε η αγάπη με την οποία την περιέβαλε και στην έδωσε.<br />
<i>Επειδή είναι βολικό</i>, σου είπε και κούνησε το παιχνίδι που στα χέρια του μεταμορφώθηκε σε όργανο εναρμόνισης. Το κούνησε πάνω κάτω δήθεν απροσδιόριστα όμως το ωστικό κύμα που δημιουργήθηκε ήταν ικανό να σε κάνει να πονέσεις τόσο, ώστε να αποβάλλεις όλο τον αρνητισμό σου και γυμνός να σταθείς ξανά στο κέντρο του λαβύρινθου. Μεγάλοι θάμνοι πολύ ψηλότεροι από εσένα να κρύβουν την οπτική που θα σε βοηθούσε να κατανοήσεις τη λύση. Σταύρωσες λοιπόν τα χέρια πίσω από την πλάτη και ξεκίνησες για ακόμα ένα γύρο. Αυτή τη φορά όμως δεν έψαξες την έξοδο, απλά περπάτησες. Ανέπνευσες και κοίταξες όλη την διαδρομή και αφού κατέληξες πάλι στο κέντρο, άφησες ένα χαμόγελο να προδώσει την αλλαγή σου.<br />
<i>Πέθανε και φώναξε - θάνατος δεν υπάρχει. </i>Τόσο εύκολο και ταυτόχρονα τόσο ακατανόητο.<br />
Έκλεισες τα μάτια και καθισμένος οκλαδόν εκεί στο κέντρο του αδιεξόδου άφησες το συναίσθημα της ηρεμίας που η τελευταία αυτή βόλτα σου δημιούργησε να απλωθεί παντού .<br />
Πέρασε από το μυαλό στο αίμα, από εκεί στο δέρμα σου και σαν ένα τεράστιο ωστικό κύμα μέσα από τα μάτια του παιδιού που από την αρχή κρυφά γελούσε μέσα σου, διέλυσε τα πάντα και σε άφησε καθισμένο στο κέντρο ενός τεράστιου τίποτα. Είναι τόσο απλό και ταυτόχρονα τόσο δύσκολο.<br />
Έχεις και τα χρώματα, έχεις και τον καμβά. Ζωγράφισε λοιπόν, βάλε πιο ζωντανά χρώματα και μέσα από αυτά πολέμα. Είναι αδιέξοδο μόνο εκείνο που αφήνουμε να γίνεται αδιέξοδο. Εκείνο που μας βολεύει και συνήθως μας δίνει την δικαιολογία να παραμείνουμε παθητικοί θεατές σε μια ζωή βαλμένη μέσα σε στεγανά και οριοθετήσεις.<br />
Σηκώθηκες και με το δάχτυλο σου ξεκίνησες να ζωγραφίζεις. Ένα δέντρο, έναν ήλιο και δύο καρέκλες. Έβαλες τον ήλιο στη μέση και από κάτω το δέντρο. Οι καρέκλες δεξιά και αριστερά και έκανες τρία βήματα πίσω και έμεινες για λίγο να το κοιτάς. Είμαι ο ήλιος σκέφτηκες. '<b><i>Οχι</i>, ε</b>ίμαι το δέντρο. <i style="font-weight: bold;">'Οχι, ε</i>ίμαι η κούραση που με οδηγεί από την μια καρέκλα στην άλλη.<br />
Εκείνη την στιγμή πήγες ξανά στην αρχή. Δεν είσαι ούτε ήλιος, ούτε δέντρο,ούτε ανάγκες ούτε αποτελέσματα. Είσαι το κέντρο αδελφέ. Η εκπόρευση και η πραγμάτωση. Είσαι αδιέξοδα και λύσεις. Είσαι τα πάντα και ταυτόχρονα ένα τεράστιο τίποτα. Τι είναι αυτό που σε ωθεί λοιπόν ;<br />
Παρέμεινες σιωπηλός. Είναι αδιέξοδο λοιπόν, σκέφτηκες για όσο πιστεύω στα αδιέξοδα.<br />
Άρα τώρα ξέρεις. Η οπτική μας γεννά τα φαινόμενα και η ανάγκη μας πάντα τα χρωματίζει. Έβγαλες από την τσέπη σου την πυξίδα που κουβαλάς με ευλάβεια χρόνια τώρα, ενθύμιο μιας άλλης ζωής δώρο σε κάποια γενέθλια χαμένα στο παρελθόν μιας άλλης πραγματικότητας και ενός άλλου εαυτού που πλέον έχεις αφήσει θαμμένο πολύ καιρό, τόσο ώστε να ξεχάσεις και το που και το πότε.<br />
Την έβαλες στην παλάμη σου, την κοίταξες και εκείνη σου έδειξε το δρόμο μέσα από τον καθρέφτη σου. Την εμπιστεύεσαι χρόνια και έτσι πλησίασες και σε κοίταξες. Τα μαλλιά σου είχαν γκριζάρει από καιρό και οι ρυτίδες στο πρόσωπο σου άρχισαν να μαρτυρούν το ταξίδι σου. Όταν όμως κοίταξες μέσα στα μάτια σου, αυθόρμητα χαμογέλασες. Αυτά δεν είχαν αλλάξει. Εξακολουθούσαν να ανήκουν στο παιδί που ήσουν. Εκείνο το μικρό θεό που δεν γνώριζε όρια και πρέπει. Μόνο όνειρα και αγάπη. <i>Που κρύφτηκες φίλε;,</i> τον ρώτησες και του έκλεισες το μάτι συνωμοτικά. <i>Μου έλειψες.</i><br />
Ήξερες που κρύφτηκε και ήξερες και το λόγο. Χρόνια ταξιδευτής μέσα στις ανάγκες και τους προβληματισμούς για την ουσία, διασταύρωσες αρκετές φορές το βλέμμα σου και κουράστηκες μέσα από όλο αυτό το κενό που συνάντησες.Ένα κενό που τελικά σε τύλιξε και σε ανάγκασε να μείνεις στην άκρη, ακροβατώντας ανάμεσα στη δική σου οπτική και την λογική του κόσμου που παντού απλώνεται ίδια. Ταξιδεύοντας έμαθες ότι αλλάζουν οι ονομασίες των δρόμων και το χρώμα των λεωφορείων. Όμως η ανάγκη του φόβου μένει απαράλλακτη κρατώντας το σύστημα σε τάξη. Μια τάξη που όμως εκπορεύεται εκ του χάους που πλέον δεν έχουμε επίγνωση και αντοχές να ψάξουμε γύρω μας και κυρίως μέσα μας .<br />
Βαθιά λοιπόν μέσα στα μάτια σου θυμήθηκες όλη την ανάγκη που σε ώθησε εξ` αρχής να βελτιώσεις τις συνθήκες της πτήσης σου και να μάθεις καινούργια ακροβατικά σε πείσμα όλων εκείνων που προσπαθούσαν να σε πείσουν ότι δεν είσαι πλασμένος για κάτι τέτοιο. Στα αφτιά σου ξεκίνησε να αντηχεί το σαρκαστικών γέλιο των ανίδεων και των βολεμένων. Αντίτιμο του παραλογισμού που τους ανάγκαζες να δουν στις πράξεις σου.<br />
Είναι αδιέξοδο λοιπόν αναφώνησες ξανά. Γιατί ποτέ κανείς δεν κατάφερε να ξεδιψάσει με τον ήχο της βροχής, όσο ζωηρός και αν ήταν.<br />
Είναι αδιέξοδο, για όσο οι αντοχές σου θα σου επιτρέψουν να το ονομάσεις έτσι. Για όσο η ψυχή σου θα αισθάνεται ασφάλεια μέσα από αυτή την κρυψώνα. Μέσα από τα φαινόμενα που θα γεννά και μέσα από τη σιωπή που θα την εμπνέει και θα την κάνει αργά το βράδυ να νιώθει την ανάγκη να ανοίξει το παράθυρο.<br />
Είναι αδιέξοδο μέχρι εκείνη τη στιγμή που η ψυχή σου θα νιώσει επιτακτική την ανάγκη να να ενωθεί με τον αέρα, να γίνει αέρας και να επιστρέψει εκεί που τα όνειρα δεν έχουν αδιέξοδα. Μόνο όρεξη και προσπάθεια, χαμόγελα και αντοχές.</div>
Σείριοςhttp://www.blogger.com/profile/04059094487856082906noreply@blogger.com0tag:blogger.com,1999:blog-3740487471645675900.post-7613816371571981202013-07-22T18:06:00.001-07:002015-09-02T08:18:20.269-07:00Συγχώρεση <div dir="ltr" style="text-align: left;" trbidi="on">
<div class="separator" style="clear: both; text-align: center;">
<a href="http://2.bp.blogspot.com/-XE-Xw08X63w/Ue3WqqYEL_I/AAAAAAAAAIc/MsfZ4UPWPS8/s1600/SUMMER+139.JPG" imageanchor="1" style="margin-left: 1em; margin-right: 1em;"><img border="0" height="240" src="http://2.bp.blogspot.com/-XE-Xw08X63w/Ue3WqqYEL_I/AAAAAAAAAIc/MsfZ4UPWPS8/s320/SUMMER+139.JPG" width="320" /></a></div>
<br />
Ήταν απόγευμα καλοκαιριού και εσύ γεμάτη αλμύρα και με μία περίεργη ηδονή στο βλέμμα, καθισμένη δίπλα στο κύμα έβλεπες ένα ακόμα καράβι να ξεμακραίνει. Πόσο σου άρεσε αυτή η εικόνα. Χωρίς να το κατανοείς χαμογελούσες πλατιά και η φαντασία σου οργίαζε. Ένα καράβι ήταν όλη η εικόνα. Ένα καράβι που κλείνοντας τα μάτια, ένιωθες ότι κουβαλά τους φόβους σου και τις αγωνίες και τα όρια σου. Τα έπαιρνε κάθε μέρα μακρiά και σε απελευθέρωνε, αφήνοντας σε να χαίρεσαι τον ήχο των κυμάτων. Γιαυτό και κάθε απόγευμα, λίγο πριν το ηλιοβασίλεμα, πάντα την ίδια ώρα που περνούσε το καράβι μπροστά από την μικρή απομονωμένη, δική σου παραλία, εσύ έστεκες ξαπλωμένη μπρούμυτα, γυμνή πάνω στο βράχο που με γαλήνη σε αποδεχόταν κάθε φορά σαν να ήταν η πρώτη. Μετά βαθιά ανάσα και βουτιά, πάντα με το ίδιο λυτρωτικό συναίσθημα.<br />
<b><i>Ξεπλένω τις αμαρτίες μου </i></b>είπες κάποτε όταν σε ρώτησαν γιατί είσαι συνεχώς απομονωμένη, καλυμμένη με αλμύρα, να κολυμπάς μέχρι το φεγγάρι να δείξει κάθε βράδυ το δρόμο για το όνειρο.<br />
Αμαρτίες, όμορφη λέξη. Θηλυκή και επικίνδυνη. Πόσες εικόνες κουβαλά ; Πόσα διαφορετικά νοήματα και ενέργειες ;<br />
Αμάρτησα που σε σκότωσα θα πει ο ένας. Αμάρτησα που με σκότωσα θα πει ο άλλος. Αμάρτησα που σε άφησα αλλά κυρίως αμάρτησα που με άφησα...<br />
Αυτό ένιωσες και εσύ ένα βράδυ . Εκείνη η ώρα της ημέρας που πάντα είναι βασανιστική. Ηρεμεί ο κόσμος, χάνεται η βουή και θέλοντας και μη σε αφήνει γυμνή απέναντι στον ήχο των δικών σου συναισθημάτων .<br />
Ήρθε χειμώνας και εσύ με πείσμα παρέμεινες σε εκείνη την παραλία. Με τον ήχο των κυμάτων και αυτό το βράχο που με ένα μαγικό τρόπο σε υποδεχόταν πάντα σαν να ήταν η πρώτη φορά.<br />
Στην αρχή, άφησες συναισθήματα όπως η μοναξιά ή η απόγνωση να σε τυλίξουν. Με υπομονή έστεκες εκεί και προσπαθούσες να ξεπλύνεις όλο αυτό το κατεστημένο. Τρίψε τρίψε η ψυχή σου μάτωσε και ήταν ξημερώματα χειμώνα, εκεί στην πιο κρύα νύχτα του που μια σταγόνα αίμα ξέφυγε, έπεσε και πότισε τον βράχο. Έναν βράχο που με αυτήν την ενέργεια από εκείνη τη στιγμή θα ξεκινούσε να είναι για πάντα ο δικός σου βράχος.<br />
Δικός σου. Εκείνη την βραδιά ναι, έγινε ...όταν σου μίλησε. Το έκανε με τρυφερότητα και αγάπη, χρησιμοποιώντας την ικανότητα του ανέμου να τρυπώνει στην ψυχή σου κατά το δοκούν. "<i>Αν θες να</i> <i>νικήσεις τις αμαρτίες σου ,απλά αγάπησε τες</i>". Εσύ μετέωρη άφησες αυτή τη φράση να παίξει με την ηχώ στην ψυχής σου και να ακουστεί ξανά και ξανά , ξεμακραίνοντας και αλλoιώνοντας κάθε φορά και λίγο ακόμα τις λέξεις και το νόημα, ώσπου να φτάσει στο τέλος ένα και μόνο συναίσθημα. Μία και μόνο λέξη, συγχώρεση .<br />
Έφυγες από την παραλία και η λέξη αυτή έγινε κάδρο και απορία και ξενύχτι και θάνατος και ανάσταση, συγχώρεση .<br />
Ξεκίνησες λοιπόν να ταξιδεύεις. Για να καταλάβεις αυτή την λέξη ήθελες να βρεις εικόνες. Να την εντάξεις σε μία πραγματικότητα και έτσι να την κατανοήσεις.<br />
Βρέθηκες για καιρό ανάμεσα σε πολλά άδεια κουρασμένα βλέμματα και κάπου κάπου και ένα χαμόγελο, όμως περίεργο. Βλέμματα κλειστά, οριοθετημένα. Με πόνο και μοναξιά να αχνοφαίνονται πίσω από την κάλυψη του εγωισμού και της επιτυχίας. Και εσύ γινόσουν περισσότερο μόνη.<br />
Έσπρωχνες και σπρωχνόσουν. Άφηνες έναν περίεργο ρυθμό να σε παρασύρει και έτσι χάθηκες. Κοιτούσες γύρω σου και τα βλέμματα είχαν αρχίσει να γίνονται εχθρικά. Ένιωθες ότι δεν θα μπορέσεις να χαμογελάσεις ποτέ ξανά. Παραδόθηκες σε αυτόν τον ρυθμό με την προσμονή του τέλους και προσπαθώντας πολύ, κρέμασες ένα χαμόγελο στα χείλια σου. Αυτά τα χείλια που κάποτε έγλυφαν την αλμύρα και ένιωθαν πλήρη...<br />
Καιρό μετά, απόγευμα, παραδομένη και ακόμα χαμένη ήρθε ο ήχος μιας τρομπέτας σε ένα jazz bar το οποίο σε τράβηξε σήμερα γυρνώντας από την δουλειά και σε ώθησε, σχεδόν σε εξανάγκασε, να θυμηθείς αυτή την αλμύρα. Φοβερά τα συναισθήματα που κουβαλάμε και μαγικός ο κόσμος τους .<br />
Με τα μάτια κλειστά, θυμήθηκες την τελευταία φράση που διάβασες σε ένα βιβλίο καιρό πριν.<br />
"<i>Έκλεισε το ψυγείο , άνοιξε το παράθυρο και βούτηξε στο κενό </i>". Ακριβώς αυτό ένιωθες ότι ήθελες και εσύ να κάνεις. Μία βουτιά στο κενό της ψυχής σου.<br />
Απίστευτη η εναλλαγή των εικόνων, με ταχύτητα και με ένταση. Ένα τρένο, άδεια βλέμματα, ταξίδι, μοναξιά, ένας βράχος, μία κραυγή, μια λέξη. Συγχώρεση.<br />
Ευτυχώς που οι άνθρωποι γύρω μας συνήθως δεν βλέπουν ποτέ κάτι πέρα από τις ανάγκες τους. Με κλειστά τα μάτια δάκρυσες και μέσα από αυτό το δάκρυ έβγαλες την γνώση της ζωής.<br />
Συγχώρεση, για εμάς, για τους άλλους. Ένα συναίσθημα που δημιουργείται από το αίμα, και τι περίεργο, απελευθερώνεται και ζει μέσα από το δάκρυ.<br />
Μετά από ώρα ανοίγοντας τα μάτια σου πόνεσες. Πλήρωσες και έφυγες βιαστικά. Αντίτιμο φτηνό για το αλκοόλ της μοναξιάς σου. Αντίτιμο φτηνό για μια ζωή γεμάτη πια από συμβιβασμό και τίποτα.<br />
Ξημέρωνε καλοκαίρι όταν βρέθηκες ξανά στο ταξίδι. Επέστρεφες στο αύριο, το δικό σου αύριο. Αυτό που εσύ σου στέρησες όταν έμεινες παραπάνω από όσο χρειαζόταν σε εκείνη την παραλία και σε τύλιξε ο χειμώνας. Τώρα το γνώριζες .<br />
Ηλιοβασίλεμα με τον Ήλιο να κολυμπά μαζί σου και σιγά σιγά να πνίγεται αποδεχόμενος την μοίρα του και εσύ, ευλογημένη, γεμάτη αλμύρα, να βουτάς στα καταγάλανα νερά της μνήμης που με ένα μαγικό τρόπο μπορεί και φυλακίζει η σκέψη. Κουβαλώντας μόνο ένα κορμί, ένα χαμόγελο και πάνω από όλα μια λέξη. Μία εισιτήρια λέξη που έγινε ταξίδι και προορισμός. Μία λέξη που πλέον γνωρίζεις ότι είναι το κλειδί για όλες εκείνες τις κλειδωμένες πόρτες της ψυχής σου.<br />
Μία ανάσα και μια βουτιά, πιέζοντας τον εαυτό σου να καταδυθεί όλο και πιο κάτω.<br />
Η ανάδυση γρήγορη και μικρή αλλά απροσδόκητα γαλήνια. Και εκεί απροειδοποίητα η ματιά σου, λες και γιαυτό βγήκες στην επιφάνεια, διασταυρώθηκε και πάλι με το καράβι σου.<br />
Εκείνο το καράβι που κάποτε φανταζόσουν ότι κουβαλά τους φόβους, τις αγωνίες και τα όρια σου.<br />
Άφησες λοιπόν την ματιά σου να το χορτάσει και ας ήξερες ότι πια δεν ήταν δικό σου.<br />
Το ταξίδι σε έκανε πλούσια διότι τώρα γνωρίζεις ότι οι φόβοι σου και τα όρια σου είσαι εσύ. Όμως δεν σε ορίζουν. Υπάρχουν εκεί σαν βοήθεια στο ταξίδι της ψυχής σου προς εσένα.<br />
Το καράβι χάθηκε στον ορίζοντα και εσύ χαμογελώντας το κοίταξες, χαμογέλασες και με ένα σάλτο βούτηξες ξανά από το βράχο, τον δικό σου βράχο, σε μια θάλασσα που σαν ένα τεράστιο ηχείο άρχισε να σου επαναλαμβάνει δυνατά την προτροπή που ο άνεμος πάντα θα κουβαλά ως λαχτάρα και ως προορισμό .<br />
<i>"Αν θες να νικήσεις τις αμαρτίες σου , απλά αγάπησε τες".</i><br />
<br /></div>
Σείριοςhttp://www.blogger.com/profile/04059094487856082906noreply@blogger.com3tag:blogger.com,1999:blog-3740487471645675900.post-19074322536931992352013-06-27T17:11:00.002-07:002015-09-03T07:02:49.182-07:00Περιπλανώμενος <div dir="ltr" style="text-align: left;" trbidi="on">
<div class="separator" style="clear: both; text-align: center;">
<a href="http://1.bp.blogspot.com/-BQBsI55XkOk/UczUlkJbbNI/AAAAAAAAAIM/dpHxLYIpSxE/s408/%CE%BA%CE%B1%CF%80%CE%B1%CF%81%CE%B7+2013.jpg" imageanchor="1" style="margin-left: 1em; margin-right: 1em;"><img border="0" height="240" src="http://1.bp.blogspot.com/-BQBsI55XkOk/UczUlkJbbNI/AAAAAAAAAIM/dpHxLYIpSxE/s320/%CE%BA%CE%B1%CF%80%CE%B1%CF%81%CE%B7+2013.jpg" width="320" /></a></div>
<div class="separator" style="clear: both; text-align: center;">
<br /></div>
<div class="separator" style="clear: both; text-align: center;">
<br /></div>
Περιπλανώμενος ζητιάνος σε ένα νομαδικό ασκέρι απροσάρμοστων ψυχών. Ζητάς και απλώνεις το χέρι με την άνεση που η ζωή σου δημιούργησε. Δεν νιώθεις ενοχές για αυτή σου την πράξη. Στήνεις και ξεστήνεις τη σκηνή σου αναπροσαρμόζοντας τις ατάκες σου, ανάλογα με το ακροατήριο. Ο λυρισμός και ταυτόχρονα η ειρωνεία της ζωής είναι ότι πάντα δίνει την δυνατότητα στους αδαής και στους πολύ σοφούς να χρησιμοποιούν τις ίδιες λέξεις. Το έχεις καταλάβει εδώ και καιρό και το εκμεταλλεύεσαι. Την πρώτη φορά σε εντυπωσίασε η αντίδραση τους όταν προσπάθησες να δώσεις το ίδιο νόημα μέσα από καινούργιες, πιο σύνθετες λέξεις. Για κάποιο αδιευκρίνιστο λόγο σταμάτησαν την επιμέρους φασαρία και σε άκουσαν με προσοχή, κοιτώντας σε κατευθείαν στα μάτια. Περιπλανώμενος ζητιάνος με την υγρασία από το νωπό χώμα να στεγνώνει αργά στην πλάτη σου και εσύ όπως πάντα με το χαμόγελο. Δεν είχες μάθει ποτέ κάτι άλλο και έτσι ποτέ δεν χρειάστηκε να συγκρίνεις. Νομαδικά περιπλανιέσαι, νομαδικά έχεις μάθει να βιώνεις. Όμως σήμερα μέσα στις λάσπες που τα παπούτσια σου αδιάφορα συνεχίζουν να κουβαλούν, χρειάστηκε μια απλή στιγμή και αρκετή τύχη ώστε να παρατηρήσεις το διαμάντι που εμπεριείχαν .<br />
Το έβγαλες από εκεί, το καθάρισες και αρχικά το έβαλες στην τσέπη σου. Δεν είναι και ο,τι πιο φρόνιμο να προκαλείς. Εκείνο το βράδυ ήταν που με αυτό το καινούργιο σου απόκτημα, είδες για πρώτη φορά ένα όνειρο που έμελλε να επαναληφθεί απαράλλακτο για πολλές βραδιές. Εσύ μόνος περπατούσες κάτω από τα κίτρινα αρρωστημένα φώτα που στέκουν συνεχώς ακίνητα στο μονοπάτι που ακολουθεί το ποτάμι προς το κέντρο της πόλης και ξαφνικά μια αλεπού πέρασε από μπροστά σου. Σταμάτησε προς στιγμήν, σε κοίταξε στα μάτια και ύστερα ξεκίνησε να τρέχει, ώσπου άρχισε να αλλάζει και να μεταμορφώνεται σε έναν τεράστιο αετό που ξεκίνησε να πετά πάνω από το ποτάμι.<br />
Το επόμενο πρωί ξύπνησες με ένα αίσθημα ανικανοποίητου στα χείλη. Κοίταξες τους ανθρώπους γύρω σου και τους άπλωσες το χέρι ζητώντας απάντηση. Εκείνοι δεν σε κατάλαβαν. Σε κοιτούσαν στα μάτια, όμως για κάποιο αδιευκρίνιστο λόγο δεν μπορούσαν να σε ακούσουν. Περιπλανώμενος στους δρόμους, περιπλανώμενος και στις σκέψεις. Κατάρα και ευλογία. Έτσι έλεγε ο παππούς σου. Οι απροσάρμοστες ψυχές πάντα έχουν την τύχη να μπορούν να τα διαλύσουν όλα με ένα απλό βλεφάρισμα, ή να τα δημιουργήσουν. Ευλογία για την στιγμή και κατάρα για τα όρια και τις αντοχές. Δεν το διαλέγεις. Δυστυχώς εκείνο διαλέγει εσένα και μετά απλά σε στοιχειώνει. Για πόσο; μα για πάντα καλό μου παιδί. Για όσο διαρκεί αυτό το πάντα μέσα από την αναπνοή σου. Σοφά λόγια. Διαμάντια που κουβαλούσες τόσο καιρό χωρίς να έχεις την παραμικρή επίγνωση και τώρα αρχίζουν σιγά σιγά να σε ελκύουν και ταυτόχρονα να σε βαραίνουν.<br />
Περιπλανώμενος ζητιάνος, όμως πλέον μπερδεμένος και με ένα καινούργιο πρωτόγνωρο αίσθημα ανικανοποίητου. Ο φθόνος αποτελεί από την αρχή της ανθρώπινης ιστορίας, την δικλείδα ασφαλείας μέσω της οποίας η σοφία εξασφαλίζει την διαιώνιση της ύπαρξης της, μόνο μέσα από τα μάτια των άξιων και ικανών. Ο φθόνος γεννά τη διαμάχη και συνήθως μέσα από αυτήν τρέφεται ένα από τα δυσκολότερα και πιο επικίνδυνα θηλυκά, η απληστία. Περιπλανώμενος υπήρξες για καιρό και ήταν μόνο μια στιγμή που κάτι γυάλισε μέσα στην ψυχή σου, ώστε να σε κάνει να ονειρευτείς κάτι καλύτερο. Είναι ειρωνεία το ότι τα σπίτια στην απέναντι πλευρά του δρόμου θα μας φαίνονται πάντα πιο φωτεινά. Όμως στη δική σου περίπτωση δεν είναι ειρωνεία. Είναι παραλογισμός και μάλιστα στα όρια του εγκληματικού. Κοιμάσαι με ταβάνι τον ουρανό και η ματιά σου δεν υποκύπτει σε φθαρτά και υλικά. Όχι τουλάχιστον μέχρι να διαφανεί η ευκαιρία να τα αποκτήσεις και εσύ.<br />
Έτσι αποχαιρέτησες τους συντρόφους και νόμιζες ότι φορώντας την εικόνα της πόλης θα μπορέσεις να χαθείς μέσα της. Τόσο αφελής. Όμως κανείς δεν ασχολήθηκε. Με τον καιρό παρατήρησες ότι σε αυτές τις οργανωμένες κοινωνίες, ο φθόνος και η απληστία έχουν τεράστια αγάλματα, περίτεχνα σκαλισμένα και τοποθετημένα με προσοχή σε ανοιχτά πάρκα και πλατείες ώστε να είναι ορατά σε όλους. Άλλοτε ως υπενθύμιση και άλλοτε ως απειλή. Εσύ από την άλλη μπορεί να αποχαιρέτισες την νομαδική ζωή, όμως παρέμεινες απροσάρμοστη ψυχή. Είπαμε δεν αποτελεί επιλογή.<br />
Αυτό σε βοήθησε να μπεις στις καταστάσεις χωρίς φόβο. Και τι ατυχία, νόμιζες ότι αυτό αποτελεί πλεονέκτημα. Είδες, σε είδαν και έναν αιώνα και μια πανσέληνο αργότερα με τις φαβορίτες σου πιο μακριές και το βλέμμα εξίσου αδούλωτο, μάζεψες όλα όσα η ζωή πίστευες ότι σου χρώσταγε και τα έπαιξες σε μια ζαριά δείχνοντας έμπρακτα τον ερωτά σου για εκείνη. Και κέρδισες. Μέσα σε μια στιγμή διπλασίασες τις επιλογές σου και μέσα από αυτές και τις ανάγκες σου. Χαμογέλασες και της έκλεισες το μάτι. Εκείνη έκανε προσποιητά πως ενοχλείται αφήνοντας ένα υπονοούμενο ότι μπορεί η τύχη να μπήκε ανάμεσα σας. Όμως γυρίζοντας από την άλλη χαμογέλασε πονηρά διότι ήξερε.<br />
Εσύ μεθυσμένος από αυτή την απρόσμενη νίκη στάθηκες για πρώτη φορά μπροστά σε μεγέθη που ίσως κάποια στιγμή να είχες φανταστεί. Έτσι δεν το πολυσκέφτηκες και τα ξανάπαιξες όλα, έχοντας στη ματιά σου αφήσει, χωρίς να το καταλάβεις είναι η αλήθεια, να διεισδύσει η αλαζονεία. Είχες περάσει στην αντίπερα όχθη και τώρα ήσουν αυτός που έβλεπε το χέρι και όχι εκείνος που το πρότεινε.<br />
Μια στιγμή ήθελε όλη και όλη η απληστία για να σε καταστρέψει και της την έδωσες. Δεν θα στο ομολογήσει ποτέ, όμως από αυτή την ενέργεια που παράγει το συναίσθημα του τέλους και της καταστροφής, θρέφεται και διατηρείται. Εσύ κέρδισες για ακόμα μια φορά και έτσι η αγωνία της απολαβής παρατάθηκε. Όμως η τρίτη φορά ήταν και η φορά που θα τα ανέτρεπε όλα. Ήσουν σίγουρος πλέον μέσα στις ονειροπολήσεις σου και έτσι δεν προετοιμάστηκες για το ενδεχόμενο της ήττας. Έτσι λοιπόν την στιγμή που την αντίκρισες, δεν ήξερες πώς να αντιδράσεις. Πήρες μια βαθιά ανάσα και πισωπάτησες. Την κοίταξες στα μάτια και εκείνη σου χαμογέλασε με κατανόηση. Δεν το ήξερες ακόμα αλλά δεν μπορούσε να σε πειράξει. Δεν είχε την δύναμη. Έπρεπε όμως να ακολουθήσεις το δρόμο της απώλειας για να το κατανοήσεις. Έπαιξες και έχασες όμως το αντίτιμο της ήττας όσο και αν δεν μπορούσες να το καταλάβεις, παρέμενε έξω από εσένα, ανίκανο να σου προκαλέσει την παραμικρή πληγή. Λίγο τον εγωισμό σου ενόχλησε διότι ήθελες να δηλώνεις ότι η εξυπνάδα ήταν μόνιμος σύντροφος στον αγώνα τούτο να σμιλεύσεις την πέτρα, να της δώσεις μορφή και να την σηκώσεις από το χώμα, χτίζοντας την αξιοποιώντας την για έναν ανώτερο σκοπό όπως προστάζει η λογική.<br />
Ένα γαμώτο σου ξέφυγε την ώρα που περνούσες την πόρτα και έβγαινες ξανά μετά από καιρό στον καθαρό αέρα και τον έναστρο ουρανό. Η αλήθεια είναι ότι λίγο σε είχε ελκύσει αυτή η ζωή και σε είχε κάνει προς στιγμήν οπαδό της. Όμως η απληστία τρέφεται από τον πόθο που δημιουργεί ο σκοπός της πραγμάτωσης και εσύ ένας περιπλανώμενος ζητιάνος, συνηθισμένος στο τίποτα και μέσα από εκεί στα πάντα, δεν είχες κανέναν...<br />
Εκείνο το βράδυ έπαψες να βλέπεις το όνειρο. Μετά από καιρό ξύπνησες και δεν θυμόσουν τίποτα. Όμως κάτι περίεργο σε κυρίευσε. Ξύπνησες γεμάτος και γαλήνιος. Ξεκίνησες πάλι την περιπλάνηση αποκομμένος από το παρελθόν και ζώντας μόνο το σήμερα. Ένα παρόν που το μόνο που ζητούσε πια από εσένα ήταν χαμόγελο. Το είχες και το έδωσες και έτσι δεν παραξενεύτηκες όταν τείνοντας το χέρι στο πρώτο ζευγάρι μάτια που αντίκρισες, ένιωσες τη ζεστασιά της αποδοχής και της ανταπόδοσης.<br />
Περιπλανώμενος ζητιάνος, όμως πλέον και λίγο γνώστης. Έμαθες επιτέλους ότι άλλο περιπλάνηση και άλλο αποπλάνηση. Και τα δύο εμπεριέχουν την πλάνη, όμως δεν έχουν την ίδια δύναμη να σε επηρεάσουν. Μια μικρή διαδρομή βιωμάτων και συνειδητοποιήσεων είναι η ζωή και τώρα το γνώριζες. Το αίσθημα της ήττας ακόμα σιγόκαιγε τον εγωισμό σου και αυτή η θέρμη όσο καταλάγιαζε σε ζέσταινε και σου δημιουργούσε μια μεγαλύτερη αυτοπεποίθηση για το αύριο. Η απληστία θα επέστρεφε. Πάντα το κάνει ώστε να παραπλανεί τους αδαής και να ξυπνά τους πλανημένους. Όμως κάποιες φορές επιστρέφει απλά για ένα γεια. Κάποιες μάχες είναι τόσο μεγάλες και σημαντικές, ώστε δένουν για πάντα με δεσμά ακατάλυτα το νικητή και τον ηττημένο.<br />
Όταν λοιπόν ξανάρθε σε βρήκε να κοιμάσαι. Σε κοίταξε για λίγο στοργικά και έπειτα μπήκε μέσα σου και εισχώρησε μέχρι εκείνη την μικρή κρύπτη που φιλούσες τα διαμάντια σου. Τα πήρε στα χέρια της και με μια κίνηση τα σκόρπισε στον αέρα. Μία αλεπού πέρασε το δρόμο, σταμάτησε, σε κοίταξε στα μάτια και σου χαμογέλασε. Όσο η βαρύτητα έκανε την δουλειά της ξεκίνησε να τρέχει και όπως κάθε φορά μεταμορφώθηκε σε έναν μεγάλο και περήφανο αετό που με μιας τα έπιασε με το ράμφος του και τα κατάπιε. Περνώντας από πάνω σου, στα έφτυσε κατάμουτρα μέσα από τις λέξεις που μπορούσες να καταλάβεις.<br />
<i>Η αξία σου πάντα θα μετριέται με τον τρόπο που αντιμετωπίζεις τις ήττες σου. Περιπλανώμενος ή αποπλανημένος ..</i></div>
Σείριοςhttp://www.blogger.com/profile/04059094487856082906noreply@blogger.com0