Πέμπτη 30 Οκτωβρίου 2014

Για έναν ιππότη


Καθησύχαζες τις ήττες σου μέσα από δικαιολογίες φτηνές και εύκολες. Έλεγες δεν πειράζει και προσπαθούσες να χαμογελάσεις. Το μεγαλύτερο μειονέκτημα και αδυναμία σου ήταν ότι γινόσουν πιστευτη. Έτσι οι ήττες συνέχιζαν να έρχονται και εσύ δυστυχώς υπήρξες ανάξια να μάθεις από αυτές, κυρίως διότι δεν μπόρεσες ποτέ να τις αναγνωρίσεις.
Για να μπορέσεις να γίνεις πριγκίπισσα, πρέπει να συμπεριφέρεσαι και ανάλογα σαν μια ευγενής.  Το κράτησες κειμήλιο στο μυαλό σου, από ένα άρθρο πολλά χρόνια πριν. Τότε που τα μαλλιά σου ήταν ακόμα ξανθά και η λέξη μαμά ακουγόταν σαν ύμνος. Το κράτησες αλλά ποτέ δεν το κατανόησες και ετσι ποτέ δεν κατάφερες να το εφαρμόσεις. Ο τίτλος έμεινε στα χαρτιά και εσύ μεγαλώνοντας άλλαξες χρώμα στα μαλλιά αλλά όχι και τρόπο να κοιτάς. Αυτός παρέμεινε αθεράπευτα παιδικός και αυτό όλο παραδόξως δεν προσέδιδε κανένα ρομαντισμό ή ευγένεια στις κινήσεις σου και στην αξιολόγηση των άλλων.
Η εικόνα παρέμεινε κολλημένη με σελοτέιπ πάνω από το κρεββάτι σου αποδεικνύοντας την στασιμότητα που κάλυπτε την ζωή σου. Ξεθωριασε με τα χρόνια όμως δεν έχασε τα βασικά της στοιχεία. Πως θα μπορούσε άλλωστε να γίνει κάτι τέτοιο, εφόσον αυτή η εικόνα είχε αποτυπωθεί τόσο έντονα πλέον μέσα σου που είχες την ικανότητα πια να την προβάλλεις παντού. Ένας ιππότης με λευκό χιτώνα και κόκκινο σταυρό και ενα μαύρο άλογο, πιο μαύρο από την νύχτα και πιο επιβλητικό από τον πόθο.
Αυτό ήταν που πραγματικά περίμενες όταν τα απογεύματα του χειμώνα άφηνες την ματιά σου ελεύθερη να φύγει έξω από το παράθυρο και να γευτεί τόσα χρώματα και προτροπές. Ήταν αυτό που πραγματικα κοιτούσες να βρείς όταν οι συνθήκες σε έκαναν να βαριέσαι τόσο θανάσιμα που επέλεγες να απομονωθείς, έστω και αν βρισκόσουν στη μέση μιας συζήτησης η οποία πλέον συνεχιζόταν μηχανικά.
Ένας ιππότης, ένας έφιππος. Αυτό πραγματικά ποθούσες και αλήθεια πόσους και πόσους δεν έδιωξες όσο κοντά και αν ήταν σε αυτό το πρότυπο, ακριβώς επειδή δεν ήταν ΑΥΤΟ το πρότυπο;. Αγάπες μελαγχολικές τις χαρακτήριζες τότε γιατί πάντα σου άφηναν μια πικρή γεύση στα χείλια που ποτέ δεν καταστάλαξες αν οφειλόταν σε εκείνους ή στην επιθυμία σου.
Ο καιρός πέρασε και τα φύλλα στα δέντρα πρασίνισαν και κιτρίνισαν αρκετές φορές προτού κουραστείς και αρχίσεις να αναθεωρείς. Ο χρόνος, πανδαμάτωρ και σοφός, μας στερεί πάντοτε την δυνατότητα ανάκλησης των γεγονότων, όμως μας αποδίδει πάντα το αντίτιμο. Πρέπει να υπάρχει ισορροπία. Είναι αναγκαίο συστατικό στην διαιώνιση των επιθυμιών. Το αντιστάθμισμα λοιπόν και το αντίτιμο δεν είναι τίποτα πέρα από τις λίγες ακτίνες φωτος που μας παρέχει η εμπειρία και οι οποίες έχουν τη δυνατότητα να κάνουν τα αντικειμενα λίγο πιο φωτεινα και συνεπώς λίγο περισσότερο κατανοήσιμα.
Εκτός και αν τα μάτια μας είναι καλυμμένα και στην δική σου περίπτωση αυτό ακριβώς υπήρξε το μειονέκτημα. Όταν ο πόθος κατακλύζει την ψυχή χωρίς να υπάρχει διέξοδος διαφυγής, τότε συνήθως τα αποτελέσματα είναι καταστροφικά. Δημιουργούνται κύκλοι φαύλοι και χωρίς ουσία, οι οποίοι μέσα από την δική τους ταχύτητα εγκλωβίζουν την ψυχή σε μια δίνη τοσο δυσβάσταχτη και αμείλικτη που δυστυχώς αναπόφευκτα έρχεται πάντα ένα σημείο που τελικά καταλήγει να είναι το σημείο χωρίς γυρισμό. Σαν μια πύλη που οδηγώντας σε, σε πάει από ένα επίπεδο σε ένα άλλο, κλείνοντας και σφραγίζοντας για πάντα την πόρτα προς το χθές και έτσι σε αναγκάζει και σε ωθεί να προχωρήσεις μόνο μπροστά.
Ήσουν στο μπάνιο όταν το ένιωσες και σε μια στιγμή το νερό πάγωσε και πάγωσε τόσο που καθώς έπεφτε στο κορμί σου σε έκανε να νιώθεις τις φλόγες να ζωντανεύουν στο δέρμα σου και να σε καλύπτουν.
Εκείνη την ημέρα ήταν η πρώτη φορά που δεν χρησιμοποίησες την πετσέτα σου για να σκουπιστείς αλλά για να κρυφτείς. Πλέον είχες μια οικιότητα με το συναίσθημα και για λίγο το μυαλό σου σε ώθησε να χαθείς μέσα στα παραμύθια. Αυτά με τις ωραίες εικόνες και τα κανονισμένα νοήματα. Ένιωσες και εσύ σαν πρωτόπλαστη, εκτεθειμένη στην γύμνια της. Όχι την υλική, αυτή είναι μια γύμνια περήφανη και αθώα. Εκτέθηκες πλέον στην γνώση και αυτό τα άλλαξε όλα. Η γύμνια σου, απέναντι στις δικαιολογίες και τις διάφορες πλαστές προτροπές που χρησιμοποιούσες εως τότε, σε έστησε αντιμέτωπη με την ντροπή και την αλήθεια σου. Θηλυκά ζόρικα, τα οποία πλέον γνώριζες ότι δεν εξαπατούνται με ζαβολιές και υπεκφυγές.
Εκείνη την ημέρα ξεκόλλησες και την εικόνα πάνω από το προσκέφαλλο σου και άλλαξες τόσο πολύ τα ζητούμενα ώστε για αρκετό καιρό πέρασες στην αντιπέρα όχθη και βυθίστηκες σε μια πραγματικότητα οριοθετημένη μεσα από λέξεις φτηνές και αρνητικές.
Χρησιμοποίησες το κορμί σου για να φτάσεις εκεί που ποθούσε να βρίσκεται η καρδιά και η αγκαλιά σου. Παραδέξου ότι μετά την πίστη στα παραμύθια αυτό υπήρξε το μεγαλύτερο και δυσκολότερο λάθος σου, κυρίως στην κατανόηση.
Φτηνά δωμάτια, μικρές συζητήσεις και κάθε πρωί εσύ έσφιγγες την πετσέτα όλο και πιο δυνατά, νιώθοντας οτι πια χάθηκες τόσο που η λέξη ανέφικτο θα έπρεπε σιγά σιγά να μπεί δίπλα στη λέξη επιστροφή.
Για να μπορέσεις να γίνεις πριγκίπισσα, πρέπει να συμπεριφέρεσαι και ανάλογα σαν μια ευγενής. Αυτή η φράση επέστρεψε τυχαία μια μέρα σε μια καφετέρια. Ακούστηκε πίσω σου αλλά δεν ενδιαφέρθηκες να την προσωποποιήσεις. Παρέμεινες στη θέση σου μερικές στιγμές και αφού πήρες αρκετές βαθιές αναπνοές, σηκώθηκες και κατευθύνθηκες στην τουαλέτα. Στάθηκες απέναντι από τον καθρέφτη φέρνοντας στο νου σου την παιδική σου εικόνα με τις ξανθές μπούκλες και τα αυθόρμητα χαμόγελα. Άνοιξες τα μάτια και στιγμές μετά παραδώθηκες σε ένα χείμαρρο αποθυμένων συναισθημάτων που βρήκαν τρόπο να εξωτερικευτούν μέσα από τα μάτια σου.
Τα μαλλιά σου πλέον ήταν μαύρα, όπως και η ψυχή σου, όχι όμως από πόθο αλλά δυστυχώς από αγανάκτιση και θλίψη. Τα παραμύθια, λέει πολύ σοφά ο στιχουρχός, δεν είναι αλήθεια αλλά τουλάχιστον δεν είναι ψέμματα. Και εσύ τα πίστεψες και βάσισες μια ολόκληρη ζωή στην αναμονή της κατάλληλης στιγμής.
Παρατηρώντας τα μάτια σου στον καθρέφτη, αυτά τα θλιμμένα μοναχικά μάτια που πλέον κουβαλούσαν πολύ παράπονο, είδες κάτι που μέχρι τώρα δεν ειχες προσέξει ποτέ. Σε μία γωνίτσα ανεπαίσθητα κάτι λαμπήριζε. Η γνώση κουβαλάει πάντοτε τόση ματαιοδοξία όση χρειάζεται για να μην την αφήνει ο ίδιος της ο εαυτός να μένει κρυμμένη και αθέατη. Η εξωτερίκευση την θρέφει και την δυναμώνει και η αποδοχή την κάνει να νιώθει κυρίαρχη.
Έτσι λοιπόν είχε προσωπικό όφελος όταν σου αποκαλύφθηκε. Εσύ μέσα στον ενθουσιασμό σου δεν μπόρεσες να το διακρίνεις. Θεωρούσες ότι τα πάντα είχαν τελειώσει και έτσι αυτή η ευκαιρία σχεδόν αυτόματα χαρακτηρίστηκε ως τελευταία και έτσι πολύ σημαντική.
Έφυγες από εκεί χαμογελώντας και την επόμενη κιόλας ημέρα άλλαξες χρωμα στα μαλλιά και ξανακρέμασες μια παρόμοια εικόνα στο προσκέφαλο σου. Μπορεί να διέφερε από την "αυθεντική" όμως διατηρούσε την δύναμη να σου διεγείρει τα συναισθήματα εξίσου έντονα και έτσι την αποδέχτηκες. Ο ιππότης ντυμένος πάντα στα λευκά, μόνο που τώρα ο σταυρός ήταν μαύρος και το άλογο λευκο, σαν ψυχή μωρού λίγες ώρες μετά τη γέννηση. Ο ιππότης και η πριγκίπισσα, ψυθίρισες το επόμενο πρωί, ζώντας ακόμα στον απόηχο της νίκης που θεωρούσες ότι είχες πετύχει.
Η ματαιοδοξία βρίσκεται σε διαρκή έρωτα με τον πόθο και όταν τούτη η σχέση πραγματώνεται με τον κατάλληλο τρόπο, τότε το κίνητρο ξεκινάει να υπάρχει ως αποτέλεσμα και απόδειξη αυτης της κανονικότητας.
Στην δική σου περίπτωση οι μοίρες αμφιταλαντεύτηκαν αρκετά προτού γείρουν πρός την πλευρά που θα μπορούσε κάποιος να χαρακτηρίσει θετική για την εξέλιξη της κατάστασης σου. Από την μία η μοναξιά και από την άλλη η αγάπη, να παλεύουν με την πρώτη να χάνει συνεχώς έδαφος παραδωμένη στην ανικανότητα της να αντιδράσει αποτελεσματικά αφού θεωρούσε ότι σε έχει κερδίσει από καιρό.
Χρειάστηκαν δυό μάτια και ένα χλυμίντρισμα ώστε το χαμόγελο που είχε εμφανιστεί από ώρα να γίνει γέλιο τρανταχτό και πολύ δυνατό, μην μπορώντας να πιστέψεις οτι ο δικός σου ιππότης επιτέλους ήρθε. Τον φαντάστηκες αρκετά και τον περίμενες είναι αλήθεια για περισσότερο. Παραδώθηκες στην ήττα σου και μόνο τότε κατάλαβες πως να νικήσεις.
Ανέβηκες στο άλογο, το πιο λευκό άλογο του πιο τρελού σου ονείρου και αφού τον έπιασες και τον έσφιξες πάνω σου, ξεκινήσατε να καλπάζετε χωρίς να ξέρεις τον προορισμό.
Περνώντας δίπλα από τον βαρκάρη, με μια κοφτή κίνηση του πέταξε δύο νομίσματα και εκείνος απλά παραμέρισε και έσκυψε το κεφάλι με μια προσποιητή ευλάβεια στο βλέμμα.
Δεν έδωσες σημασία σε αυτό, ούτε ότι το άλογο κάλπαζε πάνω στα κύματα, ούτε στη νυχτα που ξεκίνησε από το πουθενά να σας καλύπτει.
Ήσουν επιτέλους μαζί του και αυτό σε έκανε να χαμογελάς.