Δευτέρα 30 Μαρτίου 2015

Φως, περισσότερο φως...


Ο αέρας άρχισε να τελειώνει και εσύ ξεκίνησες να βυθίζεσαι σε εκείνο το συναίσθημα που ο θάνατος έχει την δυνατότητα να επιβάλλει απόλυτα όταν έστω και θεωρητικά πλησιάζει προς το μέρος μας, ωθώντας μας να νιώσουμε εγκλωβισμένοι και αβοήθητοι. Είναι η άλλη πλευρά ενός νομίσματος για το οποίο πάντα άκουγες αλλά ποτέ δεν είχες δει με τα δικά σου μάτια.
Η απουσία του αέρα έγινε εντονότερη και το μαύρο που από ώρα είχε καλύψει τα πάντα γύρω σου, άρχισε να γίνεται βαθύτερο, Η ελπίδα της ανταμοιβής καθιστά γλυκύ τον μόχθο και ίσως μέσω αυτής είχες υπομείνει για αρκετό καιρό σκέψεις και συναισθήματα που μέσα από την δική τους αυτονομημένη πραγματικότητα, σε έσπρωχναν με δύναμη σε καταστάσεις και συνήθειες μακριά από το μονοπάτι της εξέλιξης.
Κοίταξες γύρω σου και το μαύρο αν και παρέμεινε εκεί, φρουρός και πύλη προς μια άλλη πραγματικότητα, δεν μπορούσε να σε βοηθήσει σε τίποτα. Είχες αρχίσει να το αποδέχεσαι και έτσι κάποια μικρά σημάδια ενδοιασμού ή όπως συνήθιζες να τα ονομάζεις, σημάδια προσωπικής δυσπιστίας, είχαν αρχίσει να υποχωρούν κάτω από το βάρος τούτου του μοναδικού μυστικού, το οποίο ήσουν πλέον έτοιμος να ζήσεις.
Μια μικρή στιγμή σιγής και αμέσως μετά μια γερασμένη, μπάσα φωνή ερχόμενη από κάπου βαθιά μέσα από το μυαλό σου, κάλυψε τα πάντα απλώνοντας λέξεις και ερωτηματικά. Πως βρέθηκα εδώ και κυρίως για πιο λόγο;
Αυτή η ερώτηση όφειλες να ομολογήσεις ότι σε έφτασε στο δικό σου αδιέξοδο, το οποίο τώρα κοιτούσες με μια ανασφάλεια η οποία μέσα σε δευτερόλεπτα κάλυψε κάθε σου κύτταρο.
Θυμήθηκες τον φιλόσοφο που στιγμές πριν κλείσει τα μάτια του για πάντα, το μόνο για το οποίο νοιάστηκε ήταν απλά για λίγο περισσότερο φως.
Πόσο παράταιρο σου φάνηκε μέσα στον πανικό σου και ταυτόχρονα πόσο σωστό. Πως άραγε επαναστατείς εναντίον ενός τόσο παντοδύναμου εχθρού;
Αγνοώντας τον ή κοιτώντας τον κατάματα, αφαιρώντας του την δύναμη της επιβολής του φόβου.
Ένα ακόμα ερώτημα να απαιτεί μια ακόμα απάντηση. Ξεκίνησες έτσι, με τόσες απορίες μαζεμένες γραμμικά η μια δίπλα στην άλλη, να νιώθεις κάπως σαν δάσκαλος που η ζωή τον αναγκάζει να προσδιοριστεί μέσα από τη διδαχή.
Θυμήθηκες εκείνο τον γκριζομάλλη τύρρανο των νιάτων σου, που συχνά πυκνά κοιτώντας σε κατευθείαν στα μάτια, επαναλάμβανε με στόμφο πάντα την ίδια ατάκα. Πρώτα χρειάζεται να διδαχθούμε και να μάθουμε και μετά να διδάξουμε. 
Όμως όσο και να μάθεις το σκοτάδι, με πιο τρόπο μπορείς να το διδάξεις, όταν φτάνεις σε εκείνο το σημείο στο οποίο απλά καταλαβαίνεις ότι αυτό και μόνο αυτό είναι το δικό σου φως.
Μυστήριο είναι φίλε μου, σου ψιθύρισε πριν από καιρό μια τυχαία συντροφιά, μόνο ό,τι δεν έχουμε τον χρόνο και την όρεξη να παρατηρήσουμε σε βάθος. 
Έτσι, προσπαθώντας να αξιοποιήσεις εκείνη την συμβουλή που αυθόρμητα, όπως οι περισσότερες άλλωστε σκέψεις σου, αναδύθηκε απροσδόκητα στο συνειδητό σου, άνοιξες τα μάτια και ξεκίνησες εκ νέου να παρατηρείς το μαύρο που σε είχε τυλίξει.
Επέμεινες για αρκετή ώρα και την στιγμή που κάτι ξεκίνησε να αλλάζει, αυτόματα χαμογέλασες αποδεχόμενος ετούτη την εξέλιξη. Μια μικρή κουκίδα άρχισε να ξεθωριάζει κα να αποδομείται με τέτοιο τρόπο ώστε στο τέλος ανάμεσα σε ένα αμέτρητο μωσαικό μαύρων κουκίδων, αυτή η μια-η αποδομημένη- μέσα από το κατακόκκινο χρώμα της, μπόρεσε ξεκάθαρα να ξεχωρίσει. Ύστερα μια ακόμα και ακόμα μια, ώσπου ώρα μετά, με τα μάτια ανοιχτά, έστεκες απέναντι σε ένα μοναδικό μωσαικό αμέτρητων χρωμάτων και αποχρώσεων τα οποία είχαν την δύναμη να ερεθίσουν το μυαλό σου τόσο ώστε να το ωθήσουν να αναζητήσει κάποια λογική ή έστω λογικοφανή αιτιολογία.
Η αποδόμηση ήταν εμφανής και μέσω αυτής της απλοποίησης τούτη η εξήγηση ήταν σχετικα εύκολη να βρεθεί. Το μαύρο δεν είναι χρώμα καθ` αυτό αλλά η σύνθεση όλων των χρωμάτων. Χρώματα τα οποία αναμεμειγμένα όλα μαζί χάνουν την προσωπική τους ταυτότητα και προσθετικά ξεκινούν να αποτελούν κομμάτια ενός καινούργιου συνόλου, χάνοντας έτσι δυστυχώς οριστικά την μοναδικότητα τους. Αρα λοιπόν απλά ακολουθώντας τα νοητά τούτα βήματα οπισθοχωρώντας, ήταν εύκολο να δεις πως προέκυψαν όλα αυτά τα χρώματα.
Η δυσκολία, κατάλαβες ότι κρυβόταν σε άλλο σημείο αυτής της νοητικής ανάλυσης και είχε να κάνει ξεκάθαρα με τον αποσυμβολισμό της κάθε κουκίδας ξεχωριστά. Θυμός, όρεξη, εξαπάτηση, αγάπη, πόθος, αγωνία, εξέλιξη. Διαφορετικές εμπειρίες και συναισθήματα που μετρώντας τα, τα βρήκες όλα εκεί. Ένα χρωματικό κολάζ γεμάτο στιγμές με κάθε μια από αυτές να προσδιορίζεται μέσα στο μυαλό σου και με ένα διαφορετικό χρώμα. Μπλε, κόκκινο, πορφυρό, άσπρο. Σαν πέπλα που όφειλες να περάσεις από μέσα τους, σε αυτή την μοναδική μύηση της ψυχής σου στο χωροχρονικό της ύπαρξης.
Άνοιξες λοιπόν τα μάτια σου πλατύτερα και μέσα από αυτά, όλες τις πόρτες του μυαλού σου οι οποίες για καιρό παρέμειναν κλειστές και ανέπαφες. Ήταν κυρίως ο φόβος που τις είχε κλειδώσει μια προς μια, σταδιακά κάθε φορά που βρήκες τον εαυτό σου αντιμέτωπο με τον μέγα εκείνο αξιωματούχο της φθοράς. Έτσι, αυτό το μαύρο που αρχικά απλώθηκε μπροστά σου, εμποδίζοντας σε να δεις, με έναν ίσως ειρωνικό τρόπο σε ώθησε να προσπαθήσεις να δώσεις στο μυαλό σου τις αποδείξεις εκείνες που χρειαζόσουν ώστε να κατανοήσεις ότι τόσο καιρό απλά νόμιζες ότι βλέπεις.
Τούτη η σύνθεση λοιπόν σκέφτηκες, δεν αποτελεί τίποτα παραπέρα από μια απλή μορφοποίηση της ολότητας. Ότι υπήρξε και ό,τι είναι. Όμως τότε από που πηγάζει ο φόβος;
Η φωνή πίσω σου εξακολουθούσε να εξηγεί με το δικό της τρόπο ότι εν το παν και εκ του παντός το εν.
Μια διαπίστωση απαλλαγμένη από τη φθορά που ο χωρόχρονος επιφέρει στις εξελικτικές καταστάσεις που βρίσκονται ακόμα στη διαδικασία της εξέλιξης. Αμέσως μετά, μια ερώτηση η οποία θα μπορούσε να χαρακτηριστεί ίσως η δυσκολότερη όλων. Πόσο έτοιμος είσαι άραγε ό,τι έχεις και μπορείς να προσδιοριστείς μέσα από την ύπαρξη και την κατοχή του, να το μαζέψεις ένα σωρό, όπως λέει χαρακτηριστικά ο αδελφός στο δικό του παρελθόντα χρόνο και να το παίξεις μια ζαριά και χάνοντας να μην βγάλεις μιλιά για ετούτη την απώλεια.
Αν σε ρωτούσα λίγο καιρό νωρίτερα, ίσως απαντούσες αρνητικά. Όμως κάτω από το φως των νέων δεδομένων που η ανάλυση του μαύρου σου έδωσε, ίσως τώρα πλέον έχεις καταλάβει. Ο φόβος της απώλειας είναι που κάνει το παιχνίδι επικίνδυνο ή χωρίς κάποια ουσιαστική ή έστω επιφανειακή απόλαυση. όχι το ίδιο το παιχνίδι.
Άρα κατανοώντας τούτη τη θεμελιώδη αρχή του σύμπαντος, ίσως ως άλλος Μιθριδάτης δεχτείς γουλιά γουλιά να πνίξεις τούτο το φόβο φανερώνοντας την αληθινή πλέον φύση των πραγμάτων. Σκοτώνοντας τον θάνατο δεν θα χρειαστεί ποτέ να πεθάνεις. Σκοτώνοντας τον φόβο, δεν θα χρειαστεί να περιορίσεις ξανά τον εαυτό σου σε όρια. Σκοτώνοντας την ιδέα του ψεύτικου εαυτού που στέκει μπροστά σου ως ανυπέρβλητο εμπόδιο κάθε φορά που η καρδιά σου ελκύεται από την εξέλιξη, ίσως βρεις την πραγματική σου ταυτότητα.
Η φωνή όσο εσύ είχες χαθεί σε τούτες τις σκέψεις σταμάτησε και έπρεπε να βάλεις μια τελεία μέσα σου για να μπορέσεις να το συνειδητοποιήσεις.
Με μια απροσδόκητη κίνηση που σε ξάφνιασε, ένα χέρι σε άρπαξε γερά και με δύναμη σε ώθησε να περάσεις μέσα από όλο αυτό το πολύχρωμο μωσαικό το οποίο μέσα από αυτή τη μικρή στιγμή σιωπής είχε επιστρέψει στην αρχική μονότονη κατάσταση του.
Μέσα από το απόλυτο μαύρο λοιπόν σε μια νέα πραγματικότητα, πλημμυρισμένη από ένα έντονο φως που σε ώθησε να γεμίσεις ελπίδα και ζωντάνια. Είχες καταλάβει. Μόνο τότε, εκείνη τη στιγμή που μπορούμε να επιβάλουμε στον εαυτό μας να αποβάλει την επιθυμία της ίδιας της επιθυμίας, τότε και μόνο τότε μπορούμε να επιθυμήσουμε πραγματικά.